Mόνος στο στούντιο (φωτογραφία: Megan Cullen).

Στις 14 Ιουλίου 2015 το στέρεο βασίλειο του King Ink, φτιαγμένο από τα μυθολογικά υλικά της ροκ περσόνας του, κατέρρευσε έπειτα από σφοδρή σύγκρουση με το πεπρωμένο του. Ήταν η αδόκητη στιγμή του θανάτου του γιου του, Άρθουρ. Έκτοτε, τα πάντα στη ζωή του στροβιλίστηκαν στην πυκνή ομίχλη της έλλειψης και του αφόρητου πόνου.

Ο θάνατος το έστρωσε στην επικράτεια του Nick Cave και σαν άλλος καλλιεργητής της μοίρας του άρχισε να παρατηρεί το έδαφος μέσα του να ανασηκώνεται, να βυθίζεται, να ποντίζεται και να τον γδέρνει. Τα μέχρι πρότινος σχέδιά του ναυάγησαν, οι μουσικές που ως εκείνη τη στιγμή σκάρωνε του φαίνονται άτονες. Έπεσε στο βαθύ πηγάδι της κατάθλιψης.

Αυτό το βιβλίο, αποτέλεσμα πολλών ωρών συνομιλίας με τον O’Hagan, είναι το απείκασμα της μεταμόρφωσης του Cave.

Ακόμη χειρότερα: είδε μια μορφή περίεργης προφητικότητας στον τότε τελευταίο του δίσκο, το Skeleton Tree, να αποκτάει σάρκα και οστά και να ανασαλεύει τη ζωή του. Ένας άνθρωπος έπεσε, ένας καλλιτέχνης σηκώθηκε, μια νέα οντότητα απέκτησε άλλο σχήμα και ουσία για το νόημα της ζωής και της καλλιτεχνίας.

Ακόμη και οι συναυλίες του άλλαξαν χαρακτήρα (φωτογραφία: Pablo Gallardo/Redferns).

Τέσσερα χρόνια από τον χαμό του Άρθουρ γράφει το Ghosteen που είναι μια ελεγεία στην απώλεια, ένα Καντίς σε ένα παιδί που εξακολουθεί να κατοικεί στη ψυχή του, μια πράξη επούλωσης του τραύματος. Σαν οι νότες, μέσα στην πλέρια αγνότητά τους, να καταφέρνουν να επιδέσουν τις αμυχές και να ενώσουν τους ιστούς της ζωής του.

Τον Μάρτιο του 2020, εν μέσω παγκόσμιας καραντίνας, ο Cave αρχίζει να συνομιλεί σχεδόν καθημερινά με τον δημοσιογράφο Sean O’Hagan, με τον οποίο συνδεόταν με μακρά φιλία. Σημειωτέον πως ο Cave είχε αποφασίσει προ πολλού πως δεν θα ξαναδώσει επίσημη συνέντευξη θεωρώντας πως όλο αυτό το αλισβερίσι με τα ΜΜΕ γινόταν ολότελα αντιπαραγωγικό, στα όρια του απεχθούς βάρους.

Ο Cave μιλάει από καρδιάς, εκ βαθέων, περισσότερο απροσποίητος από ποτέ. Άλλοτε κυνικός και τραχύς κι άλλοτε ευάλωτος και συναισθηματικά φορτισμένος.

Κάπως έτσι η συζήτησή τους, από στενά φιλική, μια εκ του προχείρου συνθήκη για να «σκοτώνουν» τις άπραγες ώρες τους, μετατράπηκε βαθμηδόν σε κάτι αποκαλυπτικό, διαυγές και εσωτερικό. Με τη βοήθεια του O’ Hagan που άρχισε σιγά σιγά να προσεγγίζει τα τραύματα του Cave με κυκλωτικό τρόπο, η συζήτηση έγινε εξομολόγηση. Έτσι προέκυψε το βιβλίο Πίστη, ελπίδα και πόνος που κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος.

Το βιβλίο Πίστη, ελπίδα και πόνος που κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος.

Ένα τυραννικό και συνάμα λυτρωτικό de profundis μιας καρδιάς που έχει μάθει να ζει εντός της τέχνης και μέσω αυτής να μετουσιώνει όλες τις εμπειρίες της σε συγχορδίες για ναυαγισμένους, πλάνητες και λογής αυτομόλους από την ευτυχία του κόσμου.

