Προτού ασχοληθεί με την κεραμική, η Diane Alexandre έχει κάνει δημιουργικές σπουδές, αρχικά στη σύγχρονη φιλολογία και στη συνέχεια στη γραφιστική και την ιστορία της τέχνης στην École Nationale Supérieure des Arts Décoratifs στο Παρίσι. Ακόμα, απέκτησε μεταπτυχιακό στην επικοινωνία, στις Sciences Politiques στο Παρίσι. Ως γραφίστρια, έχει εργαστεί σε διάσημες εταιρείες σχεδιασμού και διαφήμισης όπως οι H5, Publicis Royalties, Posternak & Margerit, Obo Global, Hub Id, Auditoire. Μεταξύ των πελατών της συγκαταλέγονται το Facebook, η Shiseido, η L’Oréal και ο Pierre Katz, με τον οποίο συνεργάστηκε για την θρυλική Hermès. Παθιασμένη με τη μουσική, επιβλέπει την καλλιτεχνική διεύθυνση του γαλλικού label ηλεκτρονικής μουσικής Missive.
Η Diane είναι μια λεπταίσθητη και γνησίως δημιουργική γυναίκα. Η δημιουργικότητα, το ξέρουμε καλά. είναι αυτή που κάνει έναν άνθρωπο να ξεχωρίζει, νοηματοδοτώντας την ίδια την ύπαρξή του. Μέσω της μαγικής λειτουργίας της φτιάχνουμε νέα πράγματα, δημιουργούμε ιδέες, εκφράζουμε τη δική μας προοπτική. To Bombay Sapphire Gin με motto το «stir creativity» φιλοδοξεί να εμπνεύσει τη δημιουργικότητα. Είναι μια σύνθεση εκλεκτικών αρωμάτων τόσο ευέλικτη, που προσφέρεται για διαρκή πειραματισμό και δημιουργική έκφραση. Έτσι, συναντήσαμε τη Diane για ένα δημιουργικό απεριτίφ με Bombay στο εργαστήριο Κεραμικής Sektor 30 στον Νέο Κόσμο. Εκεί, μας έδειξε την πρόσφατη δουλειά της, γλυπτά σε πηλό και πορσελάνη, αναλύοντας το κάθε αντικείμενο με οξυδέρκεια και ποιητική διάθεση.
– Σας αρέσει να εξετάζετε τα πράγματα σε βάθος.
Ναι, είναι στον χαρακτήρα μου. Μου αρέσει καταρχήν να ρεμβάζω, προσεγγίζοντας τα πράγματα επιφανειακά, αλλά αν έχω κάτι να εκφράσω, θα πρέπει να είμαι πολύ ακριβοδίκαιη, και αυτό θέλει χρόνο, πρέπει να ακούσεις και να κοιτάξεις, να εμβαθύνεις και να μην ικανοποιείσαι με τη γρήγορη απάντηση. Έτσι ήταν η εκπαίδευσή μου στη σχολή καλών τεχνών, στις διακοσμητικές τέχνες, όπου σπούδασα γραφιστική. Πάντα ήθελα να ακολουθήσω τον πιο εύκολο δρόμο, αλλά είχα έναν πολύ καλό δάσκαλο που μου έλεγε: μόλις βρεις την εύκολη απάντηση, ψάξε για πέντε, έξι, δέκα άλλες λιγότερο εύκολες απαντήσεις, ψάξε πάντα παραπέρα, γιατί το προφανές δεν είναι ποτέ αυτό που είναι πολύ ενδιαφέρον. Πρέπει πάντα να ξύνεις την επιφάνεια, για να πας πάντα πιο κάτω…
– Ακριβοδίκαιο: πιο πολύ ακρίβεια ή δικαιοσύνη;
Ακρίβεια. Επειδή δεν αισθάνομαι ότι υπάρχει δικαιοσύνη, ό,τι κι αν συμβεί. Από την άλλη πλευρά, το να είμαι ακριβοδίκαιη είναι κάτι που προσπαθώ να κάνω στη δουλειά μου, αλλά και στις σχέσεις μου με τους άλλους. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο εργάζομαι αυτή τη στιγμή πάνω στον Μινώταυρο και τον Κέρυλο, που είναι δύο αντιθετικά μυθολογικά πρόσωπα.
