Κόσμος έξω από το σπίτι της μητέρας των τριών κοριτσιών στην Πάτρα. Ζητώντας τι, άραγε; (Φωτογραφία: Menelaos Michalatos / SOOC).

Πάντα πίσω από κλειστές πόρτες. Στο σκότος που δημιουργούν οι τραβηγμένες κουρτίνες ή τα κατεβασμένα παντζούρια. Με πνιχτές φωνές ή με σπαραχτικά στεντόρειες. Το έγκλημα έχει μια οικιακή διάσταση. Δεν τελείται μόνο στους αφιονισμένους δρόμους της πόλης. Η κακότητα δεν καραδοκεί αποκλειστικά στο μισοσκόταδο κάποιου ερημικού σοκακιού.

Θα έχριζε κοινωνιολογικής και ψυχαναλυτικής ανάλυσης γιατί το ολίσθημα προς την παραβατικότητα και το έγκλημα εντός του οίκου παρουσιάζει στις μέρες μας αυξητική τάση. Κανένας εξωραϊσμός του παρελθόντος. Ξέρουμε πως η βαρβαρότητα πολλές φορές ξεκινάει από το σπίτι. Συνέβαινε και θα συμβαίνει. Όμως, στις μέρες μας (μέρες αποκαλυπτικές, μέρες μουντές) λαμβάνει το χαρακτήρα κανονικότητας. Καταστρέφει κάθε υγιή ικμάδα συντροφικότητας και αγάπης.

O όχλος απαιτεί τιμωρία εν μέση οδώ. Διψάει για λιντσάρισμα, καταριέται, ρίχνει αναθέματα, στήνεται έξω από το σπίτι της οικογένειας, φωτογραφίζει το σημείο, κάνει live μετάδοση στα social media.

Τριγύρω, η γειτονιά, ως χορός κακοπαιγμένης τραγωδίας, στέκει αμέτοχος, βουβός, δεν προμηνύει τα συμβάντα, δεν ορρωδεί μπρος στο επερχόμενο σκοτάδι. Μόνο όταν το κακό συμβεί, βγαίνει από το καβούκι της μεταφράζοντας την προαποφασισμένη αδιαφορία σε άγνοια. «Ήταν καλοί άνθρωποι, δεν είχαν δώσει δικαιώματα» ή  «τους βλέπαμε κάθε μέρα, λέγαμε ένα γεια, πού να το φανταστούμε;»

Λόγια τόσο κούφια σαν εξομολογήσεις που δεν έχουν κλείσει την πόρτα -κατάμουτρα- στην αιδημοσύνη. Καλύτερα να μην λες τίποτα, να σκύβεις το κεφάλι, να παραδέχεσαι ότι έσφαλλες κι εσύ με τη σιωπή σου. Ακόμη χειρότερα: σε περιπτώσεις ακραίων εγκλημάτων, όπως φαίνεται να έχει συμβεί με τα τρία κοριτσάκια στην Πάτρα, να μην φωνασκείς, να μην κραδαίνεις τη ρομφαία της αυτοδικίας.

Η μητέρα των κοριτσιών πρέπει να τιμωρηθεί παραδειγματικά για το τριπλό έγκλημα, αρκεί αυτό να αποδειχθεί στο δικαστήριο. Τούτη τη στιγμή είναι η βασική ύποπτη για την τέλεση των εγκλημάτων, όμως, ακόμη η δικαιοσύνη δεν έχει αποφανθεί. Εδώ καλά καλά δεν έχει σχηματιστεί ο φάκελός της ανάκρισής της από την αστυνομία.

Ο όχλος ήδη αποφάνθηκε (Φωτογραφία: Menelaos Michalatos / SOOC).

Κι όμως, ο όχλος απαιτεί τιμωρία εν μέση οδώ. Διψάει για λιντσάρισμα, καταριέται, ρίχνει αναθέματα, στήνεται έξω από το σπίτι της οικογένειας, φωτογραφίζει το σημείο, κάνει live μετάδοση στα social media, εύχεται να ισχύσει ο άγραφος νόμος των φυλακών για τη μητέρα (άρα να την «αυτοκτονήσουν» οι μελλοντικές συγκρατούμενές της), με διψαλέα ορμή θέλει το κεφάλι της γυναίκας επί πίνακι.

Αυτή η ροπή προς την ομαδική -και ομόθυμη- βία δεν δικαιούται να αναζητεί βολικά άλλοθι.

Αυτή η ροπή προς την ομαδική -και ομόθυμη- βία δεν δικαιούται να αναζητεί βολικό άλλοθι. Δεν μπορεί να βρει έρεισμα στο περιβόητο «κοινό περί δικαίου αίσθημα» διότι, αυτομάτως, μετατρέπεται σε κοινή περί αδίκου αποκτήνωση.

Το δονούμενο αίμα του όχλου, ο παλμικός σφυγμός της δράσης, ο σκληρός όρκος της εκδίκησης, όλα αυτά τα ακραία ζητήματα που έχουν να κάνουν με τη δραστική λειτουργία της ομάδας πάνω στο άτομο, δεν έχουν καμία σχέση με τον νομικό πολιτισμό ενός ευνομούμενου κράτους.

To φοβάμαι το πλήθος. Φοβάμαι την ανεμόδαρτη γνώμη του. Φοβάμαι την απόφαση που θα λάβει ο μέσος όρος πάνω στην αψάδα της στιγμής.

Δεν φυλάττεις Θερμοπύλες λιντσάροντας. Δεν αποτρέπεις πιθανά νέα εγκλήματα με το ζητάς αίμα πάνω στο αίμα. Φευ, κάποιοι από τους σημερινούς φωνασκούντες, αύριο μπορεί να βρίσκονται στη θέση των θυτών. Ποτέ δεν ξέρεις πώς θα τα φέρει η ζωή.

To φοβάμαι το πλήθος. Φοβάμαι την ανεμόδαρτη γνώμη του. Φοβάμαι την απόφαση που θα λάβει ο μέσος όρος πάνω στην αψάδα της στιγμής. Φοβάμαι τον δικαστή και τον εισαγγελέα που κρύβουμε όλοι μέσα μας. Φοβάμαι τη σκόνη που αφήνει το ποδοβολητό του. Φοβάμαι τη στιγμή που οι φωνές θα ενωθούν σε μια απόκοσμη υλακή αφηνιασμένου ζώου.

Φοβάμαι μην τυχόν μου συμβεί κι εμένα κάποια στιγμή και χώσω στην αρχή τη μούρη μου, κι ύστερα όλο το σώμα μου μέσα στο σώμα των άλλων και γίνω ένα με τον όχλο που θα ωρύεται, θα κράζει, θα αποφαίνεται, θα καταδικάζει. Και τότε θα έχει συμβεί το μοιραίο, το ανεπανόρθωτο: θα έχω γίνει ένα με το τέρας που θέλω να δικάσω.

 

Διαβάστε ακόμα: Γίνεται ο κόσμος μας όλο και πιο βίαιος; Πόσο αυξημένη είναι η εγκληματικότητα στην Ελλάδα;

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top