Όποιος δεν έχει ταξιδέψει με τα παλιά βαπόρια των Αγούδημου, Βεντούρη κ.α. δεν ξέρει τί θα πει κακό σέρβις. Ήταν τόσο κακό που είχε… πλάκα.

Πρόλαβα την εποχή που, όχι μόνο στον δημόσιο τομέα (εκεί, σε μεγάλο βαθμό το πρόβλημα συνεχίζεται) αλλά και στον ιδιωτικό τομέα των μικρομεσαίων -κυρίως- επιχειρήσεων, βασίλευε η αγένεια και η αδιαφορία. Δεν υπήρχε καμία κουλτούρα εξυπηρέτησης, λόγω άγνοιας, βαρεμάρας, μειωμένου ανταγωνισμού και σχεδόν καθολικής έλλειψης φιλοδοξίας. Το σέρβις στη χώρα ήταν τόσο οπισθοδρομικό γενικά που το έλεγες… «αθώο» (και αρκετά μίζερο βέβαια).

Μονάχα το φιλότιμο ορισμένων ανθρώπων που είχαν τα διάφορα μπακάλικα, οδοντιατρεία, ταξί, περίπτερα κλπ. έσωζε την κατάσταση. Για παράδειγμα μπορεί η γυναίκα του ταβερνιάρη να δούλευε 14 ώρες με αυταπάρνηση για να ταΐσει τον κόσμο, αλλά τα γκαρσόνια είχαν απεριποίητο παρουσιαστικό και ύφος μόνιμα περίλυπο. Τους ενοχλούσε τρομερά που ήταν σερβιτόροι.

Μπορεί ένας περιπτεράς να ιδροκοπούσε μέσα στο κουτάκι του όλη μέρα και να είχε μια καλή κουβέντα να πει για τον καθένα, αλλά όταν έρχονταν το απόγευμα ο γιος του να τον σκαντζάρει για να ξαπλώσει ο μπαμπάς μια ωρίτσα, το παιδί δεν σου μιλούσε, δεν σε κοιτούσε, και σχεδόν μούγκριζε όταν σου έδινε τα ρέστα. Ο μπαμπάς δεν του είχε μάθει να εξυπηρετεί τον πελάτη.

Τι να πεις για τους μυρωδάτους ταξιτζήδες που έπαιρναν κούρσα όποιον ήθελαν, σε άφηναν όπου ήθελαν και άκουγαν -καπνίζοντας ασταμάτητα- τα πιο παράφωνα σκυλάδικα;

Παλιά οι ταξιτζήδες σου έκαναν χάρη που σε έβαζαν στο αυτοκίνητό τους.

Άλλοτε σε κάποιο συνοικιακό μπακάλικο δούλευαν ολόκληρες οικογένειες κακομούτσουνων. Η ξινή γριά, η ανεπρόκοπη κόρη, ο εγγονός που έτρωγε κρύο παστίτσιο και δεν κούναγε το δακτυλάκι του να σε εξυπηρετήσει ενώ έψαχνες μέσα στη σκόνη, ένα κουτάκι Tide για πλύσιμο στο χέρι.

Για τους μυρωδάτους ταξιτζήδες που έπαιρναν κούρσα όποιον ήθελαν, σε άφηναν όπου ήθελαν και άκουγαν -καπνίζοντας ασταμάτητα- τα πιο παράφωνα σκυλάδικα δεν χρειάζεται να επεκταθώ, οι ιστορίες είναι γνωστές στα όρια του κλισέ και πέρα για πέρα αληθινές.

Στην ταβέρνα σου έφερναν τα καρπούζια με τα αποφάγια και τα ψαροκόκαλα στο τραπέζι. Αν ήθελες νερό, πήγαινες μόνος στην κουζίνα να το φέρεις.

Στο προποτζίδικο σου πέταγαν τα ρέστα, στο ψιλικατζίδικο σου κατέβαζαν τα μούτρα αν δεν είχες ψιλά -κάθε φορά, χωρίς εξαίρεση- στην ταβέρνα σου έφερναν τα καρπούζια με τα αποφάγια και τα ψαροκόκαλα στο τραπέζι, πολλές φορές πήγαινες μόνος μέσα για να φέρεις ένα μπουκάλι νερό και σχεδόν πάντα έπρεπε να παρακαλέσεις δυο και τρεις φορές για τον λογαριασμό. Μην πούμε για τις τουαλέτες…

Δεν ήταν μόνο οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες και οι υπάλληλοι τους αγενείς. Σχεδόν όλοι οι πολίτες αυτής της χώρας ήταν ανάγωγοι. Εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες κόρναραν, πέταγαν τα τσιγάρα από το παράθυρο, άφηναν τα σκουπίδια τους έξω από την πόρτα και ούτω καθεξής. Για να δώσω ένα μόνο παράδειγμα αντικοινωνικής συμπεριφοράς, δεν υπήρχε ούτε ένας ιδιοκτήτης σκύλου που να μαζεύει τα περιττώματα του ζώου του όπως κάνουν σήμερα τουλάχιστον οι μισοί.

