«Η βάση του θεάτρου είναι η ζωντανή σχέση του ηθοποιού με τον θεατή -κι αυτό δεν αντικαθίσταται με καμία άλλη συνθήκη».

Είναι μια γυναίκα στην οποία, σχεδόν, δεν μπορείς να βρεις ψεγάδι. Θέλω να πω πως όσο την ξέρω είναι πάντα χαμογελαστή και ευγενική, έτοιμη για πλάκα και χαβαλέ, υποστηρικτική με ενδιαφέρον για τους γύρω χωρίς εγωκεντρισμό, συνεπής επαγγελματίας. Κάτι στραβό θα ‘χει που δεν το έχω ανακαλύψει ακόμη… Όμως, μπορώ να πω ότι μου αρέσει πάρα πολύ ο τρόπος που σκέφτεται, αυτή η αίσθηση της πραγματικότητας με μία προσαρμοστικότητα και στωικότητα θαυμαστή. Θα έλεγα ότι η λέξη «δίκαιο» τη χαρακτηρίζει – προσπαθεί να το ανακαλύψει και να το εφαρμόσει, με διάφορους τρόπους, σε διάφορους τομείς. Επίσης, μου άρεσε πάντα ο πολύ ψηλός λαιμός της, που επαυξάνει την απαράμιλλη κομψότητα των χαρακτηριστικών του προσώπου της.

Support art-workers, Βίκυ;
Aσφαλώς και support, ασφαλώς να μην μείνουμε με δεμένα χέρια και άπραγοι, όμως χρειάζεται ψυχραιμία. Δεν μου αρέσουν ούτε οι υπερβολές ούτε οι καταστροφολογίες. Ναι, πρέπει το κράτος κάπως να μας στηρίξει και κάτι να σκεφτεί πιο βοηθητικό για εμάς εν τω συνόλω – διότι ίσως να έχουμε πληγεί περισσότερο από πολλούς αναλογικά – αλλά δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα όπως εμφανίζονται. Θέλω να πω ότι ακόμη και για να καταφέρεις να καθίσεις 500 άτομα σε ένα θέατρο με πέτρινα καθίσματα που δεν μετακινούνται χρειάζεσαι ώρες και πολλούς ανθρώπους. Επίσης, μία παράσταση δεν είναι σινεμά – για να ανέβει και να λειτουργήσει όπως πρέπει δουλεύει συνεχώς και πολύς κόσμος από πίσω. Επιπροσθέτως, πώς και για πόσους αποδεικνύεται ότι δουλεύουν ενεργά στον χώρο του θεάματος και μόνον; Επιτρέψαμε μαύρη εργασία αυτά τα χρόνια και τώρα την πληρώνουμε – φταίμε και εμείς. Δεν μπορώ, τέλος, να πιστέψω πως ολόκληρη η επιστημονική κοινότητα αποφάσισε να εξαφανίσει τον καλλιτεχνικό κόσμο! Προφανώς έγιναν λάθη και χρειάζονται άμεσα κινήσεις, αλλά επαναλαμβάνω, με ψυχραιμία.

– Πώς σου φάνηκε η τακτική των online θεατρικών παραστάσεων που  καθιερώθηκε αυτό το διάστημα;
Καταλαβαίνω ότι κάλυψε μια ανάγκη αυτή τη στιγμή αλλά θα είναι λάθος αν παγιωθεί. Η βάση του θεάτρου είναι η ζωντανή σχέση του ηθοποιού με τον θεατή -κι αυτό δεν αντικαθίσταται με καμία άλλη συνθήκη. Υπάρχει άλλο μέσο, το οποίο είναι φτιαγμένο για παρακολούθηση εξ αποστάσεως, κι αυτό είναι οι ταινίες -όχι πάντως το θέατρο. Η βιντεοσκόπηση μιας θεατρικής παράστασης εξυπηρετεί μόνο την ύπαρξη ενός αρχείου, κατά τη γνώμη μου.

«Είμαι ένας φύσει αισιόδοξος άνθρωπος που, πάντα θα δει την καλή πλευρά των πραγμάτων».

