Ο Τεν Κάτε θα ήταν μια κάποια λύσις.

Ο τελευταίος αμετανόητος των organistas έκοψε το γήπεδο μια όχι και τόσο ωραία βραδιά του 2015. Ήταν το ντέρμπι αιωνίων όπου ο Ασθενής Μηδέν του UK βόλταρε στον τερέν της Λεωφόρου με μια νεγκλιζέ, μαύρη πουκαμίσα, ενώ καλύπτονταν από τη βροχή φωτοβολίδων κάτω από ένα, επίσης μαύρο, παρασόλι -σαν την Μπέτυ τη Βαλάση στο 1922 του Κούνδουρου.

Ιδού και η Μπέτυ η Βαλάση στο 1922 του Κούνδουρου.

Το παιχνίδι εκερδήθη, ο αγών, όμως, εχάθη -στα χαρτιά. Ο τελευταίος των organistas σκέφτηκε ότι κάπου το είχε ξαναδεί το έργο και το βαρέθηκε. Η μεγάλη πλειοψηφία της ολομέλειας των organistas, όμως, αποχώρησε διακριτικά από τις εξέδρες τη νύχτα που έφυγε ο Τεν Κάτε. Ήταν Δεκέμβριος του 2009.  Στο τέλος εκείνης της σεζόν η ομάδα κατέκτησε, τελικά,  το νταμπλ, όμως, ήταν εποχές που ο σύλλογος είχε καταστήσει επίσημο συνομιλητή του τον Μάκη (ο Θεός ας αναπαύει το πούρο του στο Μπελίζ), ενώ οι organistas αντιλαμβάνονται το ποδόσφαιρο με όρους αισθητισμού. Εξάλλου, ποτέ δεν νιώθαμε αυτή την πρωτοδαρβινιστική έλξη προς τις λαμπυρίζουσες κούπες που είναι γνωστό τοις πάσι που ευδοκιμεί

-“Συγγρού όλο ευθεία/Στο τέλος, δεξιά” που λέει και ένα, παραδόξως πνευματώδες, σύνθημα τους.

Ένα σύνθημα που, παρεμπιπτόντως, βγήκε ακριβώς εκείνη την αποφράδα βραδιά που έφυγε ο μεγάλος Ολλανδός δάσκαλος. Αφού προηγουμένως είχε παγιδευτεί με την ομάδα στο πούλμαν επί τρίωρο, στο δρόμο για ένα αιώνιο ντέρμπυ, και πάλι, στο στάδιο gratis από το Δημόσιο. Στοίχισε ή όχι αυτός ο ψυχολογικός πόλεμος του πωπού, μια ακόμη εξυπνάδα των ανεξέλεγκτων “επιστημόνων”, το ντέρμπυ εκείνο, πάντως, χάθηκε, αλλά μαζί χάθηκε ίσως η μεγαλύτερη ευκαιρία στην σύγχρονη Ιστορία του Παναθηναϊκού.

Ο Λιονέλ Μέσι με τον Τεν Κάτε.

Από τη στιγμή που προσελήφθη ο Dutch Master οι αθλητικοί φωστήρες τον στόλιζαν ως “βοηθό”. Το ότι ως “βοηθός” είχε κατακτήσει ένα Τσάμπιονς Λιγκ και είχε πάει σε έναν ακόμη τελικό, ένα χρόνο πριν έρθει στον Παναθηναϊκό, ήταν αμελητέο. Ενώ το ότι ήταν “βοηθός” προπονητών με ανύπαρκτη ή φτωχή καριέρα (Ράικαρντ, Αβραάμ Γκραντ) μια ασήμαντη λεπτομέρεια.  Τω καιρώ εκείνω οι φωστήρες συχνά πυκνά έπαιρναν γραμμή για να γράφουν για το οξύθυμο του χαρακτήρος του -όταν κάποιοι παίκτες δεν έλεγαν τα παράπονά τους απευθείας στον πρόεδρο που είχαν σαν πατέρα τους. Η αλήθεια είναι ότι ο ακριβός μας Χενκ ήταν λίγο αψής -στην Τσέλσι μια φορά είχε πιάσει τον Τζον τον Τέρυ από τον λαιμό γιατί δεν εκτελούσε σωστά μια άσκηση τακτικής. Ο Τζον ο Τέρυ τον ρώτησε “και ποιός είσαι εσύ που μου φωνάζεις έτσι;”. Και ο τιτάνας Χενκ του απάντησε “είμαι αυτός που θα σε πάει σε έναν γαμημένο τελικό Τσάμπιονς Λιγκ.” Και τον πήγε.