– Τι διακρίνετε σ’ αυτά τα δύο μυθολογικά πρόσωπα;
Ο Μινώταυρος είναι φυλακισμένος στον ίδιο του τον λαβύρινθο για να μην αποδράσει ποτέ, και ο Κέρυλος είναι ένα πουλί τόσο ελεύθερο, που μπορεί να αγαπήσει στην κορυφή των κυμάτων. Είναι λοιπόν αυτή η διχοτόμηση που όλοι έχουμε, για να απελευθερωθούμε από τον λαβύρινθο και να φτάσουμε στην ελευθερία. Αυτό είναι και το σωστό, νομίζω, να βρίσκεσαι διαρκώς σε σύγκρουση μεταξύ του δικού σου Μινώταυρου και του δικού σου Κέρυλου και να αναζητάς τη μέση οδό. Δηλαδή, να αποδεχτούμε τις δύο όψεις της προσωπικότητάς μας και να αποδεχτούμε, επίσης, αυτές τις όψεις σε όλους τους ανθρώπους που συναντάμε.
– Ο Κέρυλος είναι μυθικός χαρακτήρας γνωστός στη Γαλλία, αλλά όχι στην Ελλάδα.
Θα έλεγα ότι είναι πιο γνωστός στη Γαλλία χάρη στη Villa Kerylos στη γαλλική ριβιέρα. Αλλά για εμένα είναι μια ιστορία που μου είπε η μητέρα μου όταν ήμουν μικρή και γι’ αυτό την κράτησα. Η μητέρα μου ήταν ελληνίστρια, την έλκυε πολύ η Ελλάδα, είχε ταξιδέψει όταν ήταν νεότερη στις Κυκλάδες και πάντα μας μιλούσε στην αδελφή μου και σε μένα για την Ιλιάδα και την Οδύσσεια αντί για παιδικά παραμύθια. Μεγάλωσα λοιπόν με τη μυθολογία, γι’ αυτό και είναι τόσο παρούσα στη δουλειά μου σήμερα. Ο Κέρυλος, για μένα, ήταν η κατάσταση του ανέφικτου, ήταν ο στόχος, ήταν η επίτευξη της ελαφρότητας. Ήμουν πάντα ένα μάλλον λιγομίλητο παιδί, αλλά στην πραγματικότητα ο στόχος μου ήταν να επιτύχω αυτή την ελευθερία. Έτσι κράτησα αυτό το μυθικό ζώο ως παράδειγμα προς μίμηση.
– Δουλεύοντας την κεραμική δημιουργία, προσπαθούμε να προσεγγίσουμε αυτό το πνεύμα της ελαφρότητας μέσα από ένα υλικό, θα έλεγα, πολύ γήινο.
Απρόβλεπτο. Είναι ένα υλικό απρόβλεπτο, ο πηλός. Η εργασία με πηλό δεν μοιάζει καθόλου με την εργασία με ακουαρέλα ή με μολύβι. Είναι ένα ζωντανό υλικό, το οποίο έχει ακριβείς χρόνους. Δεν πρέπει να στεγνώνει πολύ γρήγορα, αλλιώς σπάει· πρέπει να ψήνεται σε καλή θερμοκρασία, αλλιώς σπάει. Είναι ένα πολύ αισθησιακό, αλλά πολύ ιδιότροπο υλικό. Πρέπει να είστε σε θέση να εισέλθετε πλήρως στην υλικότητά του. Το σπουδαίο είναι ότι αντιμετωπίζοντας την ύλη και τη δυσκολία της ύλης, τελικά γίνεστε ελαφρύτεροι. Έτσι, υπάρχει ένα είδος εργασίας διαλογισμού που λαμβάνει χώρα και όσο περισσότερο το σώμα μου μπαίνει σε αντίσταση με το υλικό, τόσο περισσότερο το πνεύμα μου απελευθερώνεται.
