Κανείς δεν θέλει κάποια ταμπέλα χορηγού σε εμφανές σημείο στην Ακρόπολη, αλλά δεν γίνεται να μην θέλουμε καν χορηγούς (Maria Makraki / SOOC).

Να μπει ή όχι η πλακέτα του χορηγού στην Ακρόπολη; Ήταν ορθή η απόφαση να υπάρξει επιγραφή του χορηγού στη νέα Εθνική Πινακοθήκη; Για τέτοια ζητήματα πρέπει κανείς να σκέφτεται ψύχραιμα και έξω από τα ιδεολογικά του στεγανά. Οσο αυτό μπορεί να γίνει.

Δεν χρειάζεται καν να μιλήσουμε για τον Γάιο Μαικήνα επί εποχής Οκταβιανού για να συνδέσουμε τον πλούτο με την τέχνη. Από το όνομά του, άλλωστε, προέκυψε και ο όρος «μαικήνας της τέχνης». Μπορεί για τους καλλιτέχνες η αξία των έργων τους να μην είναι ταυτόσημη με την εμπορική τους πλευρά, ωστόσο money rules the world. Είτε μας αρέσει είτε όχι.

Δίχως τους χορηγούς ούτε τα έργα στην Ακρόπολη θα είχαν προχωρήσει, ούτε η νέα Εθνική Πινακοθήκη θα είχε ολοκληρωθεί.

Θέλουμε τους χορηγούς; Τους χρειαζόμαστε; Η απάντηση είναι, σχεδόν, αυταπόδεικτη και στην Εσπερία έχει λυθεί προ καιρού. Το 2014, τo ίδρυμα Prada ανέλαβε να αποκαταστήσει και να συντηρήσει το περίφημο Last Supper, το αριστούργημα του Giorgio Vasari που βρίσκεται στο τέμπλο της εκκλησίας Santa Croce και φιλοτεχνήθηκε το 1546.

Το 2019 μια μεγάλη πυρκαγιά καταστρέφει μεγάλο μέρος της Παναγίας των Παρισίων, ένα από τα αριστουργήματα της γοτθικής αρχιτεκτονικής. Ο Francois-Henri Pinault, CEO του ομίλου Kering δρα άμεσα, συνεισφέροντας 100 εκατομμύρια ευρώ για την αναστήλωση του ιστορικού μνημείου. Στα βήματα του ακολούθησε ο Bernard Arnault με μια δωρεά ύψους 200 εκατομμυρίων ευρώ.

Ο οίκος Fendi γιόρτασε τα 90 του χρόνια με μια φαντασμαγορική επίδειξη στο σιντριβάνι Fontana di Trevi, όπου η Βella Ηadid και άλλα supermodels έμοιαζαν να περπατούν πάνω στο νερό, καθώς δεν φαινόταν το γυάλινο πάτωμα που ήταν τοποθετημένο πάνω από τα νερά. Το μνημείο, που είχε κατασκευαστεί το 1736, είχε ανάγκη μεγάλης αποκατάστασης την οποία ανέλαβε ο οίκος Fendi δίνοντας το διόλου ευκαταφρόνητο ποσό των 2,5 εκατομμυρίων.

Οι ίδιοι που σήμερα βδελύσσονται για την παρουσία του ιδιωτικού φορέα, αύριο θα φωνασκούν ότι οι πολίτες πληρώνουν από την τσέπη τους.

Θα μπορούσαν αυτά τα έργα -και κάμποσα άλλα- να τα αναλάβουν οι κρατικές επιχορηγήσεις; Η απάντηση είναι «όχι» και το γνωρίζουμε πολύ καλά. Δίχως τους χορηγούς ούτε τα έργα στην Ακρόπολη θα είχαν προχωρήσει, ούτε η νέα Εθνική Πινακοθήκη θα είχε ολοκληρωθεί. Το ελληνικό κράτος, ιδιαιτέρως αυτό, δεν έχει τις οικονομικές δυνατότητες να προχωρήσει σε τέτοιου είδους δομικά έργα δίχως την επίρρωση του ιδιωτικού τομέα. Εννοείται πως δίχως την έντονη παρουσία του κράτους δεν γίνεται να υπάρξουν έργα, ωστόσο η σύμπραξη με τους ιδιώτες δεν πρέπει να πυροβολείται αυτομάτως.

