Aριστερά: ο Γκούσταβ Κλιμτ. Δεξιά: ο πασίγνωστος πίνακάς του «Το Φιλί».

Η βιεννέζικη κουλτούρα φτάνει στο απόγειό της το 1900. Μέσα από αυτό το χωνευτήρι της Αυστρο-ουγγρικής Αυτοκρατορίας ξεπήδησε μια πλειάδα συναρπαστικών δημιουργών. Βιεννέζοι ήταν ο Φριτς Λανγκ κι ο Μπίλι Γουάιλντερ, ο Λούντβιγκ Βιτγκενστάιν και ο Καρλ Πόπερ, οι Ρόμπερτ Μούζιλ και Γιόζεφ Ροτ. Βιεννέζος επίσης ήταν ο Βίλχελμ Ράιχ, ο Άντολφ Λος, ο Άρνολντ Σένμπεργκ και ο Γκούσταφ Μάλερ ή οι Έγκον Σίλε και Όσκαρ Κοκόσκα.

Όπως στη Βιέννη γεννήθηκαν ο Φρόιντ και ο Χίτλερ. Παραδόξως (ίσως και όχι) σ’ αυτήν την πρωτεύουσα του κομφορμισμού κυοφορήθηκαν οι επαναστάσεις τους. Υπέροχες ή φρικαλέες, έγραψαν την άλγεβρα της μοντερνικότητας. Αλλά σ’ αυτήν τη πόλη, γερμανική στη γλώσσα, ιταλική στη χάρη, ιησουίτικη στη λατρεία, θα λάμψει κι ο Γκούσταφ Κλιμτ.

«Nuda Veritas»: μια γυναίκα παρουσιάζεται γυμνή, χωρίς ίχνος αυταρέσκειας πάνω της. Ούτε το μειδίαμα της σαγήνης ούτε τη χάρη ούτε τη γαλακτερή κοκεταρία των νυμφών του παρελθόντος. Η αλήθεια της επιβάλλεται, ήρεμη, αποφασιστική, μακριά από τις συμβάσεις μιας ζωγραφικής βαρυφορτωμένης ιστορία. Αντιμέτωπη με τον θεατή, του τείνει έναν καθρέπτη.  Για να τον προτρέψει να κοιτάξει το ίδιο του τον εαυτό.

Ο Κλιμτ εξερευνά το υποσυνείδητο, τα πιο σκοτεινά ένστικτα, τα απωθημένα. Αφυπνίζει τα παλιά μυστικά, τα ταμπού τα καταχωνιασμένα κάτω από τις συμβάσεις.

Με την αφίσα όπου ο Θησέας (η Art Nouveau) μαχαιρώνει τον ακαδημαϊσμό, η γυναίκα αυτή γίνεται το μανιφέστο των επαναστατημένων καλλιτεχνών. Ο Gustav Klimt την παρουσιάζει το 1897, αμέσως μετά την ίδρυση του κινήματος της Απόσχισης (Sezession). Και η γυναίκα αυτή, με την περήφανη στάση της, αντιτίθεται τόσο στην πόρνη όσο και στην υποκρίτρια αστή της πουριτανικής Βιέννης των Αψβούργων. Αναγγέλλοντας έναν καινούργιο κόσμο, έρχεται να απαντήσει στο γεμάτο αγωνία βλέμμα της Αυτοκράτειρας Σίσι, όπως το αποτύπωσε ο Anton Romako. Η «Nuda Veritas» είναι η κακοφορμισμένη από τις απαγορεύσεις ψυχή που πρέπει να γιάνει.

Ο Κλιμτ δημιούργησε τη «Δανάη» το 1907 (Wikipedia).

Εκείνη την εποχή, ο Φρόιντ εργάζεται πάνω στην Ερμηνεία των Ονείρων, η οποία θα δημοσιευτεί το 1900. Παράλληλα, και χωρίς ποτέ να έχουν γνωριστεί (ίσως με τη μεσολάβηση του κοινού τους φίλου Άρτουρ Σνίτσλερ), κι ο Κλιμτ εξερευνά το υποσυνείδητο, τα πιο σκοτεινά ένστικτα, τα απωθημένα. Αφυπνίζει τα παλιά μυστικά, τα ταμπού τα καταχωνιασμένα κάτω από τις συμβάσεις. Ο πόθος παραφυλάει κι η Ιουδήθ απολαμβάνει τη δολοφονία του Ολοφέρνη. Το σώμα διεκδικεί επιτέλους τα πάθη του.

