«Αφύπνιση και προειδοποίηση: μια ξεκάθαρη εικόνα της πραγματικότητας πέρα από το χάος της καθημερινότητας» έγραψε για το βιβλίο ο συγγραφέας Timothy Snyder. (Εικονογράφηση: newstatesman.com)

Καθώς η ηµεροµηνία των προεδρικών εκλογών πλησίαζε, γινόταν όλο και πιο φανερό πως ο Ντόναλντ Τραµπ δεν ήταν ένας ακόµα συνηθισµένος, παραδοσιακός υποψήφιος. Όχι µόνο δεν είχε ποτέ έως τότε εκλεγεί σε κανένα δηµόσιο αξίωµα, πράγµα εντελώς ασυνήθιστο, αλλά διατύπωνε και απόψεις που προκαλούσαν εκνευρισµό και ανησυχία στα µέσα µαζικής ενηµέρωσης, αλλά και στο πολιτικό «κατεστηµένο»: ακραίες θέσεις για τους µετανάστες και το Ισλάµ, θετικά σχόλια για τον Πούτιν και άλλα αυταρχικά καθεστώτα, µη αποδοχή των «κανόνων καλής συµπεριφοράς» κατά την προεκλογική εκστρατεία κ.ά. Μήπως το Ρεπουµπλικανικό Κόµµα είχε ορίσει υποψήφιό του κάποιον µε αυταρχικές τάσεις και αντιδηµοκρατικές απόψεις; Αρκετά στελέχη των Ρεπουµπλικάνων ισχυρίζονταν ότι, ενώ οι επικριτές του Τραµπ έπαιρναν τα λεγόµενά του τοις µετρητοίς αλλά όχι και σοβαρά, οι υποστηρικτές του τα έπαιρναν… σοβαρά αλλά όχι τοις µετρητοίς. Σύµφωνα µε αυτή την άποψη, δεν έπρεπε τελικά να δίνουµε και µεγάλη σηµασία στις ρητορικές κορόνες του Τραµπ.

∆εν µπορεί να είναι κανείς βέβαιος πώς ακριβώς θα συµπεριφερθεί κάποιος που δεν έχει εκλεγεί ποτέ σε δηµόσιο αξίωµα αν κληθεί να ασκήσει εξουσία. Ωστόσο, όπως ήδη επισηµάναµε, ειδικά οι ηγέτες µε αντιδηµοκρατικές τάσεις είναι εφικτό να εντοπιστούν εγκαίρως. Έτσι, ο Τραµπ, πριν ακόµη αναλάβει καθήκοντα προέδρου, παρουσίαζε όλα εκείνα τα γνωρίσµατα που χαρακτηρίζουν έναν ηγέτη επιρρεπή στον αυταρχισµό.

Συνήθως οι αυταρχικοί ηγέτες δεν διστάζουν να χαρακτηρίσουν τους πολιτικούς τους αντιπάλους ανατρεπτικά στοιχεία, που απειλούν την εθνική ασφάλεια και τον τρόπο ζωής των πολιτών.

