Ένας από τους σημαντικότερους εκφραστές του ελληνικού ελαφρού τραγουδιού στις αρχές του 20ού αιώνα.

O Κλέων Τριανταφύλλου γεννήθηκε στην Αθήνα -ή κατά μια άλλη πληροφορία στο Ζαγαζίκ της Αιγύπτου- το 1885, ή ίσως -κατά μια άλλη πληροφορία- το 1882. Προφανώς δεν ήταν από τους ανθρώπους που ενδιαφερόταν για τις ληξιαρχικές πράξεις, και πολλές πληροφορίες για τη ζωή του παραμένουν ανεπιβεβαίωτες, ή αντιφατικές.

Σίγουρα πάντως ήταν γόνος μια πλούσιας αιγυπτιώτικης οικογένειας με εξέχουσα κοινωνική θέση. Ο πατέρας του Δημήτρης Τριανταφύλλου ήταν βαθύπλουτος βαμβακοπαραγωγός και έμπορος και η μητέρα του Εριθέλγη, το γένος Ραπτάκη, ἠταν μια πολύ καλλιεργημένη γυναίκα και ικανή πιανίστα. Από την πλευρά της ο Κλέων ήταν εγγονός του Δημητρίου Ραπτάκη, ιατρού και βουλευτή Κυθήρων στην Ιόνιο Βουλή, και της Κλεπάτρας Κορωναίου, αδελφής του Πάνου Κορωναίου, στρατιωτικού που υπήρξε πρωταγωνιστής της έξωσης του Όθωνα το 1862 και της Κρητικής Επανάστασης του 1866.

Η κατοχή ήταν το μεγάλο πλήγμα και η αρχή του τέλους. Οι νέοι πελάτες των κέντρων είναι μαυραγορίτες που δεν εκτιμούν το λεπτό του χιούμορ. Σε μια εμφάνιση στη Θεσσαλονίκη το 1941 του φωνάζουν «Έμπα μέσα Γέρο».

Ο Κλέων μεγάλωσε καταρχήν στο κοσμοπολίτικο περιβάλλον της Αιγύπτου, όπου παρακολούθησε και τα πρώτα μαθήματα μουσικής. Η οικογένεια κάποια στιγμή μεταφέρθηκε στην Αθήνα, όπου σύντομα ο πατέρας του πέθανε. Η μητέρα ήταν δοσμένη στην τέχνη σε βαθμό υπερβολής. Η τελευταία συγγενής που τον γνώρισε, η ανηψιά του Πέλεια Τζαρτίλη, κόρη του αδελφού του Κίμωνα, από τις συνεντεύξεις της οποίας έχουμε ένα θησαυρό πληροφοριών, αφηγήθηκε ότι κάποτε η μητέρα του νοίκιασε ολόκληρο σιδηροδρομικό συρμό για την ίδια, τα παιδιά και το υπηρετικό προσωπικό για ένα ταξίδι-αστραπή στο Παρίσι μόνο και μόνο για παρακολουθήσουν μια παράσταση με τον Καρούζο στην Οπερά. Στο σπίτι τους η μητέρα και τα δύο αγόρια έπαιζαν στο πιάνο μουσική για τέσσερα χέρια.

Στην Αθήνα ο Κλέων τελείωσε το Γυμνάσιο, το Ωδείο Αθηνών, και τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1907 έφυγε μαζί με τον αδελφό του Κίμωνα για το Παρίσι για περαιτέρω σπουδές στα νομικά, αφού οι δυο νέοι προορίζονταν για το διπλωματικό σώμα. Αντί για τα νομικά όμως θα γραφούν στο Ωδείο και θα σπουδάσουν σε ονομαστούς δασκάλους. Μεταξύ άλλων στον Κλέωνα θα διδάξει αρμονία ο μεγάλος συνθέτης Γκαμπριέλ Φωρέ.