 

Του Χενκ του άρεσε πάντα η Ελλάδα, λεφτά έχει βγάλει και το Λικαμπέτους το θυμάται με νοσταλγία. Θα ήταν, πράγματι, μια χρυσή ευκαιρία να επιστρέψει.

Πέρασαν χρόνια από τότε και παίκτες του Παναθηναϊκού που εκείνη την εποχή ήταν οι πρώτοι που έβγαιναν στην αναφορά “παραπονούμενοι”, σήμερα τον δικαιώνουν -εύλογο, μιας και στα χέρια του Τεν Κάτε ακόμη και το ανέμελο άτι Άντε Ρουκάβινα, παραλίγο να γίνει παίκτης κανονικός. Άλλοι θυμούνται την ανάλυση, στο πιάτο, κάθε αντίπαλης ομάδας. Άλλοι ότι τότε είχαν κάνει την καλύτερη προπόνηση της ζωής του. Άλλοι ότι κατανόησαν για πρώτη φορά τι σημαίνει τακτική. Ενδιαφέρον, δε, θα έχει και η άποψη του Κώστα του Κατσουράνη, ο οποίος, μέχρι την απόλυση του Τεν Κάτε, είχε κάνει την πιο παραγωγική χρονιά της καριέρας του. Αλλά το θέμα το είχε συνοψίσει θαυμάσια εκείνη την εποχή ο Κάρπετ σε άρθρο με τον εύγλωττο τίτλο “Τα είχα όλα μια φορά…”.

Ο φετινός Παναθηναϊκός, εν μέσω πανδημίας -με το μπάτζετ για τη νέα χρονιά, όταν και αν αυτή υπάρξει, να έχει ήδη εξαερωθεί-, έχει μια χρυσή ευκαιρία. Οι ταλαντούχοι, νεαροί παίκτες του να γίνουν μια σπουδαία ομάδα. Ομάδα για πολλά χρόνια. Για κάτι τέτοιο χρειάζεται ένα πραγματικός δάσκαλος. Μέχρι πρότινος ο Τεν Κάτε ήταν ελεύθερος, ώσπου να υπογράψει εκ νέου σε ομάδα της αραπιάς (από το {ο άραψ, του άραβος} για να προλάβουμε τους πολιτικά ορθούς). Του Χενκ του άρεσε πάντα η Ελλάδα, λεφτά έχει βγάλει και το Λικαμπέτους το θυμάται με νοσταλγία. Θα ήταν, πράγματι, μια χρυσή ευκαιρία. Γιατί, διαφορετικά, ως organistas θα υποφέρουμε με πρωτοσέλιδα εικονικής πραγματικότητας όπως αυτό.

Θα ήταν, πράγματι, μια χρυσή ευκαιρία να έρθει ξανά ο Τεν Κάτε στον Παναθηναϊκό.

Στην πραγματική πραγματικότητα, στο μεταξύ, είδαμε τον πιο ταλαντούχο από τους νέους, τον Μπουζούκη, να χαραμίζεται μια ολόκληρη χρονιά ως εξτρέμ. Είδαμε τον Περέα να μπαινοβγαίνει στην ομάδα με περιοδικότητα κομήτη για κάποιους ακατανόητους λόγους “συμμόρφωσης”. Είδαμε εξαγγελίες ότι θα στηριχθούν οι παίκτες από την ακαδημία -γι’αυτό δεν έφυγε κι ο Ντάμπι εξάλλου;- και τους παίκτες αυτούς τους βλέπαμε σαν τους διαβάτες ένας κρύο, χειμωνιάτικο βράδυ στο Διδυμότειχο -αραιά και που. Είδαμε, φυσικά, τον Χρήστο, το γιο του Γιώργου, μπετόν αρμέ στην εντεκάδα. Και δεν είδαμε καμία ουσιαστική βελτίωση σε άτομα και ομάδα. Αντιθέτως, είδαμε ομορφιές σαν αυτήν εδώ.

