Μετά από την οφιοειδή διαδρομή στο αρκαδικό ελατοδάσος, πασπαλισμένη με απαλή, βουνίσια πάχνη, η επιβλητικότητα του θεάματος του ΜΑΝΝΑ συνιστά μία σαφή δήλωση. Μυστηριακό, κυριαρχικό και μεγαλοπρεπές κάνει την παρουσία του αισθητή, όμοια με ξενοδοχεία που έχουν αποτελέσει τρόπον τινά αυτοτελή κινηματογραφικό χαρακτήρα, όπως εκείνο στην Λάμψη του Kubrick, στο Grand Budapest Hotel του Anderson ή στο Youth του Sorrentino.
Ο τίτλος άλλωστε δεν μπορεί παρά να μη παραπέμψει και στην ταινία του Aronofsky και την ασύμμετρη διελκυστίνδα που αναπτύσσεται ανάμεσα σε άνθρωπο και φύση. Το ΜΑΝΝΑ, που όμοια με το «μάννα εξ ουρανού» ενέχει το στοιχείο του απροσδόκητου, δεν είναι μία προσθήκη ενός ακόμη μπουτίκ ξενώνα, μία ακόμη σύγχρονη, αναβίωση μίας ρουστίκ αναπόλησης.
Εδώ μιλάμε για διαχρονική αίγλη παντρεμένη με το τοπικό ιδίωμα. Ο εγκέφαλος και ιδιόκτητης του ΜΑΝΝΑ, Στρατής Μπατάγιας, μαζί με την ομάδα του μας συστήνει το παιδικό του όνειρο που έγινε πραγματικότητα, απόρροια όχι μόνο ενός οράματος αλλά μιας καλά ενορχηστρωμένης προσπάθειας. Ιδού 5 λόγοι που στοιχειοθετούν τη μοναδικότητά του.
1. Η ιστορικότητα του κτηρίου, που αποτελεί προστατευόμενο μνημείο μοναδικής σημασίας. Θεμελιωμένο στις αρχές του περασμένου αιώνα από την φιλάνθρωπο Άννα Μελά με υψηλά πρότυπα για να στεγάσει σανατόριο, μία «αγκαλιά» για τους αρρώστους της εποχής, υπέπεσε σε πλήρη εγκατάλειψη και αποδόμηση μετά τη διακοπή της λειτουργίας του, παραμένοντας ένα κτήριο-φάντασμα μέχρι και λίγα χρόνια πριν. Το κτήριο μοιραία φέρει σκοτεινές αναφορές του παρελθόντος και έναν ιδιότυπο χαρακτήρα, που όμως τα έχει ενσωματώσει στην ταυτότητά του (αποτυπώνονται μάλιστα περίτεχνα και στην εταιρική ταυτότητα από τους MNP) και που του προσδίδουν ένα επιπλέον επίπεδο στην εμπειρία διαμονής. Είναι μετρημένα τα ξενοδοχεία της χώρας που κουβαλούν ένα βαρύ ιστορικό φορτίο. Το ΜΑΝΝΑ στη σημερινή του μορφή και χρήση το σέβεται πλήρως και συνδέεται άμεσα με αυτό, εναρμονισμένο ωστόσο με τις τάσεις και τις ανάγκες του σύγχρονου hoteling, που πέρα από τις έντονες, συμβολικές προεκτάσεις είναι ένας ναός για τους λάτρεις του ορεινού comfort.
2. Η αρχιτεκτονική του. Οι K-Studio, συνυφασμένοι με το παραθαλάσσιο terroir, που τους έχει καθιερωσει και εκτός συνόρων ως μαέστρους της καλοκαιρινής εστίασης, τολμούν με το ΜΑΝΝΑ το πρώτο τους μεγάλης κλίμακας, ορεινό πόνημα. Παρουσιάζουν μία χειμερινή ανάγνωση αυτή τη φορά, χωρίς ωστόσο να κάνουν πίσω στις βασικές τους αρχές: υψηλής ποιότητας υλικότητα, «καθαρός» σχεδιασμός, μελέτη του κάθε στοιχείου του εσωτερικού και εξωτερικού χώρου με sur mesure παρεμβάσεις και έμφαση στην λεπτομέρεια – από το κέλυφος μέχρι την πέτρινη λαβή στα καζανάκια και τις χαραγμένες στο μάρμαρο του δαπέδου σημάνσεις όλων των χώρων – συνθέτουν μία αίσθηση διακριτικής, επουδενί πομπώδους πολυτέλειας. Το εσωτερικό με το εξωτερικό διαπλέκεται ευχάριστα, όπου η σχεδιαστική αυστηρότητα αντιπαρατίθεται γοητευτικά με την οργανικότητα του δάσους και του βουνού: η διαρρύθμιση του ξενοδοχείου και των επιμέρους χώρων μέχρι τη διακόσμηση των δωματίων μοιάζει να έχουν δομηθεί σε έναν συνεχώς εναλλασσόμενο κάναβο, δανεισμένο από την ασιατική αρχιτεκτονική των minka και hanok, διακοπτόμενο κυρίως από τις πολλαπλές θεάσεις στη φύση και το φως. Το αρμονικό αμάλγαμα ετερόκλητων στοιχείων αποδίδει ένα κομψά fusion, σχεδόν σύγχρονο neo-colonial, τελικό αποτέλεσμα με ατοπικά χαρακτηριστικά – θα μπορούσε να το συναντήσει κανείς από το Wyoming μέχρι το Bhutan.
