Πρώτα απ’ όλα για να κάνουμε καθαρές και ξηγημένες κουβέντες, το Ρέθυμνο «δεν είναι απλά ένας τόπος όπου πηγαίνεις, αλλά απ’ όπου επιστρέφεις, με τα μάτια γεμάτα ουρανό»! Δεν το λέω εγώ αυτό, αλλά το υπερθεματίζω και αμαρτίαν ουκ έχω!
Για να αποδοθούν τα του Καίσαρος τω Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ, αυτό το είπαν το 1999 ο Γιώργος Σταυριανός με τους στίχους του στο ποίημα «Επιστροφή στο Ρέθυμνο» και η Κάτια Δανδουλάκη με τη συγκλονιστική απαγγελία της, οπότε πάμ’ παρακάτω…
Η μάλλον πάμ’ παραπάνω, διότι όπως λέει πάλι ο ποιητής, «Ξαναγυρίζω. Δεν είχα άλλη επιλογή. Πάντα θα ξαναγυρίζω». Θα μπορούσε να κλείσει εδώ αυτό το κείμενο, αλλά πριτς!
Για να ξαναγυρίζει πάντα κάποιος στο Ρέθυμνο, κάτι καλό, διάβολε, θα έχει βρει και θα νιώθει πως πάντα θα τον περιμένει… Ουδέν αληθέστερον τούτου! Στην πραγματικότητα το Ρέθυμνο δεν είναι ούτε ο τόπος όπου πηγαίνεις, ούτε ο τόπος απ’ όπου επιστρέφεις…
Είναι απλά ο τόπος από τον οποίο δεν σού κάνει καρδιά να το κουνήσεις ρούπι. Εμείς οι Ρεθεμνιώτες που είμαστε κιόλας σοβινιστές του… κερατά, μεγαλώσαμε με ένα τρυφερό υποκοριστικό και μια θλιβερή αποδοχή στην οποία έκων άκων μας προσηλύτισε ο Εθνικός μας συγγραφέας, ο Παντελής Πρεβελάκης.
Ανέκαθεν μιλάγαμε για το Ρεθεμνάκι μας και το Παντέρμο Ρέθεμνος, ως μέρος του έργου του που τιτλοφορείται «Παντέρμη Κρήτη». Σε αντίθεση με το Ρέθυμνο δεν θυμάμαι να έχω ακούσει ή να έχω διαβάσει ποτέ για παντέρμα Χανιά, παντέρμο Ηράκλειο και παντέρμο Λασίθι, άρα κάποιο λάκκο είχε η φάβα.
Όντως είχε: για πολλά χρόνια το Ρέθυμνο ήταν ο φτωχότερος τόπος της Ελλάδας! Φτωχός, ξεφτωχός, όμως πλούτισε με το πέρασμα του χρόνου: πλούτισε μα δεν ομόρφυνε, διότι απλούστατα ήταν πάντοτε όμορφος. Τόσο όμορφος μπάρε μου, ώστε για να μην τον ματιάζουν οι ξενομπάτες δεν υπάρχει απ’ ευθείας ατμοπλοϊκή σύνδεση.
Αεροδρόμιο; Ε, λέμε και καμιά βλακεία πού και πού για να περάσει η ώρα. Είχαμε καράβι μέχρι πριν από λίγα χρόνια: είχαμε και μάλιστα δυο, αλλά τώρα μείναμε στον άσο κι όποιος θέλει να μας επισκεφθεί και να βιώσει τη μέθεξη που γεννά το Ρέθυμνο, θα πρέπει να υποστεί το μαρτύριο του δρόμου από το Ηράκλειο ή από τα Χανιά.