Τα γραπτά, δυστυχώς, μένουν.

Φεύγοντας ο Τεν Κάτε άφησε, ως παρακαταθήκη, μια σπουδαία συνέντευξή του στην Καθημερινή, απ’ όπου και το ακόλουθο, πολύ χαρακτηριστικό, για την νεοελληνική psyche: “Οι Έλληνες θέλετε  την εξουσία, αλλά απεχθάνεστε την ευθύνη που απορρέει από αυτή”.  Και κάπως έτσι, μια ωραία πρωία, μια “πράσινη καρδιά” που στην πραγματικότητα είναι χοληδόχος κύστη, κάνει μια ομάδα μπουρδέλο. Ακολουθεί ντοκουμέντο.

Τι είχε πει ο μπαμπάς για το μέλλον του γιου.

Αυτές οι δηλώσεις γίνονται στις 2 Φεβρουαρίου. Ένα μήνα μετά, ο ίδιος άνθρωπος επαναφέρει το θέμα ως δήθεν τελεσίγραφο από τη διοίκηση. Ο κύριος Γιάννης, τον οποίο, ως organistas, ειλικρινά εκτιμούμε, το έχει κάνει άλλες δύο φορές στο παρελθόν: Απέλυσε τον “αρχιτέκτονα”, για να δώσει τα  κλειδιά στον “εργολάβο”. Καλό είναι αυτά να μη γίνονται. Ο καταλανός φαίνεται ότι είναι σοβαρό πρόσωπο, με το εργασιακό ethos που έχουν σε εκείνα τα μέρη.

 

Και να οι συνεντεύξεις και να τα instagram live και να ο Χρήστος, ο γιος του Γιώργου, να εξετάζει «ενδιαφέρον από το εξωτερικό».

Όταν συνεδρίασε, πρόσφατα, η ολομέλεια των organistas -μέσω τηλεδιάσκεψης, φυσικά- προβληματιστήκαμε, είναι η αλήθεια, για την παρέμβασή μας εν μέσω πανδημίας. Από την άλλη, βλέπαμε ότι το «Δωνητεχνείο» -εκ του «Ντεμοτεχνείο», ο φημολογούμενος επικοινωνιακός μηχανισμός του Ντέμη του Νικολαΐδη- λειτουργούσε σε φουλ ρυθμούς. Και να οι συνεντεύξεις και να τα instagram live και να ο Χρήστος, ο γιος του Γιώργου, να εξετάζει «ενδιαφέρον από το εξωτερικό», να «χτυπάει την πόρτα της Εθνικής» και άλλα ιλαρά, όπως το value for money πρωτοσέλιδο παρακάτω.

O Χρήστος, ο γιος του Γιώργου, που ήταν για… πολλά.

Κατά σύμπτωση κυκλοφόρησε, όπως μας πληροφορεί η φυλλάς στο εορτολόγιο, στο επάνω μέρος, ανήμερα του “Αγίου Αφρικανού”. Αυτά, ούτε στο Τζιμπουτί -συγγνώμη Τζιμπουτί.

*Ναι, ο τίτλος είναι αναφορά στο “Τη Νύχτα που έφυγε ο Μπούκοβι” του Χαριτόπουλου. Λίγο η πένα του, λίγο τα λυρικά “μη φεύγεις πατέρα μας!” που γράφει και κάπως έτσι κυλά κι άλλο νερό στο μύλο του φαντασιακού ενός αυτοαποκαλούμενου “θρύλου”. Σαν τον “Μίλτο”, τη μαγκιά του Πειραιά, που τον έπαιζε ο αείμνηστος Γιώργος Φούντας, πανάθα μέχρι το κόκκαλο, και την “Στέλλα”, τη Μερκούρη, αθηναία γκάγκαρη. Μια ζωή με ξένα κόλλυβα.

 

Διαβάστε ακόμα: Διονύσης Χαριτόπουλος, «Τη νύχτα που έφυγε ο Μπούκοβι».

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top