Εκεί που η ψυχανάλυση εξηγεί, διαυγάζει, ο Κλιμτ ιχνογραφεί μια αντίστροφη πορεία, για να ξαναβρεί τις εικόνες του ονείρου. Αφουγκράζεται τις νευρώσεις της εποχής του. Κάποιες φορές δίνει στις γυναίκες των πινάκων του τη στάση «τόξο κύκλου», αυτήν που είχε φωτογραφίσει ο Σαρκό νοσηλεύοντας τις υστερικές στη Σαλπετριέρ.

Μυστηριώδες είδωλο, με τα μαλλιά να κυματίζουν σε αραμπέσκ, η ερωμένη θα φιλήσει ή θα σκοτώσει; Ο Έρως είναι αδιαχώριστος από το Θάνατο και το δράμα του Μάγιερλινγκ δεν απέχει και πολύ. Το χρυσάφι πάνω στο οποίο αναπαύεται ένας γυμνός μηρός ή αυτά τα θεσπέσια μωσαϊκά που αντλούν από το Βυζάντιο, την Αίγυπτο ή τον Βελάσκεθ, όλα αυτά τα στολίσματα σάμπως δεν είναι μασκαρεμένα σημάδια ντροπής, ακόμα και τρόμου;

Στο περίφημο Φιλί του 1907-08, τα πρόσωπα αγγίζουν το ένα το άλλο, τα χέρια σφιχταγκαλιάζονται, αλλά τα κορμιά μοιάζουν λησμονημένα, καλυμμένα μ’ ένα ύφασμα βαρύ όπου μόνον τα σύμβολα, τα επαναλαμβανόμενα μοτίβα πάνω του έρχονται να αφηγηθούν τον πόθο.

Το έργο του σηματοδοτεί τη γέννηση του βιεννέζικου εξπρεσιονισμού, αλλά κι ένα νέο τρόπο σκέψης.

Ο Κλιμτ γεννήθηκε στις 14 Ιουλίου του 1862 και πέθανε στις 6 Φεβρουαρίου του 1918 από εγκεφαλικό. Ήταν ο δευτερότοκος γιος μιας φτωχικής οικογένειας αποτελούμενης από επτά παιδιά, έναν πατέρα χαράκτη πολυτίμων μετάλλων και μια μητέρα λυρική τραγουδίστρια. Σπούδασε στη Σχολή Εφηρμοσμένων Τεχνών της Βιέννης και αρχικά έγινε περιζήτητος για τις ζωγραφικές του διακοσμήσεις, ενώ βραβεύεται κατ’ επανάληψη από τον Αυτοκράτορα Φραγκίσκο Ιωσήφ.

Αριστερά: Judith. Δεξιά: Το πορτραίτο της Adele Bloch Bauer I. (η βιεννέζικη Μόνα Λίζα).

Το έργο του σηματοδοτεί τη γέννηση του βιεννέζικου εξπρεσιονισμού, αλλά κι ένα νέο τρόπο σκέψης. Μπορεί να καταπιάστηκε μ’ έναν ευρύ κύκλο μεγάλων αλληγοριών όπου η σεξουαλικότητα συμβολίζεται κατά τρόπο διακοσμητικό, αλλά δημιούργησε επίσης ένα corpus ηδυπαθών σχεδίων -πάνω από 6.000 τον αριθμό- με μοναδικό αντικείμενο το γυναικείο σώμα σ’ όλες του τις στάσεις και καταστάσεις. Κανένας ζωγράφος πριν από κείνον δεν είχε καταφέρει να εξερευνήσει και να αποκαλύψει τόσο όμορφα το υποσυνείδητό του.

Είναι γενναιόδωρος, διακριτικός, τρυφερός, ποιητικός, περίπλοκος. Έχει κοψιά ξυλοκόπου, μακιαβελικό χαμόγελο, μεγάλη όρεξη για ζωή. Στο ατελιέ του, ζει με τις γάτες του και τις ερωμένες του. Είχε πολλές κατακτήσεις ο Γκούσταφ -συνήθως τις συζύγους των μαικήνων του. Από τις περιπέτειες αυτές, θα αποκτήσει 14 παιδιά, αλλά δεν θα παντρευτεί ποτέ. Στα 40 του, θα συναντήσει την όμορφη 23χρονη Emilie Flöge, η οποία διατηρεί οίκο ραπτικής. Ο Γκούσταφ γοητεύεται σφόδρα από τη χάρη και την κομψότητά της. Γίνεται η σύντροφός του, η φίλη του, η μούσα του, αλλά ποτέ η ερωμένη του.