– Πώς εργάζεστε; Στον τροχό, με βρεγμένα χέρια…
Δεν δουλεύω στον τροχό. Είναι μια αξιοθαύμαστη τεχνική, πολύ όμορφη, αλλά πολύ δύσκολη. Εργάζομαι με αυτό που ονομάζεται handbuilt (χειροποίητο ή χειρωναξία), με διάφορες τεχνικές, ανάλογα με το αντικείμενο που έχω κατά νου. Μπορώ να δημιουργήσω μεγάλες πλάκες, όπως φύλλα ή slabs, και στη συνέχεια να τις κάνω να πάρουν σχήματα και να τις συναρμολογήσω όταν θα είναι λίγο πιο άκαμπτες, ή μπορώ απλά να δουλέψω με την τεχνική που είναι γνωστή ως colombins, δηλαδή διαδοχικοί δακτύλιοι πηλού που ενώνουμε μεταξύ τους για να αποκτήσουμε τελικά ένα σχήμα. Αυτή είναι η τεχνική που προτιμώ, γιατί μου αρέσει η οργανική πλευρά ενός σχήματος.
– Ποια είναι η διαφορά με τον τροχό;
Ο τροχός επιτρέπει την κατασκευή πολύ κανονικών πραγμάτων, και στην πραγματικότητα, για μένα, η τελειότητα του αντικειμένου με αποσυνδέει συναισθηματικά από αυτό. Μου αρέσει να αισθάνομαι το χέρι, μου αρέσει να αισθάνομαι και το λάθος, μου αρέσει να βλέπω ότι σε ένα σημείο μπορεί να έχω μια δυσκολία. Θέλω λοιπόν το αντικείμενό μου να τα κρατήσει όλα αυτά.
– Η κεραμική είναι μια τέχνη που έχει παράδοση χιλιάδων ετών, και ειδικά στην Ελλάδα. Πώς προσεγγίσατε την κεραμική, τι σας εμπνέει;
Είχα ήδη εξοικειωθεί με την κεραμική όταν σαν παιδί πήγα στα εργαστήρια στο Carrousel du Louvre για να φτιάξω κεραμικά. Μου άρεσε πολύ, και αργότερα, στις καλλιτεχνικές μου σπουδές, έκανα ζωντανά μοντέλα, δηλαδή γυμνά, επίσης με πηλό, και στη συνέχεια έμαθα την τεχνική του καλουπώματος με γύψο. Αυτές ήταν βέβαια πολύ διαφορετικές τεχνικές από αυτές που χρησιμοποιώ τώρα.
– Στη συνέχεια τι κάνατε;
Κατόπιν, υπήρξα καλλιτέχνης που δούλευε σε δύο διαστάσεις, έκανα γραφιστική, σχέδια, ακουαρέλες, αλλά άρχισα να εξασκούμαι στις τρεις διαστάσεις κατά τη διάρκεια μιας καλλιτεχνικής διαμονής στην Τοσκάνη, στη Villa Lena. Εκεί υποτίθεται ότι θα έγραφα και θα εικονογραφούσα ένα βιβλίο για τον έρωτα, και μου δόθηκε ως προσωπικός χώρος το εργαστήριο κεραμικής. Και καθώς είχα κολλήσει στη συγγραφή μου, αποφάσισα να “πλάσω” τους χαρακτήρες της ιστορίας μου για να μπορώ να τους κοιτάζω και να μπορώ να έρθω σε επαφή μαζί τους. Και κάθε μέρα υπήρχε μια άλλη καλλιτέχνις, μια Ισραηλινή, μια ηθοποιός, η Κάρεν, που ερχόταν να μου φέρει ένα φλιτζάνι τσάι το πρωί και είχε μαζί της το μωρό της. Και έτσι κάθε πρωί έφτιαχνα μια μικρή κουκουβάγια για να τη δώσω στο μωρό, και όταν το έκανα αυτό κάθε πρωί, συχνά σκεφτόμουν κάποιον που αγαπούσα, ήταν σαν μια μικρή σιωπηλή προσευχή.
– Υποθέτω μαζεύτηκαν πολλά αντικείμενα.