Aπό όσο σε γνωρίζω, είσαι άνθρωπος που βγαίνει πολύ έξω, πέρα από τις παραστάσεις. Πώς βίωσες αυτή την περίοδο; Αντεξες;
Τις περισσότερες μέρες, ήμουν καλά. Απλώς υπήρχαν – και υπάρχουν – και κάποιες μέρες που ζορίζομαι, γιατί, πράγματι, είμαι άνθρωπος που δεν μένει πολύ εντός. Διαπιστώνω, όμως, τώρα ότι πολλές φορές το απολαμβάνω που μένω στο σπίτι και σκέφτομαι ότι όταν θα έχει τελειώσει όλο αυτό που περνάμε, μπορεί και να το νοσταλγήσω αυτό το κομμάτι.

– Εσύ φοβάσαι εύκολα ή είσαι ένας ισορροπημένος άνθρωπος γενικά;
Δεν ξέρω αν οφείλεται στο ζώδιο, που είμαι Ζυγός, αλλά γενικά δεν είμαι ποτέ των άκρων. Στην παιδική μου ηλικία ήμουν ένα τολμηρό παιδί, αλλά μέσα στα όρια. Έχω βέβαια περάσει περιόδους ανισορροπίας, αλλά σε γενικές γραμμές προσπαθώ να κρατάω την ψυχραιμία μου. Είμαι ένας φύσει αισιόδοξος άνθρωπος που, πάντα θα δει την καλή πλευρά των πραγμάτων.

– Με τους γονείς σου είσαι κοντά;
Τον πατέρα μου δεν τον γνώρισα πολύ, τον έχασα νωρίς, στην εφηβεία μου, και πριν απ’ αυτό είχαμε ζήσει αρκετά χρόνια χώρια γιατί δούλευε στη Γερμανία. Γενικά πάντως δεν μοιάζω ιδιαίτερα ούτε με τον μπαμπά μου ούτε με τη μαμά μου  -έχω πάρει στοιχεία και από τους δύο. Η μαμά μου είναι Γερμανίδα, δυνατός χαρακτήρας, που όμως συχνά μπορεί να έχανε την ψυχραιμία της. Εγώ και ο αδελφός μου γεννηθήκαμε στη Γερμανία και εκεί περάσαμε τα πρώτα μας χρόνια.

«Υπήρχαν – και υπάρχουν – και κάποιες μέρες της καραντίνας που ζορίζομαι, γιατί, πράγματι, είμαι άνθρωπος που δεν μένει πολύ εντός».

– Έχεις κρατήσει επαφές με αυτή τη χώρα;
Ναι, εξάλλου πήγαινα πολύ συχνά. Πιστεύω μάλιστα ότι η Γερμανία και η Ελλάδα είναι δυο χώρες που αλληλοσυμπληρώνονται με πολύ ωραίο τρόπο. Κατ’ αρχάς η γερμανική γλώσσα, η φιλοσοφία και η λογοτεχνία έχουν στηριχθεί πάρα πολύ στον ελληνικό πολιτισμό. Απ’ την πλευρά της Γερμανίας δηλαδή υπάρχει μια πολύ ιδιαίτερη προσέγγιση της Ελλάδας με αποτέλεσμα να έχουν επηρεαστεί πολύ καθοριστικά – ιστορικά μιλώντας. Αν μπορεί κανείς να δει με ψυχραιμία αυτή τη σχέση των δύο χωρών, πέρα από τις πολιτικές, κυρίως, αντιπαλότητες που δημιουργήθηκαν στα χρόνια της κρίσης, θα το καταλάβει.

»Ασφαλώς και πολύ συχνά διαφωνώ με τον τρόπο που μας αντιμετωπίζουν οι Γερμανοί, ιδίως κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, αλλά ακόμη και τώρα με την υγειονομική κρίση, η συμπεριφορά τους με εκπλήσσει. Είναι θέμα πολιτικής βέβαια, δεν μιλάω για τους λαούς, αν και οι Γερμανοί είναι προτεστάντες κι αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό που δεν μπορούμε να το αγνοήσουμε. Ο προτεσταντισμός έχει κάτι φοβερά ενοχικό και αυστηρό στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται το πώς πρέπει να κάνεις τα πράγματα, πώς πρέπει να βγάζεις λεφτά – πρόκειται για μια ολόκληρη στάση ζωής, άγνωστη σε εμάς.