Πρώτο τέτοιο γνώρισµα, µε βάση και όσα αναφέραµε ήδη σε προηγούµενο κεφάλαιο, είναι ο ελάχιστος σεβασµός στους «κανόνες του δηµοκρατικού παιχνιδιού». Είναι ενδεικτικό ότι ο Τραµπ δεν δίσταζε να αµφισβητεί τη νοµιµότητα της όλης εκλογικής διαδικασίας, κάνοντας ακόµα και την πρωτοφανή δήλωση ότι ίσως και να µην αποδεχτεί τα αποτελέσµατα των προεδρικών εκλογών! Το φαινόµενο της εκλογικής νοθείας είναι πολύ σπάνιο στις Ηνωµένες Πολιτείες· επιπλέον, είναι πολύ δύσκολο να συντονιστεί µια ενδεχόµενη επιχείρηση νοθείας σε πανεθνική κλίµακα, αφού αρµόδιες για την εκλογική διαδικασία είναι οι πολιτειακές και τοπικές αρχές. Και όµως, ο Τραµπ δεν δίστασε κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας να ισχυρίζεται ότι εκατοµµύρια παράνοµοι µετανάστες, ή ακόµα και νεκροί, θα «αξιοποιούνταν» ως ψηφοφόροι της Χίλαρι Κλίντον. Επί µήνες, στον επίσηµο ιστότοπο της προεκλογικής του εκστρατείας υπήρχε η έκκληση: «Βοηθήστε µε να εµποδίσω τη νοθεία που ετοιµάζει η αδίστακτη Χίλαρι». Τον Αύγουστο ο Τραµπ δήλωνε στον Sean Hannity: «Πρέπει να έχουµε τον νου µας, γιατί θα γίνει προσπάθεια νοθείας. […] Ελπίζω τα µέλη και τα στελέχη του Ρεπουµπλικανικού Κόµµατος να επαγρυπνούν, γιατί αλλιώς θα το χάσουµε το τρένο». Τον Οκτώβριο του 2016, εξάλλου, έγραφε στο τουίτερ: «Ασφαλώς και γίνεται εκτεταµένη νοθεία πριν από τις εκλογές και την ηµέρα των εκλογών». Ακόµα και στην τελευταία τηλεοπτική προεκλογική αναµέτρηση ο Τραµπ αρνήθηκε να δεσµευτεί ότι θα αναγνώριζε τα αποτελέσµατα των εκλογών αν ήταν αυτός ο χαµένος.

Όπως έχει επισηµάνει ο ιστορικός Douglas Brinkley, από το 1860 και έπειτα κανένας επίσηµος προεδρικός υποψήφιος µεγάλου κόµµατος δεν έχει αµφισβητήσει τη λειτουργία του δηµοκρατικού συστήµατος. Μόνο όταν η χώρα βάδιζε πλησίστια προς τον Εµφύλιο πόλεµο, υπήρξαν αµφισβητήσεις ως προς τη νοµιµότητα της οµοσπονδιακής κυβέρνησης. Κατά τον Brinkley, µια τέτοια αµφισβήτηση δεν µπορεί παρά να οδηγεί σε ανατροπή της υπάρχουσας τάξης πραγµάτων συνολικά. Και όµως, µια δηµοσκόπηση που έγινε στα µέσα Οκτωβρίου του 2016 έδειξε ότι το 41% των Αµερικανών και το 73% των Ρεπουµπλικάνων πίστευαν ότι κάποιοι θα µπορούσαν να «κλέψουν» τη νίκη από τον Τραµπ. Με άλλα λόγια, σχεδόν τα 3/4 των οπαδών του Ρεπουµπλικανικού Κόµµατος δεν ήταν πλέον βέβαιοι ότι ζούσαν σε καθεστώς όπου οι δηµοκρατικοί κανόνες τηρούνται και η εκλογική διαδικασία είναι αξιόπιστη.

Το δεύτερο από τα γνωρίσµατα ενός επιρρεπή στον αυταρχισµό ηγέτη είναι η αµφισβήτηση της εντιµότητας των αντιπάλων του. Συνήθως οι αυταρχικοί ηγέτες δεν διστάζουν να χαρακτηρίσουν τους πολιτικούς τους αντιπάλους ανατρεπτικά στοιχεία, που απειλούν την εθνική ασφάλεια και τον τρόπο ζωής των πολιτών, ή ακόµα και να αµφισβητήσουν τον πατριω­τισµό και την ακεραιότητά τους. Ο Τραµπ, λοιπόν, είχε ήδη δείξει τις διαθέσεις του και σε αυτό το πεδίο, έχοντας κατηγορήσει τον πρόεδρο Οµπάµα ως «µη Αµερικανό», που είχε γεννηθεί στην Κένυα και ήταν µουσουλµάνος. Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του 2016 εξάλλου, ο Τραµπ δεν είχε ενδοιασµούς να αποκαλέσει τη Χίλαρι Κλίντον «εγκληµατία» και να πει ότι «πρέπει να πάει φυλακή». Μάλιστα, όταν σε προεκλογικές συγκεντρώσεις οι οπαδοί του φώναζαν εν χορώ «κλείστε τη µέσα» [τη Χίλαρι], ο Τραµπ επιδοκίµαζε την αντίδρασή τους.