Αυτό το αντικείμενο έγινε ένα μικρό σμήνος. Εγινε ένα μικρό τάμα. Και συνειδητοποίησα ότι αυτό το μικρό τάμα, τη στιγμή που το έκανα, με έκανε πολύ ευτυχισμένη, είχα ένα αίσθημα ειρήνης. Και έτσι όταν επέστρεψα στην Αθήνα, είπα στον εαυτό μου, θέλω οπωσδήποτε να συνεχίσω αυτό το συναίσθημα, και τότε άρχισα να δουλεύω μόνη μου στο σπίτι και χωρίς καμία εκπαίδευση – δεν πήρα ποτέ μαθήματα, είμαι εντελώς αυτοδίδακτη σε αυτό – αλλά ήθελα να μείνω σε αυτό το συναίσθημα και να σκέφτομαι τους ανθρώπους που αγαπούσα, να βιώνω ένα είδος τελετουργίας. Δεν είμαι θρησκευόμενη, αλλά πιστεύω ειλικρινά στην πνευματικότητα, στη σκέψη για τους άλλους, και έτσι ξεκίνησα τα πρώτα μου βήματα με την κεραμική. Η δεύτερη ερώτηση σας ήταν τι με εμπνέει.
– Ακριβώς, τι σας δίνει έμπνευση;
Είναι αλήθεια ότι η Ελλάδα έχει μια παράδοση χιλιάδων ετών στην αγγειοπλαστική, και πριν από την αγγειοπλαστική θα έλεγα στη γλυπτική, καθώς και στην τελετουργική γλυπτική. Ερχόμενη στην Ελλάδα εμπνεύστηκα πολύ έντονα από την κυκλαδική τέχνη, προφανώς, από την καθαρότητα των μορφών και την αυστηρότητα των γραμμών, αλλά και την παιδικότητα, κατά κάποιον τρόπο. Υπήρχε κάτι πολύ τρυφερό και συγκινητικό για μένα σε αυτές τις μορφές, οι οποίες στην πραγματικότητα είναι εξαιρετικά δύσκολο να αναπαραχθούν.
– Ενώ τα εδώλια φαίνονται εκ πρώτης όψεως απλά.
Πραγματικά έχει κανείς την εντύπωση ότι όλο το λεξιλόγιο των μορφών που συγκροτείται από την κεραμική, αλλά στη συνέχεια από τη μαρμάρινη παράδοση στα κυκλαδικά αγαλματίδια είναι απλό, αλλά στην πραγματικότητα είναι απείρως πολύπλοκο. Δεν είναι εύκολο να αναπαραχθεί ένα αντικείμενο που μπορεί να δει κανείς στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης. Είναι κάτι που απαιτεί μεγάλη άσκηση για το μάτι, αλλά και πολύ βαθιά εμβάθυνση στην ιστορία αυτών των αντικειμένων, αναδρομή σε πολύ αρχαίες πηγές, και εκτενή τεκμηρίωση προκειμένου να κάνει κανείς το μάτι και την καρδιά δεκτικές στην αισθητική της εποχής. Έτσι, αυτά τα αντικείμενα μου δίνουν μεγάλη τρυφερότητα όταν τα κοιτάζω. Δεν τα κοιτάζω με μάτι απόμακρο. Είναι για μένα μια μαρτυρία μιας ανθρωπότητας, με την οποία αισθάνομαι πολύ πιο κοντά από τη σημερινή ανθρωπότητα, τελικά. Με κάνουν να αισθάνομαι λιγότερο μόνη.
– Ωστόσο, δεν είστε μόνη…
Όχι, δεν είμαι μόνη μου, είμαι τυχερή, έχω γνωρίσει πολλούς πολύ καλούς, πολύ αγαπητούς και πολύ ταλαντούχους φίλους, όλοι στον τομέα τους, και είμαι πολύ καλά περιτριγυρισμένη. Γι’ αυτό η Αθήνα είναι το σπίτι μου.
– Αλήθεια, πώς βρεθήκατε στην Αθήνα;
Προφανώς σαν καλή Γαλλίδα ακολούθησα τον έρωτα. Είχα μια πενταετή σχέση με έναν Έλληνα καλλιτέχνη, ο οποίος μου δίδαξε πολλά, και μετά, αφού χωρίσαμε, αποφάσισα να μείνω, γιατί εδώ αισθάνομαι σπίτι μου.
– Πρόκειται για μια πόλη πολύ διαφορετική από το Παρίσι.
