Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έπραξε το προφανές βλέποντας πως ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος  δεν μπορούσε να το κατανοήσει (George Vitsaras / SOOC).

Η πιο δύσκολη απόφαση για έναν πολιτικό, σε αντίθεση με ό,τι πιστεύουμε για την ευθυκρισία ή το επίπεδο τύψεων που κουβαλούν οι ταγοί μας, δεν είναι αυτή που θα δυσαρεστήσει τους πολλούς προς χάριν των ολίγων αρεστών, αλλά εκείνη που θα αντιβαίνει ευθέως στα πιστεύω του. Φευ, δύσκολα ξεφεύγει κανείς από την ιδεολογική του βιοποικιλότητα.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης με την απόφασή του να σταματήσει τις λειτουργίες στους ναούς, δεν προσχώρησε, απλώς, στην επικράτεια του προφανούς, αλλά πήγε κόντρα ακόμη και στην παράταξή του. Είναι δεδομένο πως κάμποσοι, ερίτιμοι βουλευτές και πολιτευτές της Νέας Δημοκρατίας σήμερα θα τον βλέπουν με άλλο μάτι. Σίγουρα, όχι με το «καλό».

Επί της ουσίας: είναι ο πρώτος πρωθυπουργός που πήγε κόντρα στη θέληση των ιεραρχών. Ο Αλέξης Τσίπρας είχε την ευκαιρία να το κάνει ως αριστερός πρωθυπουργός και την απεμπόλησε με κάτω τα χέρια. Ο περιβόητος διαχωρισμός Κράτους και Εκκλησία δεν συνέβη ποτέ επί των ημερών του και κάπως έτσι χάθηκε μια μεγάλη ευκαιρία. Ας είναι.

Αυτή η απόφαση ήταν ένα καθοριστικό τεστ για τον έλληνα πρωθυπουργό.

Το αποτέλεσμα, ωστόσο, παραμένει: ουδείς άλλος έχει αντιταχθεί στην θεοκρατική «εξουσία» που έχει επιβάλλει εδώ και δεκαετίες η Ιερά Σύνοδος (πολλές φορές συγκυβερνούσε ελέω Θεού) προς χάριν του κοινωνικού συνόλου. Μπορεί η συγκεκριμένη απόφαση να πάρθηκε υπό το κράτος του επείγοντος και του ιού, εντούτοις ελήφθη κι αυτό δεν πρέπει να το παραγνωρίζουμε.

Το επιχείρημα ότι κάτι αντίστοιχο έχουν κάνει κι άλλοι πρωθυπουργοί στην Εσπερία (η Μέρκελ δεν το σκέφτηκε δεύτερη φορά) και δεν εισέπραξαν κάποιο ιδιαίτερο «μπράβο», δεν ευσταθεί στην ελληνική περίπτωση. Στη χώρα μας τα πάντα μπορούν να κλείσουν (και οι τράπεζες, βεβαίως, όπως γνωρίζει ο Γιάνης Βαρουφάκης), οι εκκλησίες ποτέ. Το ποίμνιο ζητάει πάντα γονυκλισίες και αναμμένα κεριά.

Αναμφίβολα, αυτή η απόφαση ήταν ένα καθοριστικό τεστ για τον έλληνα πρωθυπουργό, καθώς προέρχεται από τη λεγόμενη συντηρητική παράταξη και ως εκ τούτου συνομιλεί εκλογικά με τα «σεβάσμια» τμήματα της ελληνικής κοινωνίας, αυτά που πιστεύουν ακράδαντα πως η Ορθοδοξία -και μόνη αυτή- είναι ο φάρος της πατρίδας. Είναι πιθανό να χάσει ψηφοφόρους έτσι (σαν να βλέπω κάποιους να κραδαίνουν τη ρομφαία και να τον κατηγορούν ως πράκτορα των νεοταξικών και του Σόρος). Είναι βέβαιο πως θα κερδίσει συνειδητοποιημένους πολίτες. Στην προσωπική του ζυγαριά έγειρε προς την δεύτερη παλάντζα και ορθώς έπραξε.

