Ο Γιώργος Ανατολάκης ως κούριερ. Ε, και;

Η κοινωνία της απόδοσης ζητάει πάντα εμπράγματες αποδείξεις. Το ύψος του τραπεζικού λογαριασμού είναι μια καλή αρχή. Ο αέρας που σκορπίζουν τα μηδενικά διαγουμίζει κάθε προκατάληψη. Ο λεφτάς βρίσκει ανοιχτές όλες τις πόρτες. Διότι ως γνωστόν τα λεφτά δεν φέρνουν την ευτυχία, αλλά μπορούν κάλλιστα να την αγοράσουν.

Η είδηση ότι ο πρώην διεθνής ποδοσφαιριστής και πρώην βουλευτής του ΛΑ.ΟΣ, Γιώργος Ανατολάκης, αναγκάζεται να δουλεύει ως κούριερ στη Θηβών, ως είδηση και μόνο, γαργαλάει πολλά από τα κατώτερα αισθήματα του κοινού. Οίκτος, ευχαρίστηση για το πάθημα του άλλου, σηκωμένο φρύδι για το «πού ήσουν και τι έγινες». Προσφέρει, δε, ένα αίσθημα ασφάλειας ότι «καλά είμαστε, δεν γίναμε… Ανατολάκης».

Επί εποχής Ολυμπιακού, ο Γιώργος Ανατολάκης ήταν ένας μικρός άρχοντας. Αυτό, όμως, γρήγορα τελειώνει.

Ολα είναι τόσο ανθρώπινα (πολύ ανθρώπινα) που μπορείς να δεχθείς ακόμη και μια νύξη χαιρεκακίας ή μια ριπή συμπόνιας για τον άνθρωπο που «εξέπεσε». Προσοχή στο ρήμα που μπορεί να χρησιμοποιηθεί διότι δείχνει και την τοποθέτηση ενός εκάστου στην είδηση. Αλήθεια, εξέπεσε ο Ανατολάκης;

Με πραγματιστικούς όρους, ναι, αν σκεφτεί κανείς ότι ως πρωτοκλασάτος αθλητής είδε τον τραπεζικό του λογαριασμό (που γράφαμε στην αρχή) να φουσκώνει σαν ζεστό ψωμί. Είχε όλο τον κόσμο στα πόδια του, τίποτα δεν μπορούσε να τον σταματήσει. Κάθε επιθυμία του γινόταν πράξη. Το να είσαι παίκτης του Ολυμπιακού σού προσφέρει το βασιλικό δικαίωμα να λειτουργείς ωσάν μικρός άρχοντας.

Στη συνέχεια ήρθαν τα έδρανα της Βουλής, η αναγνώριση μέσω ενός άλλου πεδίου, το οποίο μπορεί να του έκατσε βαρύ και ασήκωτο (φαίνεται άνετη η δουλειά του βουλευτή, αλλά εύκολα μπορείς να εκτεθείς), εντούτοις λειτούργησε προσθετικά στο προφίλ και τα επιτεύγματά του. Οπότε, πώς στο καλό τα έχασε όλα;

Τα χρήματα δεν μπορούν να σου εξασφαλίσουν τα πάντα. Πρώτα και κύρια δεν μπορούν να σου εξασφαλίσουν πως θα υπάρχουν για πάντα στην τσέπη σου.

Καταρχάς δεν είμαστε δερβέναγες στο πορτοφόλι του για να μας ενδιαφέρει και να πρέπει να έχουμε άποψη. Κατά δεύτερον, όποιος δεν γνωρίζει τη ψυχολογία του αθλητή, τότε δεν θα μπορέσει να εξηγήσει πολλά πράγματα. Το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνει ένας αθλητής όταν κρεμάει τα παπούτσια του είναι να «σκοτώσει» τον αθλητή μέσα του. Να αποφασίσει ότι περνάει σε ένα άλλο κεφάλαιο στη ζωή του, στο οποίο οι πρότερες ευκολίες που προσφέρουν η αναγνωρισιμότητα και ο θαυμασμός, δεν θα υπάρχουν.