Μαρτύριο όντως μέχρι να φτιαχτεί επιτέλους αυτός ο στοιχειωμένος ο Βόρειος Οδικός Άξονας Κρήτης. Έχουμε όμως κάμποσα άλλα αξιοζήλευτα κάλλη: την έδρα του Πανεπιστημίου Κρήτης, καθόσον με αυταρέσκεια η οποία δεν απέχει από την πραγματικότητα αυτοσυστηνόμαστε ως «Η πόλη των γραμμάτων», μια ξεχειλωμένη επί καθημερινής βάσεως ατζέντα με πολιτιστικές δράσεις πιο πολλές από αυτές που μπορούμε να αντέξουμε (sic), το εμβληματικό φρούριο της Φορτέτζας, το γραφικό ενετικό λιμάνι, την ιστορική Μονή Αρκαδίου, τον Ψηλορείτη, φαράγγια πού σου κόβουν την ανάσα, την ωραιότερη και πιο υποβλητική και …μυσταγωγική παλιά πόλη στην Ελλάδα.
Έχουμε ακτές μούρλια, την πιο μεγάλη αστική παραλία στην Ελλάδα, ποδηλατόδρομους σε όλη την πόλη, άπαικτους συνδυασμούς του βουνού με τη θάλασσα, του κρασιού με την τσικουδιά, του κρέατος με το ψάρι, της αγριάδας με την ηρεμία, της λογικής με την κουζουλάδα!
Έχουμε επίσης περήφανους και φιλόξενους ανθρώπους οι οποίοι μόλις σε αντικρίζουν, χωρίς να σε κατένε (ΣΣ: γνωρίζουν) απαιτούν να σε κεράσουν κι αν δεν δεχτείς μαύρο φίδι που σε έφαγε. Έχουμε πανηγύρια στα οποία καίγεται το πελεκούδι, γάμους και βαφτίσεις σκέτες υπερπαραγωγές, χαροκόπια για κάθε περίσταση, το ανφάν γκατέ των λυράρηδων, των λαγουτιέρηδων και των τραγουδιστών.
Έχουμε φαΐ και πιοτό που σε κάνουν να λιποθυμάς και να τρέχεις πότε σε ινστιτούτο αδυνατίσματος και πότε σε κέντρο αποτοξίνωσης. Ε, λίγα είναι όλα αυτά για να δελεάσουν, να γητέψουν και να μαγέψουν τον… πάσα έναν;
Πλάκα πλάκα είναι λίγα μπροστά στα πολλά που έχουμε και θα προσπαθήσω να τα παραθέσω εν περιλήψει, όντας βέβαιος πως θα μου ξεφύγουν πολλά και ασφαλώς ελλοχεύει ο κίνδυνος να παρεξηγηθώ ότι τάχα κάνω διακρίσεις, έχω συμφέροντα και παίρνω μίζες.
Τι θα φάτε στο Ρέθυμνο; Τα πάντα όλα! Αγκινάρα, ντομάτα, τυρί, ελιά και παξιμάδι με την πρώτη ρακή, όσο για την τελευταία (τη λεγόμενη ορθή), ένας Θεός ξέρει με τι συνοδεύεται, εκτός από τις μυζηθρόπιτες.
Ντολμαδάκια, ανθούς, ασκορδουλάκους, σταμναγκάθι, σύζουμα μακαρόνια, αυγά με τη στάκα, συμπεθεριό με λαχανικά για τα αντρέ, που λένε και στο χωριό μου… Μυζήθρα, αθότυρο, τυροζούλι, γραβιέρα, λουκάνικα, απάκια, σύγλινα για να ανοίξει η όρεξη…
Χοχλιούς μπουμπουριστούς που σε κάνουν να γλείφεις τα δάχτυλα σου. Γαμοπίλαφο, βραστό, οφτό, αντικριστό, τσιγαριαστό για πιο hardcore καταστάσεις.
Αν έχουμε θαλασσινά; «Κι αμέ, έχουμε αλάτσι», όπως είπε κάποτε ο Ψαραντώνης, όταν τον ρώτησε ένας τουρίστας εάν θα μπορούσε να φάει θαλασσινά στα Ανώγεια. Για να μη μένουν απορίες, αλάτσι είναι το αλάτι που βεβαίως βγαίνει από τη θάλασσα.
