Ο Αντρέι Κούρκοφ περιγράφει στον Economist την αναγκαστική φυγή του από το Κίεβο λόγω του πολέμου (Φωτογραφία: ft.com).

Στο εξαιρετικό μυθιστόρημά του Ο τελευταίος έρωτας ενός Ουκρανού προέδρου (εκδ. Καστανιώτη), ο επιφανέστερος συγγραφέας της Ουκρανίας, Αντρέι Κούρκοφ χρησιμοποιεί την ανελέητη σάτιρα για να καταδείξει τη δύναμη των εξουσιαστικών μηχανισμών.

Γραμμένος το 2004 ο… πολυσέλιδος έρωτας του Μπούνιν (έτσι ονομάζεται ο κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος, επέχει τη θέση προφητείας. Γράφτηκε πριν από την «Πορτοκαλί Επανάσταση» της Ουκρανίας, τις φήμες ότι κάποιοι προσπάθησαν να δηλητηριάσουν  τον τρίτο πρόεδρο της χώρας  Βίκτορ Αντρίγιοβιτς Γιούστσενκο, τη δολοφονία του πράκτορα Αλεξάντρ Λιντβινένκο και φυσικά τις δραματικές στιγμές που περνούσε η Ουκρανία με τις αποσχιστικές τάσεις των φιλορώσων και την Κριμαία να φλέγεται από άκρου εις άκρον.

Η τέχνη προηγείται αυτών που καταδεικνύει η ζωή; Ο Κούρκοφ, αυτές τις μέρες, έζησε στο πετσί του, όπως και εκατομμύρια συμπατριώτες του τον ξεριζωμό από την πατρίδα του. Εδώ, φυσικά, το δράμα υπερέχει της σάτιρας.

Είχα μια ανήσυχη νύχτα. Κάθε φορά που ξυπνούσα, κοιτούσα το τηλέφωνο που είχα δίπλα στο μαξιλάρι.

Ο Κούρκοφ κατέγραψε στον Economist το χρονικό της δικής του αντίδρασης μετά την εισβολή των Ρώσων, τη διαφυγή του από το Κίεβο, καθώς και την προσπάθειά του να βρει ένα ασφαλές καταφύγιο αρχικά στο χωριό Λαζαρίβκα και στη συνέχεια στο Λβιβ, κοντά στα σύνορα με την Πολωνία.

«Πέρασα το βράδυ της Πέμπτης, το τελευταίο μου στο Κίεβο, στο σπίτι της φίλης μου της Λίλι. Tην προηγούμενη φορά είχε έρθει εκείνη σε εμάς. Κατά κάποιον τρόπο, το να έχεις έναν μουσαφίρη σού δίνει μια αίσθηση ασφάλειας. Μόλις φτάσαμε με τη γυναίκα μου, η Λίλι μας έδειξε πού θα πηγαίναμε αν ξεκινούσαν οι βομβαρδισμοί: ένα υπόγειο γκαράζ στο διπλανό κτήριο, το οποίο θα άνοιγε ένας φύλακας αν ηχούσαν οι σειρήνες. Μερικοί άνθρωποι ήταν ήδη εκεί περιμένοντας – μια νεαρή μητέρα με ένα κοιμισμένο μωρό στην αγκαλιά και κάποιες νεανικές παρέες μαζί με τις γάτες τους.

»Ανεβήκαμε στο διαμέρισμα της Λίλι, βάλαμε τα τηλέφωνα και τους υπολογιστές να φορτίσουν και φτιάξαμε τσάι. Αναρωτιόμασταν αν το Κίεβο πρόσφερε ασφάλεια επειδή είχε τόσες πρεσβείες, ή ήταν επικίνδυνο επειδή είχε τόσο πολλά κυβερνητικά κτήρια. Μιλήσαμε για την κατάσταση, για το γεγονός ότι η φίλη μας δεν είχε κλειδαριά στην πόρτα της τουαλέτας, για τα εκατοντάδες μηνύματα που λαμβάναμε συνεχώς από εκείνους που ανησυχούσαν για εμάς. (Απάντησα “είμαστε εντάξει” ξανά και ξανά.) Όλο αυτό το διάστημα είχα τον νου μου μήπως ακουστούν σειρήνες ή εκρήξεις, ωστόσο επικρατούσε ησυχία. Η Λίλι μας έβαλε σπιτικό τζιν και ξαφνικά κατάλαβα ότι έπρεπε να πάω για ύπνο. Είχα την αίσθηση ότι τίποτα δεν θα με ξυπνούσε. Ούτε καν ο Πούτιν!

