«Εκεί που σκόνταφταν τα μάτια σου προορισμός υακίνθων», γράφει ο Αλέξης Τραϊανός –αυτόχειρας και ο ίδιος. (Φωτογραφία: Godron Ames Lameyer | The Lilly Library, Indiana University)

Αλέξης Τραϊανός, «Μια βραδιά με τη Σύλβια Πλαθ»

Ανεβοκατεβαίνω αυτό το ήρεμο γκρίζο
Τσιγάρα και συνήθειες του χειμώνα
Προφέροντας το όνομά σου κοιτάζοντας τη φωτογραφία σου
Με το γέλιο σου να κουνιέται πίσω απ’ το οινόπνευμα της λάμπας
Μερικά χρόνια προτού πεθάνεις απ’ το ίδιο σου το χέρι

Απ’ τα φύλλα μου λείπει το χαρτί που μου κλέψανε
Πρέπει να σε κουβαλήσω από κει που ήσουν
Μ’ ένα γυμνό λαμπτήρα μέσα στο κάθε μάτι
Το άσχημο φως της κατοχής σου

Τώρα ξέρω αυτό το φως πίσω από κάθε άγαλμα
Μα ποιος του κόλλησε αυτά τ’ άσπρα μαλλιά
Άφησέ με να επισκευάσω τις λέξεις μου εσένα το βλέμμα μου
Είδα ήτανε μια προσωπίδα τρομερή μέσα στη ζωή
Καθένας μας μ’ ένα κουτί και το κεφάλι του μέσα

Όχι δεν θα έρθει κανείς
Μη γελάς κι ας είμαστε εδώ σ’ αυτό τον κλειστό σταθμό
Δίπλα στη θάλασσα κάτι θέλοντας να πω
Όπως θα ήθελα να το πω και δεν είναι
Και παρασέρνει σα σκοινί το πρόσωπό μου
Μπροστά στο λάκκο με το αλάτι και το ξύδι

Άφησέ με να μη σου μιλώ λοιπόν
Είμαστε το ζευγάρι που δεν έχει πού να πάει πια
Το τρένο έφυγε όπως στο σινεμά
Μπορείς να κρυφτείς στην τουαλέτα όλο το βράδυ
Για να το δεις να φεύγει πάλι
Έγινε ο κόσμος για να βλεπόμαστε μισοί μες στο χαμό
Σαν ένα μισοφώτιστο πορνό
Μυαλό π’ αχνίζει ποίηση κι αλκοόλ
Τα μάτια μου τα εμποδίζουνε οι προβολείς
Μιας χώρας που λιώνει στο σπριπ τιζ
Ανεβοκατεβαίνω αυτό το ήρεμο γκρίζο
Συχωρέθηκα σε μια λέξη
Προφέροντας τ’ όνομά σου κοιτάζοντας τη φωτογραφία σου
Μερικά χρόνια προτού πεθάνεις απ’ το ίδιο σου το χέρι

Το γκάζι μιλά καλύτερα απ’ τη σιωπή ή τους ανθρώπους
Μυρίζει όταν κανένας δεν έρχεται να μυρίσεις
Τ’ ανοίγεις εσύ ή οι άλλοι για σένα ή για τους άλλους
Ένα ουδέτερο ρύγχος ίσως απ’ το ταβάνι

Ρύγχη λουλουδιών γκάζι λουλουδιών
Πολιορκούσαν το αίμα σου άφαντο
Μελανιασμένο σ’ ένα χαρτί της νύχτας
Ή στις 4 το πρωί ανάθεμα της ποίησης
Της σφιγμένης γροθιάς πάνω στο άπλετο μαύρο
Εκεί που σκόνταφταν τα μάτια σου προορισμός υακίνθων
Κάνοντάς το πάλι
Νόημα των λέξεων νόημα ματιών απονενοημένων
Χείλια του ποτέ πια
Στις 4 το πρωί με τις άσπρες κλεψύδρες του γαλατά
Η αιώνια ώρα στο φιλντισένιο κορμί σου
Στο υγιεινό δωμάτιο με το κλάμα και τους καπνούς
Τους ήχους της σήψης ναυαγισμένους γύρω απ’ το αμπαζούρ
Και το ποίημα ανάποδο
Να πηγαινοέρχεται απ’ τη κρεβατοκάμαρα στην κουζίνα
Ανασταινόσουν και πέθαινες Λαίδη Λαζάρου

                                                                                               28.2.74

 

(Από τη συλλογή «Η κλεψύδρα με τις στάχτες», εκδ. Εγνατία 1975. Συγκεντρωτική έκδοση «Αλέξης Τραϊανός, Φύλακας ερειπίων», επιμέλεια Αλέξης Ζήρας και Στέφανος Μπεκατώρος, εκδ. Πλέθρον, 1991)

 

Ακούστε την Σύλβια Πλαθ να διαβάσει το ποίημά της «Lady Lazarus»:

 

Στην επόμενη σελίδα: «Ήχοι βημάτων ακαθόριστων, επισκέψεων θανάτου».

1 2 3 4 5

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top