Η ευρύτερη δημόσια και η στενότερη πολιτική διαχείριση του θέματος του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών λειτούργησε ως τρόπος αρχηγικής επιβολής ανά τα κόμματα και ως φιτίλιασμα αντιθέσεων. (φωτό Nick Paleologos / SOOC).

Έγινε λοιπόν κομβικό ζήτημα ο γάμος των ομόφυλων ζευγαριών και η τεκνοθεσία και η καταφυγή σε κύηση με παρένθετη μητέρα στην δημόσια συζήτηση, όπως την έννοια συζήτηση την γνωρίζουμε στην Ελλάδα του 2024. Πολιτικά και κοινωνικά. Όταν Αντώνης Σαμαράς και Μαυρουδής Βορίδης συναντώνται με Στέλιο Ράμφο και με εκδοχές του άμβωνα, όταν και οι τρεις ηγέτες των κυρίων κομμάτων – Μητσοτάκης/Ανδρουλάκης/Κασσελάκης κατά την δημοσκοπική σειρά – αυτοτρικλοποδιάζονται με την χρήση διάφορων εκδοχών κομματικής πειθαρχίας προκειμένου να οδηγήσουν τα κοπάδια τους (σε θέμα θεμελιωδών δικαιωμάτων, συνείδησης κ.ο.κ.) και ύστερα το ξανασκέφτονται, δύσκολα θα μπορούσε κανείς να αποφύγει το συμπέρασμα: για μια ακόμη φορά, «βρήκαμε θέμα» για να παίζουμε αυτάρεσκα με την φωτιά.

Θα ξεκινήσουμε με δυο τοποθετήσεις Κυριάκου Μητσοτάκη. Όχι επειδή είναι Πρωθυπουργός σ’ ένα σύστημα πρωθυπουργοκεντρικό και λατρείας της εξουσίας και μηντιακής κυριαρχίας, αλλ’ επειδή και οι δυο αυτές τοποθετήσεις ήταν ανεπίληπτης ευστοχίας: αφενός «πρώτα θα εξηγήσουμε τι θέλουμε, ύστερα θα μιλήσουμε για χρονοδιαγράμματα» και «θέλω να ωριμάσει η συζήτηση στην κοινωνία» (στο τηλεοπτικό εναρκτήριο λάκτισμα, στην συχνότητα της ΕΡΤ/Γιώργο Κουβαρά) αφετέρου «πρόθεσή μου δεν είναι να διχάσω την Ελληνική κοινωνία» (σε φεησμπουκικό πρώτο πρόσωπο, όπως αρμόζει στην εξομολογητική εβδομαδιαία αναφορά προς τον ψηφιακό λαό).

Θα πει κανείς, και δεν θα ‘χει κι άδικο, ότι και τότε που νομοθετήθηκε ο πολιτικός γάμος (μαζί με την συνολικότερη μεταρρύθμιση του οικογενειακού δικαίου) έγιναν φιλότιμες προσπάθειες διχασμού.

O Κυριάκος Μητσοτάκης θυμήθηκε/θύμισε ότι στα θέματα αυτά των μεταρρυθμίσεων στο οικογενειακό δίκαιο η Κεντροαριστερά ήταν που είχε την πρωτοβουλία. (Φωτό: Dimitris Kapantais / SOOC).

Ανεπίληπτη – σοβαρά το λέμε – η διατυπωμένη πρόθεση.  Όπως όμως πήγε το πράγμα, εκείνο που κατορθώνεται όσο προχωράει – όπως προχωράει – η δημόσια συζήτηση, είναι η κοινωνία να διχαστεί. Θα πει κανείς, και δεν θά ‘χει κι άδικο, ότι και τότε που νομοθετήθηκε ο πολιτικός γάμος (μαζί με την συνολικότερη μεταρρύθμιση του οικογενειακού δικαίου) έγιναν φιλότιμες προσπάθειες διχασμού με τον καημένο τον ν.1250/1982 και το π.δ. 391/1982 να θεωρούνται λίγο-πολύ προπύλαια της Κολάσεως από την αβερωφική Ν.Δ. και ισχυρή μερίδα του Τύπου και της Ιεραρχίας αλλά και το σύμφωνο συμβίωσης όταν θεσπίστηκε με τον ν.3719/2008, και εν συνεχεία επεκτάθηκε στα ομόφυλα ζευγάρια με τον ν.4356/2015, είχε φέρει μπουκέτο τοποθετήσεων το 2015 στην Ν.Δ. (19 «ναι» π.χ. Μητσοτάκης, Ντόρα, Χατζηδάκης, Κακλαμάνης/ 29 «όχι» π.χ. Βορίδης, Μηταράκης/27 αποχές π.χ. Σαμαράς, Κ.Αχ. Καραμανλής), στους δε αλήστου μνήμης ΑΝΕΛ με σαφή προτίμηση στο «όχι» και με τον Πάνο Καμμένο να απέχει.