Το 1909 είναι μια χρονιά καμπής. Ο γιος που έχει αποκτήσει εν τω μεταξύ πεθαίνει, και έξι μήνες ακολουθεί η Γαλλο-πολωνή σύζυγός του. Από το 1911 ξεκινά να έχει μεγάλες οικονομικές δυσκολίες. Εν τω μεταξύ έχει αρχίσει να εμφανίζεται σε κέντρα ως Κονφερασιέ και να γράφει τραγούδια που ερμηνεύουν διάσημοι τραγουδιστές της εποχής, όπως ο Félix Mayol ή η Mistinguett. Μέχρι το 1913 έχει γράψει πάνω από 300 έργα που εκδίδονται από γαλλικούς μουσικούς οίκους. Τότε αναγκάζεται να βρει ένα όνομα κατάλληλο για το Γαλλικό κοινό, που μπερδεύεται εξίσου με το Κλέων και με το Τριανατφύλλου. Τελικά υιοθετεί το όνομα Αττίκ και το κρατά για όλη την υπόλοιπη σταδιοδρομία του.

Το 1930 ανοίγει το δικό του ιδιότυπο χώρο, τη «Μἀντρα», στην περιοχή της Πατησίων. Ένα μεγάλο πανί επάνω από τη σκηνή γράφει «Αγαπάτε αλλήλους, τα ζώα και τον Αττίκ».

Τις δεκαετίες του ’10 και του ’20 φαίνεται ότι περιοδεύει σε Ευρώπη, Αμερική και Αφρική. Στα τέλη της δεκαετίας του 1920 επιστρέφει για εγκατάσταση στην Ελλάδα όπου πλέον γράφει ο ίδιος τους στίχους των τραγουδιών του. Το 1930 ανοίγει το δικό του ιδιότυπο χώρο, τη «Μἀντρα», στην περιοχή της Πατησίων. Ένα μεγάλο πανί επάνω από τη σκηνή γράφει «Αγαπάτε αλλήλους, τα ζώα και τον Αττίκ». Εκεί ο Αττίκ μανδρώνει όλη την καλή κοινωνία και όλους τους ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών. Η Μάντρα θυμίζει γενική συνέλευση της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών έγραφε κάποιο χρονογράφημα της εποχής.

Ως συνθέτης ο Αττίκ είναι ένα ελληνικό αντίστοιχο του Κουρτ Βάιλ, ένας συνθέτης με στέρεη κλασική παιδεία που στρέφεται συνειδητά στο «ελαφρό» τραγούδι και το εξυψώνει σε μικροτεχνικό αριστούργημα. Πολλά από αυτά, όπως η Παπαρούνα ή το Ζητάτε να σας πω έχουν αφορμή κάποιο αληθινό περιστατικό. Οι στίχοι, πάντοτε δικοί του, έχουν μια λεπτή ειρωνεία και έναν ωμό πραγματισμό, εκφρασμένο με μεγάλη ποιητικότητα. Η μελωδία και η συνοδευτική γραφή έχουν συχνά αναμνήσεις της κλασικής μουσικής, είναι γραμμένα με μεγάλη φροντίδα, και δεν είναι καθόλου απλά.

Μέχρι το 1913 έχει γράψει πάνω από 300 έργα που εκδίδονται από γαλλικούς μουσικούς οίκους.

Το 1940 έχασε την αγαπημένη του μητέρα, γεγονός που τον καταρρακώνει. Η κατοχή ήταν το επόμενο μεγάλο πλήγμα και η αρχή του τέλους. Το καλλιεργημένο κοινό στο οποίο απευθυνόταν δεν είχε πλέον την πολυτέλεια της καλής ψυχαγωγίας. Η Μάντρα έκλεισε. Οι νέοι πελάτες των κέντρων είναι οι μαυραγορίτες που δεν εκτιμούσαν το λεπτό του χιούμορ και την καλλιεργημένη τέχνη του. Σε μια εμφάνιση στη Θεσσαλονίκη το 1941 έφτασαν να του φωνάξουν «Έμπα μέσα Γέρο».