3. Η κουζίνα του. Τα ηνία της κουζίνας κρατά ο Αθηναγόρας Κωστάκος και διαχειρίζεται με μαεστρία τις τοπικές πρώτες ύλες, παρουσιάζοντας μία ρουστίκ εκδοχή νέο-μπιστρό γαστρονομίας. Δίνει τον καλύτερό του εαυτό για να πείσει ακόμα και τους πιο διστακτικούς με τα αμνοερίφια -όπως εγώ- να αλλαξοπιστήσουν. Το πληθωρικό πρόβειο burger είναι αμαρτία, όπως και το αρνίσιο χέρι στον ξυλόφουρνο με τους χυμούς και την τραγανή πέτσα, χωρίς ωστόσο να λείπουν και οι πιο «λεπτές» επιλογές, όπως το βουτυράτο sashimi πέστροφας με βραστή πατάτα και μους ταραμά σε διακριτικό λαδολέμονο και η αέρινη τυρόπιτα αναβαθμισμένη με φρέσκια τρούφα. Πανταχού παρόντα τα καλούδια της αρκαδικής γης, ακόμα και στο πρωινό, όπου ξεχωρίζω τα γήινα ποσέ αυγά florentine με τα τοπικά άγρια χόρτα και μυρωδικά και το προζυμένιο ψωμί.
4. Η σχέση του με το περιβάλλον. Παρά την πολύ εύκολη και γρήγορη πρόσβαση από την πόλη και την εγγύτητα σε ποικιλία εκδρομών, διαδρομών και χωριών το ΜΑΝΝΑ προσφέρει την ζητούμενη ιδιωτικότητα στην αγκαλιά ενός παρθένου δάσους, παρότι ξεπηδά ανάμεσα στα αρκαδικά έλατα και μοιραία επιβάλλεται λόγω της κλίμακάς του στο τοπίο. Οπτικά μόνο τουλάχιστον, καθώς το ξενοδοχείο ενθαρρύνει την υιοθέτηση οικολογικών πρακτικών, ενώ παράλληλα «καλλιεργεί» τη στενή σύνδεσή του με τη φύση μέσω πληθώρας ευφάνταστων δραστηριοτήτων που λαμβάνουν χώρα εκεί. Από πρωινή yoga δίπλα στη λίμνη με τα νούφαρα και απογευματινό fitness στην πλατφόρμα ανάμεσα στα έλατα μέχρι ορεινή ποδηλασία/ιππασία, κυνήγι μανιταριών και παιχνίδια επιβίωσης/συνεργασίας, όλα συνθέτουν μία πυκνή εμπειρία διαμονής. Το στιλάτο ξύλινο γυμναστήριο και οι θεραπείες ευεξίας με premium φυσικά προϊόντα προσθέτουν με τη σειρά τους στη συνοχή του αφηγήματος.
5. Η εξέλιξη. Ακόμα δεν τα έχουμε δει όλα. Το ΜΑΝΝΑ δρομολογείται να διεισδύσει ακόμα περισσότερο στο αρκαδικό δάσος, με προσεγμένες προσθήκες και επεκτάσεις στις παροχές και τις υποδομές του. Νέες δράσεις στη φύση, δορυφόρες εγκαταστάσεις στο γύρω περιβάλλον, επέκταση στη λίστα θεραπειών του σπα και τη λίστα κρασιών πρόκειται να εμπλουτίσουν περαιτέρω την πιο ενδιαφέρουσα, φετινή, ξενοδοχειακή προσθήκη, προσφέροντας έναν ακόμη λόγο αδημονίας για την επόμενη επίσκεψη.
// To ΜΑΝΝΑ βρίσκεται στην Κορφοξυλιά Μαγουλιανών Αρκαδίας, κοντά στη Βυτίνα. Περισσότερες πληροφορίες εδώ.
Διαβάστε ακόμα: «Isla Brown Corinthia»: Το πρώτο 5στερο resort στους Αγίους Θεοδώρους.