Προέρχομαι από το Παρίσι, το οποίο λάτρεψα, έζησα στο Παρίσι για 32 χρόνια, και ήταν το σπίτι μου. Εκεί έζησα όλες τις “πρώτες μου φορές” και ήταν υπέροχα. Όταν έφυγα από το Παρίσι, έφυγα με ελαφριά καρδιά, γιατί ήταν μια δύσκολη περίοδος για την πόλη, υπήρχαν οι τρομοκρατικές επιθέσεις, υπήρχε το Μπατακλάν, υπήρχαν τα κίτρινα γιλέκα, υπήρχε η αρχή μιας βαριάς οικονομικής κρίσης και υπήρχε ένα κοινωνικό ρήγμα, το οποίο νιώσαμε πάρα πολύ, και έτσι στο Παρίσι τελείωσε το πάρτι και έγινε μια πόλη κατακερματισμένη. Τώρα έγινε πόλη για τους πολύ πλούσιους, νομίζω έχασε την προλεταριακή της ψυχή και έγινε λίγο πιο αποστειρωμένη, δεν ήταν πλέον μια πόλη για μένα.
– Στην Αθήνα τι βρήκατε;
Όταν έφτασα στην Αθήνα, μου άρεσε, γιατί διαπίστωσα ότι τα διαφορετικά κοινωνικοπολιτισμικά υπόβαθρα αναμειγνύονται περισσότερο, υπάρχει μεγαλύτερος συσχετισμός μεταξύ των διαφορετικών γενεών, των νέων και των λιγότερο νέων, οι άνθρωποι αισθάνονται περισσότερο ισότιμοι και υπάρχει λιγότερη περιφρόνηση. Είμαι ευαίσθητη στην τρυφερότητα που συναντώ εδώ. Και η γλώσσα επίσης, και η κουλτούρα. Θέλω να πω, είναι όλα ένα. Είναι ένα μείγμα. Μου αρέσει η Αθήνα επίσης επειδή είναι ένα μείγμα, αρχιτεκτονικό, πολιτιστικό. Εκπλήσσεσαι, ανακαλύπτεις.
– Και εδώ έχει όμως κρίση.
Παρά την κρίση, οι άνθρωποι ανοίγουν καταστήματα και εστιατόρια, προσπαθούν, είναι αεικίνητοι. Οι Έλληνες δεν περιμένουν για να αναλάβουν δράση, αυτό είναι που επίσης θαυμάζω πολύ στο ελληνικό πνεύμα. Και ξέρω ότι οι περισσότεροι Έλληνες που με ακούνε λένε “αλλά έχεις μια υπερβολικά θετική εικόνα και εμείς δεν το βλέπουμε αυτό”, εγώ όμως το βλέπω συχνά. Δεν βλέπω ανθρώπους να παραπονιούνται πάρα πολύ, βλέπω ανθρώπους να προσπαθούν, να στηρίζουν τις οικογένειές τους, να ξεκινούν επιχειρήσεις και να πιστεύουν στο μέλλον. Κάτι που έπαψα να αισθάνομαι για το Παρίσι.
– Ίσως φεύγοντας από το διχασμένο Παρίσι, εδώ βρεθήκατε στη καλή πλευρά του ρήγματος.
Ναι, βρέθηκα στη σωστή πλευρά… και μετά σκέφτομαι επίσης ότι όλα είναι προβολή, αν βρήκα το Παρίσι διχασμένο, ήταν ο δικός μου εσωτερικός διχασμός, και αν αυτό που βρήκα στην Αθήνα ήταν τρυφερότητα, ήταν και δική μου τρυφερότητα. Πάντα βλέπεις το μεσημέρι στην πόρτα σου, έτσι λένε στα γαλλικά, δηλαδή εξ ιδίων κρίνουμε τα αλλότρια. Νομίζω λοιπόν ότι είμαι σίγουρα στη σωστή πλευρά. Είμαι ευτυχισμένη για το γεγονός ότι είμαι εδώ, για το ότι αισθάνομαι καλά και για το ότι περιβάλλομαι από καλούς ανθρώπους. και ότι έχω την πολυτέλεια να μπορώ να κάνω αυτό που θέλω και αυτό που μου αρέσει να κάνω. Για μένα είναι η απόδειξη ότι έκανα τη σωστή επιλογή.
– Υπάρχει μια γαλλική κοινότητα στην Αθήνα τώρα που συνεχώς αυξάνεται.
Ναι, αλλά δεν νομίζω ότι είμαι πραγματικά μέρος της (γέλια). Επειδή είμαι όπως πολλοί Γάλλοι: μόλις ακούσω να μιλούν γαλλικά, πηγαίνω προς την άλλη κατεύθυνση!