Περπατήσαμε προς το διαμέρισμά μας μέσα στην έρημη πόλη, όπου το μόνο που ακουγόταν ήταν οι σειρήνες.

»Στην πραγματικότητα είχα μια ανήσυχη νύχτα. Κάθε φορά που ξυπνούσα, κοιτούσα το τηλέφωνο που είχα δίπλα στο μαξιλάρι και αναρωτιόμουν αν έπρεπε να διαβάσω τα πρωτοσέλιδα. Κατάφερα να καταστείλω την παρόρμησή μου για ενημέρωση και κοιμήθηκα μέχρι τις έξι το πρωί. Όταν ξύπνησα, οι μάχες μαίνονταν μόλις δεκαπέντε χιλιόμετρα μακριά. Αποφασίσαμε να πάμε σπίτι, να πακετάρουμε και να φύγουμε για το εξοχικό μας. Λίγο αργότερα ακούστηκε μια σειρήνα, η οποία υποθέσαμε ότι ήταν το σήμα για το τέλος της απαγόρευσης κυκλοφορίας (στην πραγματικότητα ήταν μια προειδοποίηση αεροπορικής επιδρομής, αλλά δεν το γνωρίζαμε). Περπατήσαμε προς το διαμέρισμά μας μέσα στην έρημη πόλη, όπου το μόνο που ακουγόταν ήταν οι σειρήνες.

»Προσπαθήσαμε να σκεφτούμε τι έπρεπε να πάρουμε μαζί μας. Έβαλα σχεδόν όλο το φαγητό από το ψυγείο και τον καταψύκτη σε σακούλες. Η γυναίκα μου ετοίμασε τα έγγραφά μας. Ξέραμε ότι έπρεπε να πάρουμε τους υπολογιστές και τους φορτιστές μας. Αναρωτιόμουν συνεχώς τι ξέχασα. Μόνο όταν είχαμε φτάσει πια στα μισά της διαδρομής για το χωριό συνειδητοποίησα ότι δεν είχα πάρει κάλτσες, εσώρουχα και το νεσεσέρ.

»Μόλις μπήκαμε στο αυτοκίνητο, η γυναίκα μου τηλεφώνησε στη φίλη της τη Λένα και τη ρώτησε αν ήθελαν, αυτή και ο εικοσιπεντάχρονος γιος της Ντέιβιντ, που έχει αυτισμό και περπατάει αργά, να έρθουν μαζί μας στο χωριό. Η Λένα χρειάστηκε λίγα λεπτά για να αποφασίσει. Μέχρι να μιλήσουμε πάλι στο τηλέφωνο, είχαμε ήδη κολλήσει στην κίνηση. Μας ρώτησε αν μπορούσαμε να τους πάρουμε μαζί μας.

To νέο βιβλίο του Αντρέι Κούρκοφ «Γκρίζες Μέλισσες» αναμένεται να κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Καστανιώτη.

»Όλοι οι δρόμοι που οδηγούσαν στην κύρια έξοδο ήταν φρακαρισμένοι με ουρές αυτοκινήτων. Αν έκανα παράκαμψη για να πάρω τη Λένα, δεν θα τα καταφέρναμε να βγούμε από την πόλη. Θα έπρεπε να βρουν τρόπο να φτάσουν στο αυτοκίνητό μας πριν ανοίξει πάλι η κίνηση.

»Μισή ώρα αργότερα τους είδα στην άκρη του δρόμου και φώναξα ανοίγοντας το παράθυρο: “Πού είναι ο Ντέιβιντ;” Η Λένα έδειξε το πεζοδρόμιο, όπου στεκόταν ο Ντέιβιντ κουβαλώντας μια μεγάλη μαύρη βαλίτσα. Τον φώναξε και μπήκαν και οι δύο στο αυτοκίνητο.