Παλιά στις ταβέρνες παρακαλούσες να σου φέρουν τον λογαριασμό. (Photo: SOOC).

Παρά την γενικευμένη αγένεια ωστόσο, το πιο εντυπωσιακό ήταν να είσαι πελάτης, να θες δηλαδή να δώσεις χρήματα στον επιχειρηματία/επιτηδευματία και να πρέπει να τον… παρακαλέσεις (!). Έτσι βγήκαν οι παγκοσμίως πρωτότυπες εκφράσεις «ένα νεράκι αν σας είναι εύκολο», «το λογαριασμό όποτε βολεύει», «στο τέρμα του δρόμου με αφήνετε και συνεχίζετε -μη στρίβετε», «χίλια συγγνώμη έχω πεντοχίλιαρο (δραχμές)», «ξέρετε αν θα αργήσει ο γιατρός γιατί περιμένω τρεις ώρες;» και ούτω καθ’εξής, από έντρομους και ενοχικούς πελάτες.

Κουβέντες πελατών που ακούγονται μόνο στην Ελλάδα: «ένα νεράκι αν σας είναι εύκολο», «το λογαριασμό όποτε βολεύει», «ξέρετε αν θα αργήσει ο γιατρός γιατί περιμένω τρεις ώρες».

Άλλωστε, όπως δεν υπήρχε κουλτούρα εξυπηρέτησης έτσι δεν υπήρχε και η κουλτούρα του πελάτη. Γι’ αυτό οι νοικοκυρές δέχονταν αδιαμαρτύρητα να περιμένουν όλη μέρα τον υδραυλικό μήπως και περάσει, οι ασθενείς άκουγαν με σκυμμένο κεφάλι τον γιατρό να τους μιλά στον ενικό, και οι πελάτες των συνεργείων γελούσαν δουλικά με τα σεξιστικά αστεία του γκαραζιέρη για τις τσιμούχες και τις φλάντζες προσευχόμενοι από μέσα τους να μην τους κατακλέψει στα ανταλλακτικά.

Όπως είπαμε και εισαγωγικά, τα παραπάνω αναφέρονται στον ιδιωτικό τομέα, διότι αν πιάσουμε το δημόσιο, θα δούμε υπαλλήλους για παράδειγμα στην εφορία οι οποίοι επί δεκαετίες απευθύνονταν στους πολίτες σαν να είναι μυρμήγκια όταν δεν τους γκάριζαν κατάμουτρα εκτοξεύοντας και σταγονίδια σιέλου.

Ευτυχώς, πάψαμε να περηφανευόμαστε πως δεν θα γίνουμε τα γκαρσόνια της Ευρώπης (φωτογραφία: Sooc).

Ως πρόσφατα εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες κόρναραν, πέταγαν τα τσιγάρα από το παράθυρο, άφηναν τα σκουπίδια τους έξω από την πόρτα και ούτω καθεξής.

Σήμερα, από την άλλη, είναι όλα αγγελικά και καθωσπρέπει; Προφανώς και όχι. Ωστόσο η πρόοδος που έχει γίνει σε πολλούς τομείς είναι αλματώδης. Στα εστιατόρια η κουλτούρα της εξυπηρέτησης και η ευγένεια του προσωπικού είναι η μέρα με τη νύχτα σε σχέση με το παρελθόν.

Στα διάφορα μαγαζάκια και λόγω του ανταγωνισμού με τις πολυεθνικές οι ιδιοκτήτες και οι εργαζόμενοι έχουν πια σηκώσει τα μανίκια. Ακόμα και τα ταξί είναι αγνώριστα από κάθε άποψη σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν.

Έχουμε ακόμα δρόμο να διανύσουμε για να αποκτήσουμε σύγχρονη κουλτούρα σέρβις και να εξυπηρετούμε με επαγγελματισμό, κέφι και εν τέλει υπερηφάνεια, σε όλους τους τομείς. Όμως είναι βέβαιο ότι έχουμε αφήσει πίσω κομπλεξικές αντιλήψεις του παρελθόντος ότι «δεν θα γίνουμε τα γκαρσόνια της Ευρώπης» για να θυμηθούμε τη λαϊκίστικη πομφόλυγα του Ανδρέα Παπανδρέου. Ο τουρισμός μας όπου εξυπηρετούνται δεκάδες εκατομμύρια επισκέπτες είναι αδιάψευστος μάρτυρας.

Στο κάτω κάτω δεν χρειάζεται να αλλάξουμε την ιδιοσυγκρασία μας και να γίνουμε… μπαλινέζοι “δουλικοί” περιποιητές. Το φιλότιμο, το καθαρό κούτελο, η ευρηματικότητα μας υπό πίεση και η απροσποίητη θέρμη μας, φτάνουν και περισσεύουν. Αρκεί να καταλάβουμε οριστικά ότι η ευγένεια δεν είναι αδυναμία αλλά μια μυστική υπερδύναμη που ανοίγει όλες τις πόρτες και ωφελεί πρωτίστως τον ίδιο τον ευγενή.

 

Διαβάστε ακόμα: Ελλάδα και βασιλεία; Το «Στέμμα» μας, είναι ο Παρθενώνας!

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top