«Όταν φοράνε μια ταμπέλα σε έναν λαό, είναι πολύ εύκολο αυτός ο λαός να αρχίσει να φέρεται έτσι όπως δηλώνει αυτή η ταμπέλα».

– Έχει όμως και καλά στοιχεία, όπως το κομμάτι της ατομικής ευθύνης και της συνειδητοποίησης ότι ανήκεις κάπου, το οποίο πρέπει να το σεβαστείς.
Βέβαια. Εξάλλου δεν υπάρχει μόνο μία πλευρά στα πράγματα. Δεν υπάρχει έθνος που έχει μόνο αρνητικά στοιχεία, υπάρχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, τα οποία μάλιστα, κατά τη γνώμη μου, υπερτονίζονται πολλές φορές, ίσως για λόγους συμφέροντος. Και όπως και στη ζωή, δεχόμαστε τους ρόλους που κάποιοι μας φορτώνουν και σιγά σιγά τους υιοθετούμε, έτσι συμβαίνει και με τους λαούς. Όταν φοράνε μια ταμπέλα σε έναν λαό, είναι πολύ εύκολο αυτός ο λαός να αρχίσει να φέρεται έτσι όπως δηλώνει αυτή η ταμπέλα.

– Πού πιστεύεις ότι οφείλεται η καλή στάση των Ελλήνων απέναντι στα μέτρα για τον κορωνοϊό; Οφείλεται ίσως και στην τιμωρητική απειλή των προστίμων;
Οι νόμοι πρέπει να υπάρχουν και πρέπει να εφαρμόζονται. Σαφέστατα υπήρχε ο φόβος των προστίμων, δεν πιστεύω όμως ότι ήταν μόνο αυτό. Νομίζω ότι ήταν ο συνδυασμός διαφόρων πραγμάτων όπως ο τρόπος με τον οποίο υπάρχει η ελληνική οικογένεια, στην οποία οι γονείς αλλά και τα αδέλφια και οι παππούδες και οι γιαγιάδες βρίσκονται κοντά και υπάρχει μια αλληλοϋποστήριξη όπως και μία έγνοια για την υγεία του ενός από τον άλλον. Επίσης, σ’ αυτή την κατάσταση, το κράτος έδειξε άμεσα αντανακλαστικά και λειτούργησε προστατευτικά. Αυτό οφείλεται πολύ στο πρόσωπο του κ. Τσιόδρα, με την έννοια ότι είναι ένας άνθρωπος ο οποίος μίλησε σε μια γλώσσα που είχαμε ξεχάσει, με μια πραότητα και κυρίως αλήθεια. Αυτό νομίζω άγγιξε το φιλότιμο του Έλληνα.

«Πιστεύω ότι η Γερμανία και η Ελλάδα είναι δυο χώρες που αλληλοσυμπληρώνονται με πολύ ωραίο τρόπο».

– Όταν τελείωσες το λύκειο, πήγες μετά κατευθείαν σε σχολή θεάτρου;
Όχι, πέρασα στο Πάντειο, γιατί το είχα υποσχεθεί στον μπαμπά μου, ο οποίος μου έλεγε, «να κάνεις ό,τι θέλεις αλλά πρέπει να έχεις στα χέρια σου και ένα πτυχίο». Είχε καταλάβει προς τα πού κλίνω και φοβόταν μην πεθάνω στην ψάθα, όπως λέμε. Του το έκανα το χατίρι αλλά όχι ολόκληρο – δεν την τελείωσα τη σχολή. Πριν από καμιά δεκαριά χρόνια προσπάθησα να ολοκληρώσω αυτές τις σπουδές μου, και μάλιστα για έξι μήνες ήμουν η πιο επιμελής φοιτήτρια, αλλά και πάλι έμεινε εκεί. Γενικά θέλω να μαθαίνω διαρκώς πράγματα στη ζωή μου, με διακρίνει η περιέργεια για πολλά πράγματα.

– Στο θέατρο, τι ονειρεύεσαι να κάνεις που δεν το έχεις κάνει μέχρι τώρα;

Συνεχίζω να ονειρεύομαι συνεργασίες -ρόλους όχι και τόσο. Θέλω να κάνω κι άλλα πράγματα ως ηθοποιός, αλλά σαφέστατα με ενδιαφέρει πια και η σκηνοθεσία. Έχω ήδη κάνει μία και ετοιμαζόμουν να κάνω μια δεύτερη τώρα αλλά δεν το βλέπω να γίνεται άμεσα.

