O Πάτρικ Λη Φέρμορ σε ένα στιγμιότυπο στο χωριό Φλομοχώρι το καλοκαίρι του 1952, που έκανε το ταξίδι του στη Μάνη. «Η Μάνη που περιγράφεται εδώ βρίσκεται ακόμα πολύ κοντά στα αισθήματα και τις συνήθειες του ιστορικού της παρελθόντος», σημειώνει στον Πρόλογο της ελληνικής έκδοσης του βιβλίου του «Μάνη» (Φωτογραφία: Joan Leigh Fermor/John Murray Collection).

[…] Μικρό όπως είναι, το χωριό του Γερολιμένα, είναι μια υπεκφυγή από τον έξω κόσμο, από την αυστηρή απομόνωση της Μάνης. Τα καΐκια δίπλα στην προκυμαία, οι άγκυρες και τ’ αλυσέλικτρα, τα σπειρώματα των κάβων, οι επίχρυσες επιγραφές στα μπουκάλια ενός φαρμακείου, τα σακιά, τα βαρέλια κι οι κονσέρβες των μπακάληδων, τρεις χωροφύλακες που πίνανε καφέ κάτω από ένα δέντρο, τρεις καπετάνιοι καϊκιών με τα λαμπερά πηλήκια, που πίνανε μπύρα Φιξ – όλα δείχνανε στο μοναδικό σκονισμένο δρόμο, ακόμα και κάτω απ’ την καυτή πνοή του σιρόκου που τον αποκοίμιζε, ότι κάπου υπήρχε ένας άλλος κόσμος. Πέρα από τ’ όνειρο, λεύγες μακριά, πίσω από αμέτρητα ακρωτήρια, πίσω από ντουζίνες κόλπους και νησιά, στο τέρμα των ταξιδιών των καϊκιών που οδηγούσανε σε αποστάσεις που μας φαινόντουσαν μακριές και επικίνδυνες, σαν το ταξίδι των Αργοναυτών, τρεμούλιαζε στα μάτια της φαντασίας μας η αταξία του αντικατοπτρισμού του Πειραιά…

Ακολουθώντας τους ναύτες, καθήσαμε. Ο φίλος με τ’ αλάτι, χτύπησε με το δάχτυλο που είχε τη βέρα σ’ ένα σιδερένιο τραπέζι κι αυτόματα τρεις παγωμένες μπουκάλες εμφανίστηκαν από το βάθος του καφενείου, με σταγόνες υγρασία να στάζουν πάνω τους, αφήνοντας στο θαμπωμένο γυαλί λαμπερά χνάρια, σαν τις χρωματιστές φωτεινές διαφημίσεις. Το αλάτι ξεράθηκε πάνω στα μουστάκια και τις βλεφαρίδες του συντρόφου μας, η αρμυρή γεύση του ιδρώτα στα στόματά μας κι ο αφρικάνικος αγέρας, που φαινόταν πως θα μας έθαβε κάτω από αόρατους αμμόλοφους, τριπλασίαζε την ηδονή από εκείνες τις μεγάλες παγωμένες γουλιές…

Αριστερά: Προσωπογραφία (ελαιογραφία σε κόντρα πλακέ) του Πάτρικ Λη Φέρμορ από τον Νίκο Χατζηκυριάκο-Γκίκα, 1979. Δεξιά: Φέτος συμπληρώνονται 50 χρόνια από την πρώτη έκδοση στα ελληνικά (το 1972) της «Μάνης» από τις εκδόσεις Κέδρος.

Σε τέτοιες στιγμές ξεχνούσε κανείς ολότελα το κρασί, κι ευλογούσε τη θύμηση του Κυρίου Φουξ, του ζυθοποιού του Βίττελσμπαχ από το Μόναχο, που τον είχε καλέσει εδώ, κάπου εκατό τόσα χρόνια πριν, ο Βαυαρός συμπατριώτης του βασιλιάς Όθωνας. ΦΙΞ, το μεταγλωττισμένο του όνομα όλων των μπουκαλιών μπύρας στην Ελλάδα, είχε ένα ιδιαίτερο μεγάλο μυστικό. Μας ξαναζωντάνεψε αρκετά για να κανονίσουμε μ’ έναν από τους καπετάνιους του διπλανού τραπεζιού να μας πάει με το καΐκι του, την επόμενη μέρα, γύρω απ’ τον κάβο Ματαπά.

Σε λίγο είμαστε ξαπλωμένοι στα προφυλαγμένα απ’ τον ήλιο δωμάτια πάνω από το μαγαζί του Γιώργου Θεοδωρακάκη. Τα βιβλία γλιστρήσανε σιγά από τα χέρια μας όπως βουλιάζαμε στη Λήθη, ενώ έξω η χαυνωτική κίνηση του Γερολιμένα έχανε την ορμή της και καταλάγιαζε τελικά στο αποκάρωμα του μεσημεριού. […]

 

// Απόσπασμα από το βιβλίο του Πάτρικ Λη Φέρμορ «Μάνη» (από το κεφάλαιο «Αλλαγή και παρακμή. Τα κοκόρια του Ματαπά», σελ. 165-182). Μετάφραση: Τζαννής Τζαννετάκης. Φωτογραφίες: Ιωάννα Λη-Φέρμορ. Εξώφυλλο και σχέδια: Τζων Κράξτον. Εκδόσεις Κέδρος 1972, 2007.

 

Διαβάστε ακόμα: Πάτρικ Λη Φέρμορ – «Ένα χρέος ευτυχίας στην Καρδαμύλη».

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top