»Συνήθως χρειάζεται μία ώρα μέχρι το χωριό, το οποίο απέχει εκατό χιλιόμετρα από το Κίεβο. Την Παρασκευή μάς πήρε τεσσεράμισι ώρες μέχρι να φτάσουμε. Τα αυτοκίνητα έκαναν επικίνδυνους ελιγμούς. Οι οδηγοί ήταν σαφώς εξαντλημένοι. Αν δεν υπήρχε μποτιλιάρισμα, τα δυστυχήματα θα ήταν πολλά. Μερικοί ανυπομονούσαν τόσο να βρουν διέξοδο, που έπαιρναν λάθος κατεύθυνση και ακολουθούσαν την άδεια λωρίδα κυκλοφορίας που οδηγούσε στο Κίεβο, με τα φώτα έκτακτης ανάγκης αναμμένα. Κάθε τόσο τους προσπερνούσαν τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού, φορτηγά και τανκς. Μέτρησα πέντε αυτοκίνητα εγκαταλειμμένα μετά από μια σύγκρουση στη μέση του δρόμου.

Αν και όλοι μας διασκορπιζόμαστε σε διαφορετικές κατευθύνσεις, αυτή είναι μια καθοριστική στιγμή για την Ουκρανία.

»Το δάσος απλωνόταν και στις δύο πλευρές του δρόμου, όπου περιστασιακά υπήρχαν στοιβαγμένα σακιά με άμμο που πίσω τους έκρυβαν οπλισμένους στρατιώτες. Κάθε δέκα λεπτά ακούγαμε στο ραδιόφωνο ανακοινώσεις που ζητούσαν από τον κόσμο να μην ποστάρει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης φωτογραφίες των ουκρανικών αμυντικών θέσεων. Όταν κάποια στιγμή που περνούσαν από δίπλα μας μερικά στρατιωτικά “Humvee” πήγα να πιάσω το κινητό μου, η γυναίκα μου με αγριοκοίταξε. “Δεν είναι για το facebook”, απολογήθηκα.

»Αν και όλοι μας διασκορπιζόμαστε σε διαφορετικές κατευθύνσεις, αυτή είναι μια καθοριστική στιγμή για την Ουκρανία. Γίνομαι όλο και πιο περήφανος κάθε φορά που ακούω τα νέα –την εξαιρετική στρατηγική, τη γενναιότητα– αν και φυσικά ακούμε μόνο τη μία πλευρά της ιστορίας. Δεν νομίζω ότι η Ουκρανία είναι έτοιμη να συνθηκολογήσει. Το οποίο είναι τραγικό. Και την ίδια στιγμή καλό.

»Όταν φτάσαμε στο χωριό μας, τη Λαζαρίβκα, ένιωσα μια ανακούφιση. Το σπίτι μας υπήρξε το καταφύγιό μας όλα αυτά τα χρόνια. Ήμασταν έτοιμοι να μετακομίσουμε εκεί κατά τη διάρκεια της αναμέτρησης με τη Ρωσία, το 2014. Περάσαμε το μεγαλύτερο μέρος του πρώτου έτους της πανδημίας εκεί, απολαμβάνοντας κάθε φάση της άνοιξης, φυτεύοντας πατάτες, κρεμμύδια, σκόρδα και καρότα, μαζεύοντας μήλα και κάνοντας χυμό σταφυλιού. Έγραψα ένα μυθιστόρημα εκεί για τον εμφύλιο πόλεμο στο Κίεβο το 1919. Κατά τη διάρκεια αυτού του χειμώνα διατηρήσαμε τη θέρμανση σε λειτουργία, σε περίπτωση που έπρεπε να επιστρέψουμε. Το ρωσικό αέριο είναι ακριβό (€200 το μήνα), αλλά δεν με ένοιαζαν τα χρήματα.

