Η εικόνα είναι σοκαριστική.

Λιμάνι του Πειραιά: ένας άντρας προσπαθεί να ανέβει στο καράβι Blue Horizon καθυστερημένος. Στέκεται πάνω στον καταπέλτη του καραβιού και δύο μέλη του πληρώματος τον απωθούν απαγορεύοντάς του να ανέβει. Ακολουθεί διαπληκτισμός και ο άντρας απωθείται με δύναμη. Συνεπεία αυτού ήταν να πέσει στο νερό και να πνιγεί.

Ο καταπέλτης ανεβαίνει, το καράβι ξεκινάει, για να υποχρεωθεί στη συνέχεια να επιστρέψει άρον άρον στον Πειραιά έτσι ώστε να ξεκινήσουν οι ανακρίσεις. Βαρύνονται με ευθύνες τα μέλη του πληρώματος που οδήγησαν τον άτυχο 36χρονο στον πνιγμό και ο καπετάνιος του πλοίου.

Κάτι έχει σπάσει μέσα μας, κάτι σκοτεινό και περίεργο φιδοσέρνεται στις φλέβες μας. Δεν το βλέπετε;

Ολο αυτό είναι ολότελα λάθος. Είναι απάνθρωπο. Δεν έπρεπε να συμβεί ούτε σε εφιάλτη. Δεν έχει θέση σε μια πολιτισμένη κοινωνία που αποτελείται από ανθρώπους που έχουν κατασιγάσει μέσα τους τα ζωώδη τους ένστικτα. Κι όμως, συνέβη. Δεν είναι ψέμα.

Πριν από καιρό ένα νέο παλικάρι έχασε τη ζωή του σε λεωφορείο της γραμμής επειδή δεν είχε εισιτήριο. Τις προάλλες ένας «κυνηγός κεφαλών» είχε κλειδώσει στο φορτηγό του μετανάστες θεωρώντας πως η αυτοδικία είναι ο νόμος του πολίτη.

Το ερώτημα είναι ευθύτατο: Πώς γίναμε έτσι; Πώς φτάσαμε στο έσχατο σημείο αποκτήνωσης; Γιατί όλη αυτή η βία; Να φταίει η πανδημία, όπως διατείνονται κάποιοι ειδικοί; Δεν είναι ώρα να προβούμε σε αστόχαστες εξηγήσεις ούτε να θεωρήσουμε πως όλοι είμαστε βουτηγμένοι μέσα στη λάσπη. Η κοινωνία μας έχει ακόμη αντιστάσεις. Η μεγάλη πλειοψηφία τάσσεται υπέρ του πολιτισμού της καθημερινότητας. Δεν βγαίνουμε από τα σπίτια μας με σκοπό να σκοτώσουμε κάποιον.

Από την άλλη, όμως, είναι διάχυτη η βία. Δεν γίνεται να μην την δει κανείς. Από τις συμμορίες των νεαρών, από τα ραντεβού θανάτου των οργανωμένων οπαδών ή από μια απλή φιλονικία σε ένα σούπερ μάρκετ ή στο δρόμο για μια θέση πάρκινγκ που μπορεί να οδηγήσει σε αιματοκύλισμα. Κάτι έχει σπάσει μέσα μας, κάτι σκοτεινό και περίεργο φιδοσέρνεται στις φλέβες μας. Δεν το βλέπετε;

Ετσι ήμασταν πριν από κάποια χρόνια; Αυτή την εικόνα κρατούσαμε για τον εαυτό μας; Τι χάλασε τόσο πολύ μέσα μας; Τι μαράθηκε;

Ξέρω, ένα δημοσιογραφικό κείμενο απαγορεύεται να θέτει ερωτήματα, αν δεν έχει απαντήσεις να προσφέρει. Ποιος τις έχει, άραγε; Αυτή τη στιγμή, με αφορμή το χθεσινοβραδινό (5/9) περιστατικό στεκόμαστε ενεοί μπρος στη μεταλλική όψη του παράλογου θανάτου.

Μην ξεχνάμε την κοινοτοπία του κακού, όπως έχει γράψει η Χάνα Άρεντ. Δεν γίνεται φασίστας, δολοφόνος ή κτήνος κάποιος ξεχωριστός άνθρωπος.

Δεν ξέρω αν ο φυσικός αυτουργός ήταν οξύθυμος από χαρακτήρα, αν επέδειξε υπερβάλλοντα ζήλο, αν ήταν τόσο ταυτισμένος με τα συμφέροντα της εταιρείας του ή αν η άσκηση εξουσίας τον έφτιαχνε. Δεν τα ξέρω όλα αυτά, όπως δεν τα ξέρει κανένας μας. Δεν έχουν και τόσο σημασία.

Μην ξεχνάμε την κοινοτοπία του κακού, όπως έχει γράψει η Χάνα Άρεντ. Δεν γίνεται φασίστας, δολοφόνος ή κτήνος κάποιος ξεχωριστός άνθρωπος, κάποιος που περιμένουμε να οδηγηθεί στο έγκλημα. Μπορεί να γίνει ο οποιοσδήποτε, ο καθένας μας. Υπό συνθήκες είμαστε ικανοί να φτάσουμε στα άκρα και να τα ξεπεράσουμε.

Φαίνεται πως αυτές οι «συνθήκες» στις μέρες μας έρχονται ολοένα και πιο συχνά. Δεν είναι η κακιά στιγμή που λέγαμε παλιά. Είναι το αντάμωμα με τα βαθύτερα ένστικτά μας. Σαν να δίνουμε ραντεβού με τα απωθημένα μας και τότε… όποιον πάρει ο χάρος.

Αυτή τη φορά πήρε τον άτυχο 36χρονο. Πριν από λίγο καιρό τον Άλκη στη Θεσσαλονίκη και τον Μιχάλη στη Νέα Φιλαδέλφεια. Αύριο; Μεθαύριο; Ποιον άλλον θα κλάψουμε; Πόση ακόμη ανθρωπιά θα ξοδεύσουμε;

 

Διαβάστε ακόμα: Γιατί δεν γράφονται βιβλία για τα εγκλήματα στην Ελλάδα;

 

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top