Με εξαίρεση τον Ρίτσαρντ Νίξον, ο Τραµπ ήταν ο µόνος υποψήφιος των δύο µεγάλων κοµµάτων που τα τελευταία εκατό χρόνια πληρούσε και τα τέσσερα κριτήρια, ώστε να χαρακτηριστεί επιρρεπής προς τον αυταρχισµό.

Το τρίτο κριτήριο είναι κατά πόσο ο επίδοξος ηγέτης ανέχεται ή ακόµα και ενθαρρύνει πράξεις βίας. Οµάδες οπαδών ενός κόµµατος που µετέρχονται βία δεν είναι καλός οιωνός για τη δηµοκρατία, όπως δείχνει το προηγούµενο µε τους µελανοχίτωνες στην Ιταλία, τους φαιοχίτωνες στη Γερµανία ή τις παραστρατιωτικές οµάδες σε χώρες της Λατινικής Αµερικής κατά τη δεκαετία του 1960. Επίσης, κατά τον 20ό αιώνα τουλάχιστον, όλοι οι υποψήφιοι για την προεδρία των Ηνωµένων Πολιτειών είχαν αποκηρύξει ρητά τη βία – µε την εξαίρεση ίσως του Τζωρτζ Ουάλας το 1968, ο οποίος όµως δεν ήταν υποψήφιος ενός από τα δύο µεγάλα, «συστηµικά» κόµµατα. Ο Τραµπ παραβίασε αυτό τον άτυπο κανόνα, όχι µόνο ανεχόµενος βίαιες ενέργειες των οπαδών του αλλά και δείχνοντας ενίο­τε να τις επικροτεί. Έτσι, λόγου χάριν, προσφέρθηκε να πληρώσει εκείνος τη χρηµατική ποινή που επιβλήθηκε σε έναν οπαδό του ο οποίος ξυλοκόπησε και απείλησε να σκοτώσει κάποιον «αντιφρονούντα» που διαδήλωνε εναντίον του Τραµπ στη Βόρεια Καρολίνα. Επίσης, σε αρκετές περιπτώσεις παρότρυνε ο ίδιος τους οπαδούς του να χρησιµοποιούν βία κατά πολιτών που διαδήλωναν εναντίον του. Ιδού µερικές τέτοιες περιπτώσεις, όπως τις παρέθετε τον Μάρτιο του 2016 το Vox:

Αν δείτε κάποιον να ετοιµάζεται να ρίξει µια ντοµάτα, µαυρίστε τον στο ξύλο. Σας υπόσχοµαι να πληρώσω εγώ το πρόστιµο. Σας το υπόσχοµαι (1η Φεβρουαρίου 2016, Άιοβα)

Νοσταλγώ την εποχή που σε κάτι τέτοιες περιπτώσεις αυτόν που αποδοκίµαζε τον έπαιρναν σηκωτό, µε φορείο. […] Του αξίζει µια γροθιά στη µούρη (22 Φεβρουαρίου 2016, Νεβάδα)

Τον παλιό καλό καιρό θα έπαιρνε το µάθηµα που του άξιζε. Σήµερα όµως µας έχουν πρήξει µε την πολιτική ορθότητα. Η χώρα µας πάει κατά διαόλου µε την πολιτική ορθότητα (26 Φεβρουαρίου 2016, Οκλαχόµα)

Έξω, έξω αποδώ. Έτσι µπράβο, παιδιά! Μπράβο σας! […] Βγάλτε τον έξω. Μην τον χτυπήσετε. Αλλά και αν τον χτυπήσετε, θα έρθω µάρτυρας υπεράσπισης στο δικαστήριο. Μην ανησυχείτε. […] Τον έπιασαν τέσσερις δικοί µας και τον πήγαν καροτσάκι. Την επόµενη µέρα ο Τύπος µάς επιτέθηκε κατά µέτωπο, µας κατηγόρησε ότι χρησιµοποιούµε βία. Παρατάτε µας, ρε παιδιά! Φτάνει πια µε την πολιτική ορθότητα! Έτσι δεν είναι, παιδιά; (4 Μαρτίου 2016, Μίσιγκαν)