»Έδειξα στη Λένα και τον Ντέιβιντ το δωμάτιό τους και έφτιαξα καφέ. Αρχίσαμε να βολευόμαστε. Πήγα τα τρόφιμα στους γείτονές μας, τη Νίνα και τον Τόλικ, και μίλησα μαζί τους πριν επιστρέψω σπίτι για να γράψω. Τότε ένας φίλος, ένας καλά δικτυωμένος επιχειρηματίας, μου τηλεφώνησε από το Κίεβο.

Tα ερείπια από τους βομβαρδισμούς είναι αψευδής μάρτυρας της βαρβαρότητας του πολέμου (Φωτογραφία: breakinglatest.news).

Ενας φίλος μου είπε ότι οι Ρώσοι θα καταλάβουν το Κίεβο τις επόμενες ενενήντα ώρες και στη συνέχεια θα συλλάβουν όλους όσοι επέκριναν τον Πούτιν.

»“Πού είσαι;” με ρώτησε ανήσυχος. Του εξήγησα. “Φύγε αμέσως!” μου είπε. “Μου είπαν οι Αμερικανοί ότι ο ρωσικός στρατός θα καταλάβει το Κίεβο τις επόμενες ενενήντα ώρες και στη συνέχεια θα συλλάβουν όλους όσοι επέκριναν τον Πούτιν. Έχουν ήδη λίστες με όλους τους φιλοουκρανούς ακτιβιστές, με διευθύνσεις!”

»Δεν τον πίστεψα, αλλά ούτε και ήθελα να το ρισκάρω. Αποφασίσαμε να φύγουμε για το Λβιβ, εκεί όπου βρίσκονταν τα παιδιά μας. Η Λένα και ο Ντέιβιντ δεν ήθελαν να μείνουν στο χωριό χωρίς εμάς, οπότε όλοι μαζί ξαναμπήκαμε στο αυτοκίνητο (πολύ αργότερα θυμηθήκαμε τη γάτα της Λένας, που την είχαμε ξεχάσει στο διαμέρισμά της στο Κίεβο).

»Μας πήρε είκοσι δύο ώρες για να φτάσουμε στο Λβιβ, ένα ταξίδι διάρκειας έξι ωρών. Δεν είχαμε και πολλά πράγματα μαζί μας αυτή τη φορά. Η γυναίκα μου είχε δώσει το κατεψυγμένο κρέας και τα ψάρια στη Νίνα και τον Τόλικ. Η Νίνα έκλαψε και αγκάλιασε τη γυναίκα μου. Ο Τόλικ, ο οποίος είναι εβδομήντα ετών, φαινόταν χλομός και αποπροσανατολισμένος. Αυτή τη φορά έκλεισα τη θέρμανση καθώς έφευγα. Κανείς δεν θα επιστρέψει εδώ για πολύ μεγάλο διάστημα».

Το νέο βιβλίο του Αντρέι Κούρκοφ Γκρίζες μέλισσες, που θα κυκλοφορήσει τον Μάρτιο στα ελληνικά σε μετάφραση του Δημήτρη Β. Τριανταφυλλίδη, φωτίζει εκ των έσω το παρασκήνιο ενός προαναγγελθέντος πολέμου. Πρόκειται για το τελευταίο από τα πολλά εξαιρετικά βιβλία ενός από τους πιο παραγωγικούς συγγραφείς της Ουκρανίας που προτιμά να γράφει στα ρωσικά.

Οι Γκρίζες μέλισσες αφηγούνται την ιστορία ενός μελισσοκόμου που ζει στην «γκρίζα ζώνη» του κατεχόμενου Ντονμπάς της ανατολικής Ουκρανίας. Το χωριό του έχει διαλυθεί από τους βομβαρδισμούς και ο ήρωας του βιβλίου επιχειρεί να βγει από τη δική του γκρίζα ζώνη με μόνη του έγνοια τις κυψέλες του. Καθώς πλησιάζει η άνοιξη, ξέρει ότι πρέπει να τις απομακρύνει από την περιοχή, με αποτέλεσμα να βρεθεί σε μια αδιέξοδη κατάσταση μεταξύ των δύο αντιμαχόμενων πλευρών.

 

Διαβάστε ακόμα: Ο ιαλουρονικός Τσάρος του ξανθού γένους.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top