Πέρα από την πλάκα, να ξέρετε πως το (κάτι σαν) εθνικό φαγητό του Ρεθύμνου είναι ο ροφός με τις μπάμιες. Εγώ-για να πω την αμαρτία μου-τις μπάμιες τις σιχαίνομαι λόγω της βλεννώδους υφής τους, αλλά στο ροφό δεν αφήνω ούτε λέπι.
Μού είναι δύσκολο να φτιάξω οδικό χάρτη για το πού θα πιει κάποιος καφέ, πού θα ευφράνει τον ουρανίσκο του με την πρώτη ρακή, πού θα κολυμπήσει, πού θα φάει τον αγλέορα, πού θα ξωμείνει, πού θα σεργιανίσει και δεν θα του κάνει καρδιά να φύγει…
Θα το επιχειρήσω και αμαρτίαν ουκ έχω, άλλωστε αυτά είναι προσωπικά γούστα. Για καφέ, γλυκό και κάτι ψιλό μέσα στην παλιά πόλη στο Cul de Sac, στου Γαλερού, στο Stretto, στο Παντέρμο, στο Sports Café για αθλητική κουβέντα, στο Theorist και στο ξενοδοχείο Ιδαίον όπου οι πιο ρομαντικοί μπορείτε να απολαύσετε και ένα υπέροχο σούρουπο.
Για μπάνιο ασφαλώς στη νότια πλευρά, εκεί στο Λιβυκό πέλαγος, κατά μήκος όλης της γραμμής: Πρέβελη, όπου συναντιούνται τα νερά της θάλασσας και του ποταμιού, Πλακιάς, Σούδα, Σχοινάρια, Αμμούδι, Αμμουδάκι (και για εκείνους που επιλέγουν την αδαμιαία περιβολή), Τριόπετρα, Άγιος Παύλος (με τους αμμόλοφους), Λίγκρες, Δαμνόνι, Αγιά Φωτιά, Πάνορμος, Καλυψώ, Βaja Beach.
Επίσης στο Μπαλί (το δικό μας Μπαλί, όχι το ασιατικό) και στην Αγία Γαλήνη. Για γρήγορες βόλτες στη Φορτέτζα, στο ενετικό λιμάνι, στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, στο Ωδείο, στα τζαμιά και στους μιναρέδες και βεβαίως στα στενάκια της παλιάς πόλης που είναι γεμάτη χρώματα κι αρώματα…
Για εκδρομές και επισκέψεις στην Ιερά Μονή Αρκαδίου (με το ολοκαύτωμα του 1866), στο Μουσείο της Ελεύθερνας, στα φαράγγια του Κουρταλιώτη, του Κοτσυφού, της Πατσού και των Μύλων, στο φράγμα των Ποταμών, στη Σχολή Ασωμάτων και στις πηγές της Αργυρούπολης.
Για τσικουδιά και τα συμπαρομαρτούντα στου Μανέλη, στο «Γνωστό σημείο» στην παλιά πόλη, στου Μανώλη στην πλατεία Πετυχάκη (με επιδόρπιο φιστίκια και σοκολατάκια) στου Ρίτζα, στο Σόχω και στον Αστέρα στη Σοχώρα, στο «Μια στο καρφί και μια στο πέταλο» στα Πεταλάδικα και στου Γαζέπη.
Για μεσημεριανό στα Ηλιοβασιλέματα πάνω στον περιφερειακό, στης Ζαμπίας, στην Πλατεία του Κιουλούμπαση και στο Αρμονικό του Κοντογιάννη.
Για φαγητό χάνεται ο λογαριασμός, αναλόγως με τα γούστα και τις προτιμήσεις: για θαλασσινά, ψάρι και σούσι παρά θιν’ αλός το Πρίμα Πλώρα, η περίφημη Αυλή (all time classic το φουριάρικο), τα ψαγμένα Χάσικα (μοσχαρίσια μάγουλα), το Raki BaRaki, το Πηγάδι, ο κλασικός και διαχρονικός Οθωνας, η Αλάνα, η Αρμπόνα, η Κορίνα, ο Λεμονόκηπος, ο Λορέντσο, Βασίλης και το Μελίνα στη Φορτέτζα.