– Δεν σε φοβίζει αυτή η ευθύνη;
Καθόλου δεν με φοβίζει. Όταν το έκανα για πρώτη φορά, έμεινα έκπληκτη από το πόσο εύκολα μπήκα σε αυτή τη διαδικασία, ασχέτως του αποτελέσματος. Το πώς εγώ ένιωθα τόσο οικεία, χωρίς καθόλου φόβο, καθόλου άγχος, με αίσθηση της ευθύνης χωρίς όμως να με πλακώνει, κάτι που το έχω νιώσει ως ηθοποιός βγαίνοντας στη σκηνή. Γιατί έχω περάσει πολύ δύσκολες στιγμές ως ηθοποιός.

– Με τι σχετίζεται αυτό, με μια ανωριμότητα που πιστεύεις ίσως ότι έχεις ως ηθοποιός ή με μια ωριμότητα που φέρνει πιο έντονα τη συναίσθηση των πραγμάτων;
Αυτό μου συνέβαινε κυρίως όταν ήμουν νεότερη και δεν ξέρω αν είχε να κάνει με την ανωριμότητα αλλά είχε σίγουρα να κάνει με μια διαστρεβλωμένη αίσθηση ευθύνης που είχα απέναντι στο πράγμα. Θεωρούσα δηλαδή ότι αν γινόταν ένα λάθος, έχει καταστραφεί ο κόσμος. Λες και ήμουν νευροχειρουργός και έκανα λάθος στην επέμβαση. Πίστευα ότι το θέατρο είναι κάτι που πρέπει να γίνεται πάρα πολύ σοβαρά και πρέπει να προσέχουμε το παραμικρό και μη τυχόν γελάσουμε και μη τυχόν το ένα και μη τυχόν το άλλο. Ένα αυστηρό πλαίσιο, δηλαδή, στο οποίο πίστευα ότι έπρεπε να μπαίνω όταν παίζω. Μεγαλώνοντας όμως κατάλαβα ότι για να κάνεις καλό θέατρο πρέπει να μη φοβάσαι όλα αυτά που φοβόμουν -και αυτό με απελευθέρωσε. Γιατί τότε βλέπεις ότι αυτό που κάνεις, έχει και χαρά, δεν έχει μόνο άγχος, κι έχει και τρέλα, που είναι τόσο λυτρωτική. Τώρα είμαι πιο χαλαρή.

«Είμαι vegeterian γιατί έχω αδυναμία στα ζώα και πάντα μου φαινόταν παράλογη αυτή η υπερκατανάλωση κρέατος που γίνεται».

– Αυτή την πορεία σου τη χωρίζεις σε κάποιες περιόδους-σταθμούς; Υπήρξε κάποιος σκηνοθέτης που άφησε τη σφραγίδα του στην εξέλιξή σου ως ηθοποιού;
Όχι, ως προς αυτό το κομμάτι, δεν υπήρξε κάποιος καθοριστικός σκηνοθέτης, ήταν μια δική μου διαδρομή, πολύ μεγάλη. Τώρα που με ρωτάς, σκέφτομαι ότι μέχρι που αρρώστησε ο πατέρας μου ήταν μία περίοδος μόνη της, μετά, από τότε που πέθανε μέχρι και τα 30 μου, μια 14ετία περίπου, ήταν μια δεύτερη περίοδος, αυτή που είχε και τη μεγαλύτερη ένταση, και κατόπιν αλλάζει πάλι η περίοδος και αρχίζουν σταδιακά -αρκετά σταδιακά- να ησυχάζουν τα πράγματα.

– Το παιδί που ήρθε στη ζωή σου σε άλλαξε καθόλου;
Όχι, δεν μπορώ να πω κάτι τέτοιο. Ήμουν ένας υπομονετικός άνθρωπος, εξακολουθώ να είμαι. Ακολουθούμε ένα πρόγραμμα, αλλά θα γίνουν και οι εξαιρέσεις. Θέλω να μην είμαι ασυνεπής ως προς το παιδί, γι’ αυτό προσέχω εξαρχής τι θα του πω. Γενικά το αντιμετωπίζω όπως αντιμετωπίζω και έναν ενήλικα. Δεν απαιτώ βέβαια από το παιδί αντίστοιχη συμπεριφορά, είναι μικρό ακόμη.