Το 1900, παρουσιάζει τους τρεις πίνακες που είχε φιλοτεχνήσει κατόπιν παραγγελίας για τη Μεγάλη Αίθουσα του Πανεπιστημίου της Βιέννης. Πρόκειται για τη Φιλοσοφία, την Ιατρική και τη Νομική. Ξεσπάει σκάνδαλο. Ο αισθησιασμός και ο μοντερνισμός που αποπνέουν ενοχλούν. Ο Κλιμτ χαρακτηρίζεται «πορνογράφος» και τα συμβολιστικά του έργα δεν αναρτώνται. Είναι η τελευταία δημόσια ανάθεση που αναλαμβάνει, ενώ αργότερα πληρώνει για να του επιστραφούν.

«H Nύφη». Εργο του 1918.

Ο Γκούσταφ Κλιμτ έγινε «δημοφιλής», διεθνής, άρα κιτς: αναπαράγεται σε τατουάζ, σουπλά και καθίσματα τουαλέτας.

Θα καταστραφούν εντέλει από τους ναζί το 1945. Οι οποίοι θα ανακαλύψουν στο château του Immendorf πολλούς πίνακες του ζωγράφου τους οποίους αποφασίζουν να κάψουν, για να μην πέσουν στα χέρια των Σοβιετικών. Κατά τη διάρκεια εκείνης της ταραγμένης περιόδου, πολλά άλλα έργα του Κλιμτ (μεταξύ των οποίων και η περίφημη Προσωπογραφία της Αντέλε Μπλοχ-Μπάουερ) κλάπηκαν από τους Εβραίους ιδιοκτήτες τους, γεγονός που οδήγησε στις μέρες μας σε σφοδρές δικαστικές διαμάχες μεταξύ μουσείων και απογόνων.

Επιπλέον, υπήρξε μελομανής. Εξαιτίας μητρός και Βιέννης γενικότερα. Με μεγάλη αδυναμία στα Lieder του Σούμπερτ. Το 1902, η ομάδα των Αποσχιστών οργανώνει στο Palais της μια έκθεση αφιερωμένη στη μουσική του Μπετόβεν. Την παράσταση κλέβει η ζωφόρος του Κλιμτ, μήκους 34 μ. και ύψους 2 μ., η οποία εμπνέεται από την 9η Συμφωνία και τον «Ύμνο στη Χαρά». Έργο παγανιστικό, ολιστικό, βαγκνερικό, όπου ζωγραφική, μουσική, αρχιτεκτονική παντρεύονται. Ροντέν και Μάλερ εκστασιάζονται.

Aριστερά: Ο Κλιμτ σε ηλικία 40 ετών. Δεξιά: Το πορτραίτο της Elisabeth Lederer (Gustav Klimt, Private Collection).

Η δουλειά του Βιεννέζου μας μπορεί φαινομενικά να κάνει φανφαρόνικη και επιφανειακή, αλλά είναι πολύ πιο λεπταίσθητη, εσωτερική και πολύπλοκη απ’ ό,τι μοιάζει. Η λάμψη του χρυσού στο τέλος σκοτείνιασε την ευφυΐα του έργου, το οποίο είθισται να αναπαράγεται αλλά σπανίως να μελετάται, λες κι η δύναμη της εικόνας ναρκώνει την ανάλυση.

Έτσι, ο Γκούσταφ Κλιμτ έγινε «δημοφιλής», διεθνής, άρα κιτς: αναπαράγεται σε τατουάζ, σουπλά και καθίσματα τουαλέτας. Υπάρχει ακόμα και αβγό που ανοίγει εμφανίζοντας τους πρωταγωνιστές του Φιλιού να περιστρέφονται υπό τους ήχους του Can’t Help Falling in Love του Έλβις Πρίσλεϊ.

Όμως, μέσα από τους 220 πίνακες που μας είναι γνωστοί σήμερα, αναδύεται μια τέχνη ηδονιστική και ανήσυχη ταυτόχρονα, φιλόφρων και προκλητική, σύγχρονη και διαχρονική, ρεαλιστική και αφηρημένη, μαγική και ταξιδιάρικη. Μια ζωγραφική φίσκα στις αναφορές, διφορούμενη, αινιγματική πίσω από τη φαινομενική απλότητά της. Μια τέχνη στους αντίποδες ενός μονοσήμαντου μοντερνισμού. Απομένει να βρούμε τον καλλιτέχνη πίσω από το ντεκόρ.

 

Διαβάστε ακόμα: Τζάκσον Πόλλοκ – ο ζωγράφος που έσταξε μπογιά και αλκοόλ στη ζωή του.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top