– Ελληνικά μιλάτε;
Καταλαβαίνω ελληνικά, μαθαίνω λίγο, τα βγάζω πέρα στην καθημερινότητα, αλλά είναι αλήθεια ότι ήμουν κακή μαθήτρια και δεν έχω κάνει ακόμα μαθήματα, οπότε όλοι μου λένε ότι έχω καλή προφορά και ότι τα καταφέρνω πολύ καλά, αλλά αυτό συμβαίνει επειδή μου αρέσει η γλώσσα. Στην πραγματικότητα δεν τη μιλάω πολύ καλά. Νομίζω ότι καταλαβαίνω το 50% αυτών που λένε, και μιλάω το 20%.
– Μιλήστε μας και για τη δουλειά που πρόκειται να παρουσιάσετε και προετοιμάζετε τώρα.
Έχω δύο εκθέσεις στις οποίες συμμετέχω τον Σεπτέμβριο. Πρόκειται για ομαδικές εκθέσεις κεραμικών καλλιτεχνών. Η πρώτη είναι μια έκθεση που θα εγκαινιαστεί στις 8 Σεπτεμβρίου στην Blender Gallery στη Γλυφάδα. Για την έκθεση αυτή θα παρουσιάσω μια μεγάλη μάσκα από μαύρο πηλό που θα διακοσμηθεί με χάλκινα εξαρτήματα και η οποία – ελπίζω – θα αιωρείται στο χώρο, γιατί είναι ακόμα work in progress, οπότε θα δούμε πώς θα πάει. Η όλη ιδέα αυτού του έργου είναι ότι μπορεί να αναρτηθεί σε ανθρώπινο ύψος και ότι ο επισκέπτης θα μπορεί να εισέλθει σε αυτό και να οικειοποιηθεί έτσι τη μάσκα. Και η μάσκα θα κρύψει τον υπόλοιπο κόσμο και την υπόλοιπη έκθεση, οπότε πρέπει να μπεις μέσα της και μέσα σου. Είναι επίσης μια αναφορά στα εξορυγμένα μάτια του Οιδίποδα, αλλά και στον τυφλό ποιητή (Όμηρος) που αντιλαμβάνεται περισσότερο από μέσα παρά από έξω. Είναι πραγματικά αυτή η ιδέα του να μπαίνεις μέσα σου και να δουλεύεις πάνω στον εαυτό σου…
– Το δεύτερο έργο;
Το δεύτερο έργο που φτιάχνω είναι επίσης για μια ομαδική έκθεση στην γκαλερί Basia Embiricos στο Παρίσι. Η γκαλερί ζήτησε από μια σειρά από καλλιτέχνες και κεραμίστες να επανεφεύρουν ή τουλάχιστον να εκφράσουν τη δική τους εκδοχή του κηροπήγιου. Οπότε η ιδέα ξεκινάει από αυτή την απλή παρατήρηση, ότι το φως του κεριού είναι ένα τελετουργικό φως για το πέρασμα της ζωής των ανθρώπων: μπορεί να είναι φως γενεθλίων, μπορεί να είναι φως εκκλησίας, μπορεί να είναι οτιδήποτε, οπότε ο συμβολισμός του φωτός του κεριού ήταν το θέμα πάνω στο οποίο έπρεπε να δουλέψουμε.
– Οπότε ποιο είναι έργο που θα παρουσιάσετε;
Θα παρουσιάσω ένα έργο που θα είναι ένα κηροπήγιο επιτοίχιο, εμπνευσμένο από τους μεγάλους σκαραβαίους που συνήθως φτιάχνω, το οποίο θα έχει ένα δοχείο στο κάτω μέρος με άμμο που θα προέρχεται από ένα νησί που θα έχω επιλέξει και κεριά από κερί μέλισσας, που είναι παραδοσιακά στις ορθόδοξες εκκλησίες. Η ιδέα είναι να τοποθετήσουμε αυτό το αντικείμενο στην είσοδο ενός σπιτιού, ώστε να αφιερώσουμε χρόνο όταν επιστρέφουμε στο σπίτι για να κάνουμε μια τελετουργική χειρονομία και να αναγνωρίσουμε, να συνειδητοποιήσουμε την τύχη που έχουμε, την τύχη που έχουμε να έχουμε ένα σπίτι, την τύχη που έχουμε να έχουμε κάποιον σε αυτό το σπίτι ίσως, να μην είμαστε σε μια χώρα σε πόλεμο, να μην είμαστε σε μια χώρα όπου τα ανθρώπινα δικαιώματα παραβιάζονται, να αφιερώσουμε χρόνο για ευγνωμοσύνη… Αυτό είναι το θέμα του έργου.