Κάποιοι δικοί µας απάντησαν µε µπουνιές, και καλά έκαναν. Τον παλιό καλό καιρό τέτοιες διαµαρτυρίες από διαφωνούντες δεν υπήρχαν, γιατί ήξεραν καλά αυτοί οι λεβέντες τι τους περίµενε. Αν παρ’ όλα αυτά τολµούσαν να διαµαρτυρηθούν, την επόµενη φορά θα το σκέφτονταν δύο και τρεις φορές πριν επιχειρήσουν κάτι τέτοιο. Σήµερα όµως µπαίνουν στην αίθουσα όπου γίνεται η συγκέντρωσή µας, µας κάνουν ακόµα και άσεµνες χειρονοµίες και φεύγουν χωρίς να πάρουν το µάθηµα που τους αξίζει. Κι αυτό, γιατί έχουµε χάσει το τσαγανό µας (9 Μαρτίου 2016, Βόρεια Καρολίνα)

Το βιβλίο «Πώς πεθαίνουν οι δημοκρατίες» κυκλοφορεί στις 20 Σεπτεμβρίου από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Τον Αύγουστο του 2016 ο Τραµπ υιοθέτησε –συγκαλυµµένα, έστω– τη χρήση βίας κατά της Χίλαρι Κλίντον, λέγοντας στους οπαδούς του στο Ουίλµινγκτον της Βόρειας Καρολίνα ότι, αν δινόταν στη Χίλαρι η δυνατότητα να διορίσει το ένατο µέλος του Ανώτατου ∆ικαστηρίου, αυτό θα µπορούσε να οδηγήσει σε απαγόρευση της οπλοκατοχής. Συνέχισε µάλιστα λέγοντας: «Αν καταφέρει να ελέγξει την πλειοψηφία του ∆ικαστηρίου, δεν θα µπορείτε να κάνετε τίποτα, φίλοι µου. […] Αν και δεν ξέρω τι ακριβώς µπορεί να κάνει µε τη 2η Τροπολογία [Second Amendment] του συντάγµατος».

Το τέταρτο και τελευταίο γνώρισµα που χαρακτηρίζει έναν πρόεδρο ο οποίος ρέπει προς τον αυταρχισµό είναι η τάση περιορισµού της ελευθερίας έκφρασης για τους αντιπάλους του και τους επικριτές του. Ο Ντόναλντ Τραµπ είχε δείξει ήδη το 2016 τις διαθέσεις του και σε αυτό το πεδίο, λέγοντας ότι, αν εκλεγεί, θα διατάξει έρευνα για τις δραστηριότητες της Χίλαρι Κλίντον, ώστε να την κλείσει φυλακή «όπως της αξίζει». Επίσης, επανειληµµένες ήταν και οι απειλές του κατά µέσων ενηµέρωσης που δεν ήταν φιλικά απέναντί του. Έτσι, σε µια συγκέντρωση στο Φορτ Ουόρθ του Τέξας, για παράδειγµα, εξαπέλυσε επίθεση κατά της Washington Post και του ιδιοκτήτη της, του Τζεφ Μπέζος, δηλώνοντας: «Αν εκλεγώ πρόεδρος, δεν θα περάσουν καλά». Μάλιστα, κατηγορώντας και γενικά τα µέσα µαζικής ενηµέρωσης για «ανεντιµότητα», ο Τραµπ δήλωνε:

Θα ενεργοποιήσω τη σχετική νοµοθεσία ώστε, όταν τα έντυπα φιλοξενούν κείµενα που περιλαµβάνουν εν γνώσει τους ψεύδη και συκοφαντίες, να µπορεί κάποιος να καταθέτει αγωγή εναντίον τους και να αποζηµιώνεται πλουσιοπάροχα. […] Αυτό ισχύει και για τους New York Times και για την Washington Post.

Με εξαίρεση τον Ρίτσαρντ Νίξον, ο Τραµπ ήταν ο µόνος υποψήφιος των δύο µεγάλων κοµµάτων που τα τελευταία εκατό χρόνια πληρούσε και τα τέσσερα κριτήρια, ώστε να χαρακτηριστεί επιρρεπής προς τον αυταρχισµό.

//Το βιβλίο «Πώς πεθαίνουν οι δημοκρατίες» κυκλοφορεί στις 20 Σεπτεμβρίου από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

 

Διαβάστε ακόμα: Δημήτρης Νανόπουλος – «Οι δικοί μου φόροι τιμής»

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top