Αν δει κανείς από απόσταση τα πράγματα – δύσκολη μια τέτοια η προσέγγιση στην Ελλάδα, διαχρονικά, αλλ’ ακόμη δυσκολότερη υπόθεση τώρα με τον ιντερνετικό αναβρασμό να βαραίνει πολύ πιο άμεσα την ατμόσφαιρα – θα μπορούσε να πει ότι η κοινωνία ωριμάζει. Ποιος θυμάται τις υπέροχες εκείνες εικόνες π.χ. πριν την αποποινικοποίηση της μοιχείας, με ζευγάρια να οδηγούνται από την αστυνομία με τα σεντόνια στο τμήμα ώστε να ασκηθούν οι προσήκουσες ποινικές διώξεις και να δρομολογηθεί με σταθερή βάση ένα διαζύγιο (αφού μιλούμε για την εποχή προ «αυτόματου»), ή πάλι ποιος θα αναλογισθεί την εποχή της προίκας και των προικώων με όλες τις τραγελαφικές καταστάσεις που δημιουργούνταν; Κοινωνική ωρίμανση: αυτό ήταν που βαθμιαία επήλθε. Απομάκρυνση από μια ηθική που περνάει μέσα από το κρεβάτι των άλλων, απομάκρυνση και από την αντίστοιχη υποκρισία και την καλλιέργεια διχαστικότητας.

Ο πρωθυπουργός έδωσε τον κεντρικό λόγο στον Μάκη Βορίδη, τον λειτουργούντα έως τώρα ως ανάχωμα της Ν.Δ. προς τα δεξιότερα, ο οποίος είπε το πολυσήμαντο «κι αν φύγω (από υπουργός Επικρατείας) δεν έχασε η Βενετιά βελόνι».

Ο Αντώνης Σαμαράς είχε τοποθετηθεί «κάθετα» επί του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών (φωτό: Menelaos Myrillas/ SOOC).

Δικαίως ή/και επιδέξια ο Κυριάκος Μητσοτάκης θυμήθηκε/θύμισε ότι στα θέματα αυτά των μεταρρυθμίσεων στο οικογενειακό δίκαιο η Κεντροαριστερά ήταν που είχε την πρωτοβουλία (βέβαια… το 2015 το Σύμφωνο Συμβίωσης ήταν πρωτοβουλία ΣΥΡΙΖΑ, που μάλλον ο Κυριάκος δεν τον κατατάσσει στην Κεντροαριστερά!), επιδιώκοντας έτσι να αναδειχθεί η τωρινή αμηχανία του «απέναντι» χώρου. Με τον Νίκο Ανδρουλάκη να πορεύεται ως ΠΑΣΟΚ τον περίεργο ισορροπισμό του «δεν πρόκειται να δένουμε εμείς τα κορδόνια της ΝΔ». Με την τριπλέτα Στέφανου Κασσελάκη-Δώρας Αυγέρη-Παύλου Πολάκη («πάνω από τα 300 μέτρα υψόμετρο στην Κρήτη») να μπλέκεται γύρω από την υπόθεση της κομματικής πειθαρχίας, τι σημαίνει και τι δεν σημαίνει, πέρα δηλαδή από μια ευκαιρία για επίδειξη αρχηγικών αντανακλαστικών. Όμως…

…Όμως και ο ίδιος ο Κυριάκος, στην διαχείριση της κυβερνητικής πλειοψηφίας (που, δεν γίνεται, όλο και θυμάται αταβιστικά το αβερωφικό «όποιος φεύγει από το μαντρί, τον τρώει ο λύκος») έτσι που έπαιξε με την προτροπή προς αποχή κάποιων συνειδησιακά πιεσμένων (λέμε τώρα…) βουλευτών ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι ψήφοι «κατά», έτσι και που διαφοροποίησε υπουργούς (και υφυπουργούς; Δεν είναι οι τελευταίοι κατά κυριολεξίαν μέλη της Κυβέρνησης) από τους βουλευτές, έτσι που έκανε άγαρμπο ηχείο του τον όλο και παρεμβατικότερο κυβερνητικό εκπρόσωπο Παύλο Μαρινάκη (αυτού μάλλον εζήλωσε την δόξα η Δώρα Αυγέρη στην παραπέρα γειτονιά ΣΥΡΙΖΑ), κατάφερε τι;