Υπάρχουν πλείστα όσα παραδείγματα σπουδαίων αθλητών (στην Ελλάδα και το εξωτερικό) που πέθαναν στην ψάθα, επειδή δεν κατάφεραν να χουλαντρίσουν την περιώνυμη επόμενη ημέρα τους. Χάθηκαν μέσα στις μνήμες του παρελθόντος και τα κλέη της αθλητικής τους καριέρας, με αποτέλεσμα να εγκαταλείψουν το τρένο της πραγματικής πραγματικότητας.

Να συνέβη κάτι από όλα αυτά στον Γιώργο Ανατολάκη; Μπορεί να συνέβη το οτιδήποτε, όπως και σε κάθε άνθρωπο. Για να αποδειχθεί πως, όχι, τα χρήματα από μόνα τους δεν μπορούν να σου εξασφαλίσουν τα πάντα. Πρώτα και κύρια δεν μπορούν να σου εξασφαλίσουν πως θα υπάρχουν για πάντα στην τσέπη σου. Όλα είναι μια γιγάντια ρόδα που γυρίζει και γυρίζει και όλους μας παρασέρνει. Αυτό δεν είναι η ειμαρμένη, αλλά η ίδια η ζωή.

Kαι πάμε τώρα στο προκείμενο: είναι κακό να είσαι κούριερ; Αυτοί που λοιδορούν προφανώς και δεν συμπεριλαμβάνουν τους υπόλοιπους κούριερ που βγάζουν με κόπο το μεροκάματό τους. Τουλάχιστον έτσι διατείνονται. Κι όμως, τους περιλαμβάνουν στον λογισμό τους. Διότι τοποθετούν το επάγγελμα, a priori, στην κατώτερη βαθμίδα της κοινωνικής πυραμίδας. Αν ο Ανατολάκης ήταν ιδιοκτήτης εταιρίας κούριερ κανένας δεν θα είχε να πει κάτι. Τώρα, όμως, έχουν.

Δεν είναι κακό να είσαι κούριερ. Κακό είναι να πιστεύεις πως οι άνθρωποι κρίνονται από το 8ωρο της δουλειάς τους.

Να, λοιπόν, πώς η κοινωνία της επίδοσης/απόδοσης με πλάγιο, αλλά κατηγορηματικό τρόπο, σχηματοποιεί εντός της ένα πλέγμα αξιών που δεν στηρίζεται στην αυταξία του ανθρώπου, αλλά στα επιτεύγματά του. Ενας γιατρός είναι αυτός που είναι, ανεξάρτητα αν έχουμε να κάνουμε με μια χύδην περίπτωση ανδρός. Το επάγγελμά του, σχεδόν αυτόχρημα, του προσφέρει μια αρχική επιβράβευση, ένα παράσημο.

Μ’ αυτό το σκεπτικό αρνούμαστε σε έναν ελαιοχρωματιστή, σε έναν πιτσαδόρο ή σε έναν ηλεκτροσυγκολλητή (τυχαία τα παραδείγματα) να είναι και κάτι άλλο από αυτό που κάνει στη δουλειά του για τα προς το ζην. Μόνο που είναι. Μην έχουμε καμία αυταπάτη: είμαστε κάτι περισσότερο από την εργασία μας. Αν δεν συμβαίνει αυτό, τότε είμαστε από χέρι χαμένοι. Αν το επάγγελμά καθορίσει όλο το πλάτος της ύπαρξής μας, τότε όχι το να είμαστε κούριερ δεν μας σώζει, αλλά ούτε και broker στη Νέα Υόρκη.

Εντέλει, δεν είναι κακό να είσαι κούριερ. Ποτέ δεν ήταν και δεν πρέπει να γίνει ούτε τώρα. Κακό είναι να πιστεύεις πως οι άνθρωποι κρίνονται από το 8ωρο της δουλειάς τους ή, ακόμη χειρότερα, από τα λάθη που έκαναν. Ο πρώτος αναμάρτητος ας κοιτάξει τον εαυτό του στον καθρέφτη.

 

Διαβάστε ακόμα: Η μέρα που ενώθηκαν οι Έλληνες.

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top