«Ήμουν ένας υπομονετικός άνθρωπος, εξακολουθώ να είμαι».

– Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθείς τον χαρακτήρα του παιδιού και να μην του επιβάλλεις, έστω και ασυνείδητα, αυτό που θέλεις εσύ ως γονιός του;
Είναι αρκετά δύσκολο το να μπορείς να διαχωρίσεις ποια είναι τα όρια που βάζεις επειδή εσύ θεωρείς ότι κάτι είναι λάθος, σε σχέση με τον κίνδυνο για το παιδί. Είναι πολύ δυσδιάκριτα τα όρια ανάμεσα στο λέω κάτι επειδή έτσι θα το έκανα εγώ και στο λέω κάτι επειδή υπάρχει κάποιος άλλος λόγος. Γενικά πάντως αυτό που σκέφτομαι είναι να είναι υγιής, να γίνει ένας καλός άνθρωπος και να κάνει στη ζωή της αυτό που θεωρεί εκείνη καλό για τον εαυτό της, να είναι ανεξάρτητη και δυνατή.

«Η δουλειά μας, όσο αστείο κι αν ακούγεται, δεν έχει τη βαρύτητα ενός νευροχειρουργού».

– Είσαι vegetarian, πώς προέκυψε αυτό;
Έγινε με μια αργή διαδικασία. Το είχα δοκιμάσει και πριν πάρα πολλά χρόνια, αλλά τότε ήμουν πολύ νέα και το να αποφασίσεις να κόψεις το κρέας και το ψάρι σημαίνει ότι πρέπει να προσέχεις πολύ το πώς θα προσλαμβάνεις τις πρωτεΐνες σου. Γενικά προέκυψε από μια αδυναμία που έχω στα ζώα και πάντα μου φαινόταν παράλογη αυτή η υπερκατανάλωση κρέατος που γίνεται. Επίσης κάποια στιγμή έκανα μια παράσταση, την «Aγία Ιωάννα των Σφαγείων», η οποία, αν και ήδη είχα σταματήσει να τρώω κρέας, επισφράγισε αυτή μου την απόφαση. Διάβασα πολύ και είδα διάφορα ντοκιμαντέρ για τις συνθήκες που ζουν τα ζώα τα οποία είναι προς κατανάλωση. Ένιωσα μια φοβερή απέχθεια για όλο αυτό. Αν ζούσα σε έναν κόσμο όπου οι άνθρωποι τρώνε με μια λογική το κρέας κι όχι κάθε μέρα, δεν θα το έκοβα. Αποφάσισα όμως να μη συμμετέχω πια σ’ αυτή την υπερκατανάλωση.

– Έχεις μπει ποτέ σε αντιπαράθεση με άλλους γι’ αυτό το θέμα;
Όχι, ούτε είμαι από τους ανθρώπους που θέλουν να επιβάλλουν τη γνώμη τους ως προς αυτό. Είναι μια προσωπική υπόθεση, ένας προσωπικός δρόμος και αν κάποιος δεν νιώσει αυτή την ανάγκη, δεν έχει κανένα νόημα να τον πείσω εγώ με αντιπαράθεση. Όπως επίσης και με όλα όσα αφορούν τα περιβαλλοντικά θέματα. Είναι κάτι που μόνος σου πρέπει να το καταλάβεις. Ό,τι και να σου πω εγώ, αν δεν νιώθεις  εσύ τι πρέπει να κάνεις, δεν θα σε πείσω.

«Αν ζούσα σε έναν κόσμο όπου οι άνθρωποι τρώνε με μια λογική το κρέας κι όχι κάθε μέρα, δεν θα το έκοβα».

– Δεν πιστεύεις όμως ότι μέσα από τέτοιους προσωπικούς δρόμους θα μπορούσες να βοηθήσεις και κοινωνικά;
Ναι, θα μπορούσα και όταν μου ζητείται το κάνω. Αλλά στους κοντινούς μου ανθρώπους και στο περιβάλλον μου δεν έχω υπάρξει ποτέ δηκτική. Όσο για το παιδί, πιστεύω ότι πρώτα πρέπει να ολοκληρωθεί η ανάπτυξή του και μετά να αποφασίσει τι θέλει να κάνει ως προς αυτό το θέμα.