Να αναδείξει την ένταση διαφωνίας/διαφοροποίησης του Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος σημειωτέον είχε τοποθετηθεί «κάθετα» επί του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών στους … εορτασμούς της Ημέρας της Ευρώπης, στο Ζάππειο, την άνοιξη που μας πέρασε, συν να δώσει κεντρικά τον λόγο στον Μάκη Βορίδη, τον λειτουργούντα έως τώρα ως ανάχωμα της Ν.Δ. προς τα δεξιά/δεξιότερα, με εκείνο το πολυσήμαντο «κι αν φύγω (από υπουργός Επικρατείας) δεν έχασε η Βενετιά βελόνι». Κυρίως όμως, με την διοργάνωση φροντιστηρίων Σκέρτσου κ.ο.κ. προκειμένου να πεισθεί το ασκέρι να ακολουθήσει, έδωσε την ευκαιρία ή μάλλον υποχρέωσε ανθρώπους σαν τον Νικήτα Κακλαμάνη να αποστασιοποιηθούν και να δείξουν την δυσφορία τους για την υποτίμηση της προσωπικότητας των βουλευτών (οι οποίοι, κατά το υψηλόφρον άρθρο 51 παρα 2 Σ «αντιπροσωπεύουν το Εθνος»).

Η Εκκλησία, που έχει κάθε δικαίωμα να εκφράζεται σε παρόμοια ζητήματα ως μεγάλη, πελώρια ΜΚΟ, βρήκε νέα νάρκη για να πατήσει.

Με τις κινήσεις του, ο πρωθυπουργός υποχρέωσε ανθρώπους σαν τον Νικήτα Κακλαμάνη να αποστασιοποιηθούν και να δείξουν την δυσφορία τους για αυτό που θεωρεί υποτίμηση της προσωπικότητας των βουλευτών. (φωτό: George Vitsaras / SOOC).

Συνολικά, λοιπόν, η ευρύτερη δημόσια και η στενότερη πολιτική διαχείριση του θέματος του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών λειτούργησε – το είδαμε και θα συνεχίσουμε κατά τα φαινόμενα, να το βλέπουμε – ως τρόπος αρχηγικής επιβολής ανά τα κόμματα και ως φιτίλιασμα αντιθέσεων. Την ώρα που, υποτίθεται, επρόκειτο για ζήτημα (α) θεμελιωδών δικαιωμάτων, (β) αναγνώρισης της κοινωνικής ωρίμανσης, (γ) άντε!, έστω και ώθησης της κοινωνίας προς μια προοδευτικότερη κατεύθυνση. (βέβαια… Ν.Δ. και προοδευτική επιλογή, κάπου η διατύπωση ζόριζε όπως μας προέκυψε!).

Αντί γι αυτό, η μεν ιντερνετική μοχθηρότητα και ο οπισθοδρομισμός (άλλο συντηρητισμός, άλλο οπισθοδρομισμός) βρήκαν να ανοίγεται μπροστά τους πεδίον δόξης λαμπρόν. Η Εκκλησία, που έχει κάθε δικαίωμα να εκφράζεται σε παρόμοια ζητήματα ως μεγάλη, πελώρια ΜΚΟ με εσωτερικό ηθικό κανόνα αλλ’ όχι με δικαίωμα διεκδίκησης θεσμικού ρόλου (το έμαθε την επομένη των λαοσυνάξεων Χριστόδουλου στο πεδίο της αναγραφής θρησκεύματος στις ταυτότητες, θυμήθηκε και την αυτοσυγκράτηση Σεραφείμ στην εποχή του πολιτικού γάμου…) βρήκε νέα νάρκη για να πατήσει. Στην Φρουρά, την γραφική εκείνη ομάδα που θεωρούσε ότι εκφράζει τον Μητσοτάκη/τον Μητσοτακισμό πιο αυθεντικά από οποιονδήποτε άλλο, ανοίγεται επίσης πεδίον δόξης λαμπρόν αλλά με τεχνικά προβλήματα γιατί είναι δύσκολο εδώ το μαύρο/άσπρο.

Και, βέβαια, ένα τελευταίο: προκειμένου να χτιστεί επιχείρημα υπέρ της νομοθετήσεως του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών με περιορισμένη τεκνοθεσία, γίνεται όλο και περισσότερες αναφορές σε Ευρώπη, σε Ευρωπαϊκή κανονικότητα, σε ολοκλήρωση του Ευρωπαϊκού ανήκειν της Ελλάδας. Σε θέμα, όμως, θεμελιωδών δικαιωμάτων, και μάλιστα σε μια χώρα όπου είναι εξαιρετικά αμφίβολος ο θεσμικός σεβασμός στην νομολογία π.χ. του Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων («δίκαια δίκη»/διάρκεια των δικών, κατάσταση στις φυλακές, μεταχείριση των προσφύγων (μεταναστών αυτοπροσδιορισμός Τουρκικής μειονότητας) ή και του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά τα θέματα δικαιωμάτων, είναι λιγάκι υποτιμητικό της αξίας της συζήτησης το να χρησιμοποιείται το εργαλείο «να γίνουμε (και σ’ αυτό) Ευρώπη».

 

Διαβάστε ακόμα: Καζαμίας 2024. Bουτιά στο «κενό» και ας ευχηθούμε να λειτουργεί το αλεξίπτωτο. 

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top