Θα μπορούσε να αντιτάξει κανείς πως άργησε, πως έδωσε το δικαίωμα στους ιεράρχες και πιστέψουν πως είναι στη διακριτική του ευχέρεια να πράξουν αναλόγως, πως δεν επέδειξε πυγμή εξαρχής. Επαναλαμβάνω: ξεχνούμε την ιδιαιτερότητα της χώρας και την διεπαφή που έχει αναπτύξει το πολιτικό σύστημα εδώ και δεκαετίες με την Ιερά Σύνοδο. Ο ομφάλιος λώρος δεν κόβεται έτσι εύκολα.

Ας θυμηθούμε μόνο τι είχε συμβεί στην ημετέρα επί πρωθυπουργίας Σημίτη όταν ο Χριστόδουλος και διάφορες παραθρησκευτικές οργανώσεις μάζευαν υπογραφές και πραγματοποιούσαν συλλαλητήρια κατά των νέων ταυτοτήτων. Ήταν μια από τις ελάχιστες φορές που ο ορθολογισμός νίκησε στα σημεία τη θεολογία. Όχι, όμως, αναίμακτα και όχι χωρίς πόνο.

Αυτή η κρίση ρηγμάτωσε αρκετά τη δημόσια εικόνα του Ιερώνυμου.

Να περιμένουμε πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όταν και όποτε λήξει ο συναγερμός του κορονοϊού, θα προχωρήσει σε ρήξεις και τομές με την Εκκλησία; Όχι, καμία σκέψη δεν δείχνει πως θα συμβεί κάτι τέτοιο. Είναι σφόδρα πιθανό μελλοντικά να δώσει κάτι στους ιεράρχες για να κατευνάσει τώρα το θυμό τους. Ακόμη κι έτσι, όμως, αυτή τη στιγμή έπραξε το σωστό και ουδείς μπορεί να του καταμαρτυρήσει κάτι. Ουδείς; Εντάξει, οι πιστοί όλο και κάτι θα βρουν.

Οι New York Times γράφουν σε άρθρο τους πως αυτή η κρίση ανέδειξε το έλλειμμα πολιτικής δυναμικής των σημερινών ηγετών. Με αφορμή τις αποφάσεις του Μπόρις Τζόνσον για την αντιμετώπιση του κορονοϊού (μια εξόχως κυνική απόφαση που αποδέχεται την πορεία των πραγμάτων και τα αφήνει να συμβούν έως τη στιγμή που το «κακό» θα κουραστεί να σκοτώνει) θεωρεί πως οι πολιτικοί ηγέτες χάνουν ολοένα και περισσότερα το βασικό τους όπλο: την παρεμβατικότητα στη διαμόρφωση των γεγονότων. Στα δικά μας: με παραλείψεις ή και αβελτηρίες, ο Μητσοτάκης έχει δείξει μέταλλο. Με την ελπίδα πως θα συνεχίσει να το κάνει και σε άλλα θέματα. Ο κορονοϊός δεν θα είναι πάντα στο προσκήνιο.

Από την άλλη, αυτή η κρίση ρηγμάτωσε αρκετά τη δημόσια εικόνα του Ιερώνυμου. Ας μην ξεχνάμε πως εξαρχής προβλήθηκε ως ένας Αρχιεπίσκοπος που θα ακολουθούσε διαφορετικές πρακτικές από τον λαοπρόβλητο Χριστόδουλο. Περισσότερο νουνεχής, λιγότερο σταρ και λαϊκιστής, ο Ιερώνυμος εμφανίστηκε ως η ήρεμη και ουσιαστική φωνή της Εκκλησίας. Μια παρουσία που θα ταίριαζε στη σύγχρονη Ελλάδα.

Τι κρίμα που η σημερινή του εικόνα δείχνει έναν αρχιερέα προσκολλημένο στο γράμμα και όχι στο πνεύμα του εκκλησιαστικού νόμου, εντελώς ξένο με τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας. Είναι συντριπτική η κατακρήμνιση.

 

Διαβάστε ακόμα: Θα ξαναβρεθούμε εκεί έξω, δεν περισσεύει κανείς.

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top