Στο ενετικό λιμάνι για θαλασσινά η Κνωσός, ο Ζέφυρος, ο Αχινός και το Cavo D’ Oro. Για πίτσα, μακαρονάδες και ιταλική κουζίνα στην Toscana, στο Cook Book και στο Peperoncino. Για λουκουμάδες στου Κανακάκη, που είναι αξία ανεκτίμητη και για παγωτό στο Μέλι, είτε στην παλιά πόλη στα όρθια, είτε καθιστοί στην παραλία.
Εκτός κέντρου στο δρόμο από Περβόλια μέχρι Μισίρια ο αξεπέραστος Γαβαλάς, η Κληματαριά, ο Ζήσης, το White Lady, ο Παράπλους, ο Μπλα Μπλας και η Πόπη. Στο Γεράνι ο Σταράς, στο Ατσιπόπουλο ο Μανώλης, ο Γαζόζας και τα σουβλάκια του Γαγάνη. Στην Αργυρούπολη η Αρχαία Λάππα στην Επισκοπή ο Κήπος της Αρκούδαινας και το Μικρό Λιβάδι.
Στη Γωνιά ο Ανδρουλιδάκης, στον Αγιο Ανδρέα το Σταυροδρόμι, στα Ρούστικα ο Πολόπετρος και στο Μούντρος το καφενείο του Μαρνιεράκη. Στους Αρμένους, στο πέρασμα για τις νότιες παραλίες, ο βραβευμένος «Αλέκος» με τον Σήφη να φέρνει όχι ό,τι θέλετε εσείς, αλλά ό,τι γουστάρει αυτός!
Στην Κάνεβο ο Ηλιομανώλης, στον Πλακιά ο Λουκουμάς, στη Μύρθιο ο Φρειδερίκος. Στον Σταυρωμένο ο Κεχαγιάς, στο αστέρι το Σπίτι του Πολιού, στη Λούτρα το νεότευκτο «Ρομάντζο του Ναυάρχου» και στην Πηγή η ταβέρνα στην πλατεία.
Στο Σπήλι το ονομαστό ρακάδικο του Ράφτη με must την οφτή πατάτα και η ταβέρνα του Σκουλουφιανού. Στην Αγία Γαλήνη η Tropical και ο Κώστας (Μπιγκίλιος).
Στο Δήμο Αμαρίου που είναι κιόλας ο τόπος καταγωγής μου και τον συνιστώ ανεπιφύλακτα η Σύβριτος στην Αγία Φωτεινή, το καφενείο της Αθανασίας στους Αγίους Αποστόλους, οι Μοσχοβολιές στο Μέρωνα, οι Αραβάνες στο Θρόνος, το Λιμνόκαστρο στους Ποταμούς, το Πάνακρον στη Σχολή Ασωμάτων, η ταβέρνα του Μπριλλάκη στον Άγιο Ιωάννη και (άσχετο, αλλά… σχετικό) ο φούρνος του Μανωλακάκη για κουλουράκια και παξιμάδια.
Στο Μελιδόνι το Χαρούπι και Ελιά και στην Αξό το καφενείο του Αλέκου. Στον Πάνορμο οι ταβέρνες του Ιερωνυμάκη και το Porto Parasiris. Στα Ανώγεια για σύζουμα και αντικριστό στου Γκαγκάρη, στον Αετό, στου Μούγερη, στον Αροδαμό και ύστερα για γαλακτομπούρεκο και παγωτό στης Δραμουντάναινας στο Μειντάνι.
Και κατόπιν όλων αυτών, για να μετρήσετε χοληστερίνη και τριγλυκερίδια, ραντεβού σε κάποιο διαγνωστικό κέντρο!
Καλά να περάσετε!
Διαβάστε ακόμα: Πού θα βρείτε τις πιο αυθεντικές γεύσεις της Λήμνου.