Αίφνης, η ζωή του Cave έγινε αυτό που έλεγαν οι στίχοι του Μίλτον: «No light, but rather darkness visible». Η ορατότητα της σκοτεινιάς ήταν τόσο έντονη, όχι ένα απλό σύθαμπο ή ένα λεπτό πέπλο, που για να την αποκρούσει έπρεπε να επανεφεύρει τον εαυτό του ως προσωπικότητα και ως καλλιτεχνική φύση. Μια δομική αλλαγή, μια υπαρξιακή ταλάντευση στο μέγεθος ισχυρής σεισμικής δόνησης.

Αυτό το βιβλίο, αποτέλεσμα πολλών ωρών συνομιλίας ανάμεσα στους δύο, είναι το απείκασμα της μεταμόρφωσης. Οι λέξεις δεν δημιουργούν μόνο τα νοήματα που σκιαγραφεί ο Cave για μια σειρά θεμάτων, αλλά φέρουν ένα αποτύπωμα απολύτως απτό.

Aυτό το βιβλίο είναι ποτισμένο από το σαράκι του θανάτου, αλλά και από το νέκταρ της ζωής που φλέγεται.

Σκιαγραφούν το προφίλ ενός ανθρώπου που χάθηκε προς στιγμήν μέσα στην άβυσσο του θανάτου και ανασύρθηκε φέρνοντας από τον πάτο της ανυπαρξίας σπάνια κτερίσματα που, στη δική του περίπτωση, δεν είναι ταφικά σύμβολα της επίγειας ζωής που θα ακολουθούν τον θανόντα στο επέκεινα, αλλά θα είναι κομμάτια εμπειρίας για τον ζώντα.

Ο Cave μιλάει από καρδιάς, εκ βαθέων, περισσότερο απροσποίητος από ποτέ. Άλλοτε κυνικός και τραχύς κι άλλοτε ευάλωτος και συναισθηματικά φορτισμένος. Το πρώτο μάθημα της ζωής, μετά το θάνατο του Άρθουρ, έτσι για να επιβεβαιωθεί το ηχηρό παράδοξο της ύπαρξης, είναι ότι τα πάντα μπορούν να χαθούν από στιγμή σε στιγμή.

Φευ, αυτό το βιβλίο είναι ποτισμένο από το σαράκι του θανάτου, αλλά και από το νέκταρ της ζωής που φλέγεται. Καθώς αναπτυσσόταν ο διάλογος, η ζωή συνέχιζε να τραβάει τη ρόδα της και ο Mr Death να κάνει τη δουλειά του. Χάθηκε η Ανίτα Λέιν με την οποία είχε συνδεθεί ερωτικά παλαιότερα, χάθηκε η μητέρα του και ο φίλος του Χαλ Γουίλνερ. Λίγο καιρό αργότερα πεθαίνει και ο άλλος γιος του Cave, ο Τζέθρο.

Ο θάνατος όχι μόνο το είχε στρώσει στο βασίλειο του Cave, αλλά είχε σπείρει τους κακούς σπόρους του σε όλο τον αγρό της οικογένειας. Κι όμως, μέσα από αυτή τη σωρεία δραματικών στιγμών ο Cave κατανόησε πως το μέγα βάθος της ύπαρξης είναι η αγάπη. Μια αρμονία με τον εσωτερικό πυρήνα του και τον έξω κόσμο. Οι μουσικές του δεν είναι τίποτα άλλο από αγωγός του καλού.

Κάπως έτσι παραδέχεται στο βιβλίο πως η παλιά αφήγηση των τραγουδιών του, μια παραδοσιακή ροκ τεχνική, δεν του λέει πια τίποτα. Αρχίζει να σκάβει μαζί με τον επιστήθιο φίλο και συνεργάτη του, Warren Ellis,  άλλες περιοχές των ήχων και των νοημάτων τους. Ακόμη και οι στίχοι φτιάχνονται μέσα σ’ αυτή τη μαγεία των δοκιμών στο στούντιο. Σαν να αποθέτει πάνω στις νότες νοήματα που σκάνε σαν ολόφωτα αστέρια.