Αν, λοιπόν, καταναλώνουμε ιδεολογήματα περί εναγκαλισμού των κυβερνήσεων με τους χορηγούς και τις εταιρίες που τις αναλαμβάνουν, τότε μάλλον αμφισβητούμε μια κοινή πρακτική σε όλον τον κόσμο, θεωρώντας πως όλα πρέπει να κυκλώνονται και να μαρκάρονται από έναν κρατικό φορέα.

Το 2014, τo ίδρυμα Prada ανέλαβε να αποκαταστήσει και να συντηρήσει το περίφημο Last Supper, το αριστούργημα του Giorgio Vasari που βρίσκεται στο τέμπλο της εκκλησίας Santa Croce και φιλοτεχνήθηκε το 1546 (Corriere.it).

Βέβαια, οι ίδιοι που σήμερα βδελύσσονται για την παρουσία του ιδιωτικού φορέα σε έργα που αφορούν την τέχνη, αύριο θα φωνασκούν για το γεγονός ότι οι πολίτες πληρώνουν από την τσέπη τους.

Δεν γίνεται να θεωρούμε πως οτιδήποτε προέρχεται από τον ιδιωτικό τομέα είναι a priori βαφτισμένο στην ανομία.

Σαφώς, υπάρχει πάντα ένα ζήτημα νομιμότητας. Αν θέλετε και αισθητικής. Προφανώς και δεν γίνεται να υπάρχει ταμπέλα «φάτσα φόρα» στην Ακρόπολη ή στην Εθνική Πινακοθήκη. Η σεμνότητα δεν έβλαψε ποτέ κανέναν, αλλά αυτό είναι άλλης τάξης ζήτημα.

Αυτοί που διαφωνούν με τις ταμπέλες στην ουσία διαφωνούν -εν συνόλω- με την παρουσία των χορηγών θεωρώντας πως έτσι το κράτος ξεπουλάει τα πολύτιμα τιμάριά του. Προφανώς, τούτες οι αρνήσεις έχουν να κάνουν με τη χρόνια έλλειψη εμπιστοσύνης που έχουν οι έλληνες πολίτες προς τις εκάστοτε πολιτικές ηγεσίες και τις υπόγειες σχέσεις που ανέπτυξαν με τον ανθρώπους του πλούτου.

Δεν είναι, λοιπόν, θέμα της κυρίας Μενδώνη (ή του κάθε υπουργού) αν θα υπάρχουν χορηγοί σε έργα μεγάλης πνοής. Είναι μια κεντρική απόφαση της πολιτείας να ζητάει τη βοήθεια των ανθρώπων που έχουν την οικονομική δύναμη να συνεισφέρουν σε έργα που, στην τελική, μας αφορούν άμεσα και καταλήγουν σε εμάς.

Οφείλουμε πάντα να ελέγχουμε τις σχέσεις που διαμορφώνουν οι πολιτικοί με τους οικονομικούς παράγοντες. Αν έχεις καεί από τον χυλό φυσάς και το γιαούρτι, αλλά δεν γίνεται να θεωρούμε πως οτιδήποτε προέρχεται από τον ιδιωτικό τομέα είναι a priori βαφτισμένο στην ανομία.

Αυτή η χώρα χρωστάει πολλά στους εθνικούς της ευεργέτες (σε χαλεπούς καιρούς, αλλά και σε καλές εποχές). Δίχως αυτούς πολλά έργα υποδομής όχι μόνο δεν θα είχαν προχωρήσει, αλλά δεν θα είχαν σχεδιαστεί καν. Ας το φανταστούμε: οι μισές και πλέον συναυλίες στο Μέγαρο Μουσικής (ορισμένες από αυτές παγκόσμιας φήμης) δεν θα είχαν πραγματοποιηθεί δίχως την οικονομική στήριξη των χορηγών. Μήπως αυτές τις συναυλίες τις παρακολούθησαν μόνο οι πλούσιοι;

Μήπως την Εθνική Πινακοθήκη, όταν με το καλό ανοίξει τις πύλες της για το κοινό, θα την επισκεφθούν μόνο οι προύχοντες; Ολα αυτά τα έργα επιστρέφουν πολλαπλασιαστικά σε εμάς. Αν θεωρούμε πως το τίμημα είναι ακριβό, μάλλον βλέπουμε το δέντρο και όχι το δάσος.

 

Διαβάστε ακόμα: «Στάθμιση οφέλους και απώλειας» στον ιερό βράχο.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top