– Αναφέρατε τη λέξη τελετουργία τουλάχιστον δέκα φορές…
Ναι, είναι πολύ σημαντικό για μένα. Χτίζουμε τους εαυτούς μας με τελετουργίες. Ξεκίνησα τις τελετουργίες μου πολύ νωρίς, επειδή ο πατέρας μου ήταν στρατιωτικός και μετακομίζαμε κάθε χρόνο. Έτσι δεν κράτησα ποτέ το δωμάτιό μου, δεν κράτησα ποτέ τους φίλους μου, ούτε τα προσωπικά μου αντικείμενα. Είχα μόνο μερικά πράγματα που ταξίδευαν μαζί μου, που ήταν μικρά αντικείμενα, τα οποία έβαζα στο “σαλιγκαρόσπιτό μου” και τα ξαναέβγαζα έξω σε κάθε νέο προορισμό. Και έχω κάτι σαν ένα μικρό βωμό κάθε φορά που μπαίνω σε ένα νέο σπίτι, τα βάζω εκεί, είναι το πρώτο πράγμα που κάνω, γιατί είναι ο σύνδεσμός μου με το παρελθόν μου και με την ταυτότητά μου, είναι ο σύνδεσμός μου με τις αρχές που έχτισα γύρω από τους ανθρώπους που με δίδαξαν τη ζωή.
– Αρα η έννοια «τελετουργία» σε εσάς έχει άλλη λογική.
Η τελετουργία, ο μικρός βωμός, δεν είναι θρησκευτικός, αλλά πνευματικός και συμβολικός. Αν και δεν είναι θρησκευτικός, είναι πολύ σημαντικός, γιατί σε μια ζωή που είναι ταραχώδης ή νομαδική, εγκαθιδρύει μια αίσθηση του εαυτού. Και έτσι το σπίτι μου, αυτό που δεν είχα ποτέ πραγματικά για πολύ καιρό, είναι μέσα μου και αυτά τα αντικείμενα εκεί είναι προβολές, είναι οι φύλακες. Γι’ αυτό το λόγο το τελετουργικό είναι σημαντικό για μένα. Αν δεν έχω το τελετουργικό, χάνω τα πατήματά μου.
– Μπορώ λοιπόν να σας φανταστώ να στέκεστε στο βωμό σας και να κλείνετε τα μάτια σε ενδοσκόπηση. Τι βλέπετε;
Μα ο βωμός μου δεν είναι εκεί για να κλείνω τα μάτια μου, είναι εκεί για να στρέφω το βλέμμα μου στα διαφορετικά αντικείμενα. Όταν ήμουν μικρή χρειαζόμουν μια πληθώρα αντικειμένων, αν δεν υπήρχε τίποτα στο τραπέζι μου, μου δημιουργούσε άγχος. Έτσι, ο πατέρας μου συνήθιζε να μου λέει: “τακτοποίησε το δωμάτιό σου” και αν τακτοποιούσα το δωμάτιό μου, ήταν τρομερό, γιατί ήταν άδειο. Έτσι, πρέπει αντ’ αυτού να εστιάζω την προσοχή μου στα αντικείμενα και να έχω μια τρυφερότητα για το καθένα από αυτά, επειδή παραπέμπουν σε ένα πρόσωπο ή σε μια στιγμή ή σε έναν τόπο. Έτσι, η ενδοσκόπησή μου είναι πάντα προσκολλημένη σε εξωτερικές πηγές. Αυτό είναι που δουλεύω στη ζωή μου ως ενήλικη γυναίκα, να φτάσω στην ενδοσκόπηση χωρίς να προσκολλώμαι στο εξωτερικό ερέθισμα. Είναι μια συνεχής δουλειά.
Διαβάστε ακόμα: Γιώργος Κορδάκης. «Η δική μου Ελλάδα είναι βότσαλο, γύμνια και κυκλαδίτικη σκιά».