Λίγα πράγματα θα μάθουμε, αν χρειάζεται να μάθουμε, για τις εξαλλοσύνες του νεαρού Cave επί εποχής Birthday Party. Το βιβλίο δεν περιτριγυρίζει την «κίτρινη» πλευρά της ζωής ενός ροκ σταρ, ούτε στέκεται σε πικάντικες λεπτομέρειες. Ο Cave αναφέρεται στον πρότερο εαυτό του μόνο και μόνο για να δείξει την μεταμόρφωσή του.

Η πίστη, όχι με τη στενή έννοια της θρησκείας, είναι αυτή που τον καθοδηγεί, όπως παραδέχεται. Μια συνάντηση με το θείο, με μια ανώτερη δύναμη, που δεν περιορίζεται στο κλειστό δωμάτιο μιας καθοδηγητικής αρχής (όπως είναι η εκκλησία), αλλά έχει μια προσωπική και ουσιαστική δράση μέσα του. Ακόμη και η μουσική του, όπως λέει, αρχίζει να αποκτάει την πλέρια ουσία του θρησκευτικού νοήματος.

Me τη σύζυγό του, Σούζι (φωτογραφία: independent.ie).

Ο Cave μιλάει με γλυκύτητα για τη γυναίκα του, Σούζι, και πώς μαζί κατάφεραν να ξεπεράσουν -όσο ξεπερνιέται- το βύθισμα στον πόνο και την αυτολύπηση. Πώς η δουλειά τους, από την καλλιτεχνική σκοπιά της, τους έστησε ξανά στα πόδια τους και πώς καθετί που κάνουν πια είναι μια πράξη αγάπης, ένα αποτύπωμα φροντίδας που τους εμπεριέχει και τους ξεπερνάει.

Eίναι φανερό σε όλο το βιβλίο πως ο Nick Cave που γνωρίζαμε από παλιά δεν υπάρχει πια.

Είναι φανερό σε όλο το βιβλίο πως ο Nick Cave που γνωρίζαμε από παλιά δεν υπάρχει πια. Ή, τουλάχιστον, υπάρχει ως μια μορφή που χρειάστηκε να βυθιστεί, να περάσει μέσα από ένα μαύρο παραπέτασμα και συλλέξει μνήμες, σκιές, θρύμματα, τα κομμάτια της ίδιας του της ζωής και μ’ αυτά τα υλικά να δημιουργήσει κάτι άλλο. Όχι απαραίτητα στέρεο, αλλά γεμάτο επίγνωση της τρωτότητας που όλους μας βαρύνει.

Με τον δημοσιογράφο Sean O’Hagan (φωτογραφία: wefolk.com).

Μια σοφία που δεν έχει να κάνει με τις χύδην συμβουλές που δίνουν διάφοροι new age γκουρού της ζωής, αλλά με τη συνειδητοποίηση πως τα πάντα πρέπει να καθαγιάζονται στο σπερματικό φως της αγάπης, του θάλπους και της κοινής μοίρας που όλα τα ανθρώπινα όντα μας συνέχει.

Ο Cave ζητάει λύτρωση, ζητάει συγχώρεση. Ζητάει να ακουμπήσει τη ζωή του σε έναν νέο σχήμα που να μπορεί να αντέξει τα λάθη και τις ενοχές του παρελθόντος. Να μπορεί να πορευτεί ειρηνικά, ήσυχα και δημιουργικά.

Το βιβλίο ευτύχησε να έχει μια άξια μετάφραση στα ελληνικά από την Βάσια Τζανακάρη. Δεν έχουμε να κάνουμε μια με long read συνέντευξη, αλλά με έναν εννοιολογικό διάλογο που ψαύει βαθιά σημαντικά ζητήματα του ανθρώπου. Ως εκ τούτου, οι απαντήσεις του Cave είναι πυκνές νοημάτων και ερμηνειών. Κάτι που δεν είναι πάντα εύκολο να αποδοθεί σε άλλη γλώσσα.

 

Διαβάστε ακόμα: Φερνάντο Πεσσόα. «Ο αυνανιστής δεν προσποιείται μήτε κοροϊδεύει τον εαυτό του».

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top