– Στο θέατρο σου έχουν τύχει καταστάσεις που σε έχουν δυσκολέψει συναισθηματικά -και δεν εννοώ ρόλους…
Με έχουν δυσκολέψει κάποιες συνεργασίες, αλλά ευτυχώς σπάνια. Τα τελευταία χρόνια, έχω καταλάβει ότι και οι άλλοι άνθρωποι είναι ό,τι είμαστε κι εμείς. Εννοώ πως ό,τι δώσεις στον άλλον, θα στο γυρίσει και πίσω. Δεν συμβαίνει πάντα, αλλά είναι μία συνθήκη που μέσα σε ένα γενικό πλαίσιο, κατά τη γνώμη μου, ισχύει. Επίσης, και κυριότερο, δεν μπαίνω πια σε καμία δουλειά έχοντας κάποια προκατάληψη. Γιατί η αλήθεια είναι ότι ακούγονται πολλά για πάρα πολλούς ανθρώπους στον χώρο μας. Όμως, όπως εγώ έχω περιόδους που είμαι πολύ καλά και περιόδους που είμαι λιγότερο καλά, με κάποιους ανθρώπους η χημεία μου ταιριάζει και με κάποιους άλλους δεν ταιριάζει, με κάποιους ρόλους ζορίζομαι και βγάζω κάποιο άγχος ενώ άλλες φορές είμαι πιο άνετη, όλα αυτά ισχύουν και για τους άλλους. Συνήθως πάντως βρίσκω έναν τρόπο να συνεργαστώ και με τους δύσκολους ανθρώπους. Μια δουλειά είναι, για κάποιο χρονικό διάστημα, δεν τους παντρεύομαι κιόλας. Το χιούμορ βοηθάει πολύ.

– Μπορεί ένας θεατρικός ρόλος, και μάλιστα δυνατός, να αλλάζει τη ζωή σου;
Σαφέστατα δεν πρεσβεύω ότι μπαίνω σε ένα ρόλο και χάνομαι και περπατάω κι είμαι ο ρόλος. Αυτό μού φαίνεται αστείο. Όμως, μπορεί να αλλάζει τη ζωή περιφερειακά κι αυτό έχει να κάνει με τις απαιτήσεις ενός ρόλου, το πόσο χρόνο καταναλώνεις γι’ αυτόν, εντός και εκτός θεάτρου. Γιατί η δουλειά μας δεν είναι μόνο οι πρόβες, οι σκέψεις σου δουλεύουν σ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας. Επίσης, υπάρχουν ρόλοι που έχουν ιδιαίτερες σωματικές απαιτήσεις. Οπότε προσπαθείς να περιφρουρήσεις την ενέργειά σου, γιατί σου χρειάζεται για την παράσταση. Έπειτα υπάρχουν ρόλοι που είναι ψυχικά επώδυνοι, είτε επειδή χτυπάνε μια ευαίσθητη χορδή σου είτε επειδή έχουν ένα βάρος. Άρα όλα αυτά επηρεάζουν τη ζωή σου.

– Πόσο δύσκολη τελικά είναι η καθημερινή επανάληψη των παραστάσεων;
Η δουλειά μας, όσο αστείο κι αν ακούγεται, από την άποψη ότι σίγουρα δεν έχει τη βαρύτητα ενός νευροχειρουργού, και παρ’ όλη τη χαρά που μπορεί να σου δίνει, ταυτόχρονα έχει και μια ψυχοφθόρα πλευρά. Η καθημερινή έκθεση είναι πολύ δύσκολη. Γιατί όποια απόρριψη τύχει να υφίστασαι, έχει προσωπικό κόστος, διότι αυτό που δίνει ο ηθοποιός έχει να κάνει με την προσωπικότητά του, τα βιώματά του, τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται τον κόσμο… Οπότε οποιαδήποτε απόρριψη έχει να κάνει με απόρριψη του ίδιου σου του εαυτού, κάτι που είναι πολύ δύσκολο να το διαχειριστείς. Χρειάζεται ένα είδος προπόνησης.

 

Διαβάστε ακόμα – Χάρης Φραγκούλης: «Δεν θα ονόμαζα κρίση τον κορονοϊό, είναι κάτι που θα περάσει».

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top