Ήταν ένας άνθρωπος εξαιρετικά αρχοντικός. Η Στέλλα Γκρέκα περιέγραψε μια συγκέντρωση στο σίτι του στη διάρκεια της κατοχής, όπου προσφέρονταν λαχανίδες αλλά δεν έπαυε να έχει όλα τα χαρακτηριστικά μιας εκλεκτής συγκέντρωσης. Ο ίδιος ουσιαστικά δεν μιλούσε στους καλεσμένους, ήταν από την αρχή ως το τέλος στο πιάνο, τους έπαιζε και τους τραγουδούσε.

Ποτέ δεν έπαψε να έχει εξαιρετικά φροντισμένη εμφάνιση, πράγμα που φαίνεται από τις φωτογραφίες όλης της ζωής του. Η τραγουδίστρια Δανάη Στρατηγοπούλου θυμόταν ότι στη διάρκεια των παραστάσεων άλλαζε τρεις φορές μεταξωτά πουκάμισα, το πιο κομψό ανδρικό ρούχο εκείνης της εποχής, κάθε φορά που άρχιζε να αισθάνεται ιδρωμένος. Σήμα κατατεθέν ο μεγάλος μαύρος φιόγκος σε στυλ λαβαλιέρ (ή φλοτάν). Στις περιοδείες απαιτούσε ξενοδοχείο με μπάνιο για το θίασο.

Η τραγουδίστρια Δανάη Στρατηγοπούλου θυμόταν ότι στη διάρκεια των παραστάσεων άλλαζε τρεις φορές μεταξωτά πουκάμισα, το πιο κομψό ανδρικό ρούχο εκείνης της εποχής.

Το 1944 έκανε την μοναδική του κινηματογραφική εμφάνιση στην ταινία Χειροκροτήματα του Γιώργου Τζαβέλα. Η ταινία είναι εν μέρει μόνο αυτοβιογραφική, αφού τον παρουσιάζει καταπονημένο. Διατηρεί όμως και εκεί το εκπληκτικά έτοιμο πνεύμα του:
– Κυρίες και κύριοι, η ώρα δε μας παίρνει, θα παραλείψουμε ή την πρωταγωνίστρια ή τον διαγωνισμό τραγουδιού.
[…]
– Την πρωταγωνίστρια.
– Ένας διαγωνισμός έχει περισσότερο γούστο, είναι ανοησία να επιμένετε
– Οι μισοί θεαταί θέλουν την πρωταγωνίστρια
– Οι μισοί θεαταί είναι ανόητοι
– Ανακαλέσατε ατό που είπατε.
– Σύμφωνοι, ανακαλώ. οι μισοί θεαταί δεν είναι ανόητοι

Η ψυχολογική του διάθεση ήταν πλέον στο χαμηλότερο σημείο της. Οικογενειακά προβλήματα και κάποια δυσάρεστα και ταπεινωτικά περιστατικά με τους γερμανούς κατακτητές ήταν το τελικό χτύπημα. Στις 28 Αυγούστου του 1944 βρέθηκε νεκρός από «οξεία δηλητηρίαση δια βερονάλης», ένα υπνωτικό που έπαιρνε με το χαμομήλι του κάθε βράδυ. Όλοι όσοι τον γνώριζαν συμφωνούν ότι ήταν μια προαναγγελθείσα αυτοκτονία.

 

//Για να μάθετε περισσότερα και να ακούσετε τα τραγούδια του Αττίκ, δείτε τα τηλεοπτικά και ραδιοφωνικά αφιερώματα του Δαυίδ Ναχμία, τη συνέντευξη της Πέλειας Τζαρτίλη στον Λεωνίδα Ντιλσιζιάν (όλα διαθέσιμα στο διαδίκτυο) και τα βιβλία Αττίκ της Δανάης Στρατηγοπούλου (Βιβλιοπωλείο της Εστίας, Αθήνα 1986) και Ο Αττίκ στο Παρίσι (με cd) του Γιώργη Χριστοδούλου (Μικρή Άρκτος, Αθήνα 2016).

 

Διαβάστε ακόμα: Στρατής Ελευθεριάδης – Tériade (1897-1983)

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top