DSCN0341

    Στο ασανσέρ κάποιου ξενοδοχείου στην Μονμάρτη. Η κατάληξη μιας υπέροχης, επεισοδιακής βραδιάς.

    Ένα ζευγάρι μεσήλικων Ασιατών που καθόταν στη διπλανή σειρά μάς κοίταζε με όψη βουβής απόγνωσης. Θα μπορούσαν να μας έκαναν κάποια παρατήρηση, αν δεν ήταν τόσο αυστηρά διακριτικοί: εμείς συνεχίζαμε να καβγαδίζουμε, σχεδόν σαν να μην τρέχει τίποτα, ανταλλάσσοντας άγαρμπες ειρωνίες. Θυμάμαι ότι εγώ, κάποια στιγμή, ανέβασα τα ντεσιμπέλ πάνω απ’ τα επίπεδα επιφυλακής για την Κεντρική Ευρώπη – και σίγουρα, σε πρωτοφανή επίπεδα για τους φιλήσυχους Ασιάτες. Εκείνη σταμάτησε να μου μιλάει κι εγώ συνέχισα να μονολογώ (σε πιο χαμηλούς τόνους τώρα), κατηγορώντας τη για πράγματα που ούτε που θα θυμόμουν λίγο λεπτά αργότερα. Ήταν παραμονή Χριστουγέννων, μερικά χρόνια πριν, στο τρένο από Λονδίνο για Παρίσι, όπου μας προσφέρθηκε σαμπάνια, αλλά δεν αγγίξαμε τα ποτήρια.

    Ανάμεσα στο πλήθος των ανθρώπων που διασκέδαζαν, μου κράτησε τα χέρια και μου είπε πως όσα κι αν είπαμε πιο πριν μπορούν να μείνουν για πάντα εκεί που ειπώθηκαν, δηλαδή κάπου στον βυθό της Μάγχης.

    Όταν τελικά, φτάσαμε στο Gare du Nord, στο Παρίσι, είχε αρχίσει να ρίχνει χιονόνερο. Εκείνη στεκόταν αμήχανη απέναντί μου, γυρίζοντας το βλέμμα της αλλού, ενώ η χαρούμενη γιορτινή ατμόσφαιρα έμοιαζε στημένη εκεί, αποκλειστικά για μας, αλλά μόνο για να μας κάνει να αισθανθούμε χειρότερα. Σκέφτηκα πως σε λίγες μόνο ημέρες (την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, αυτήν τη φορά) θα κλείναμε δέκα ολόκληρα χρόνια σαν ζευγάρι, και μου ήρθαν στιγμιαία στο μυαλό, όλα τα ευτυχισμένα, περίεργα, δύσκολα, μαγικά και μονότονα Χριστούγεννα που είχαμε περάσει μαζί. Γιατί ήμασταν από εκείνες τις σπάνιες περιπτώσεις όπου ένας σχεδόν εφηβικός έρωτας φαίνεται ότι μπορεί να κρατήσει μια ζωή. Αλλά το σπουδαιότερο, ίσως, ήταν ότι είχαμε μια σχέση που, λίγο έως πολύ, μας είχε διαμορφώσει ως προσωπικότητες.

    Θα ήθελα να ξέρω ότι μου χρωστάει ό,τι χρωστάω κι εγώ σ’ εκείνη, δηλαδή τα πάντα, αλλά μου φαίνεται κάπως άδικο. Γιατί η Γαρυφαλλιά είναι πιο χαρισματική, πιο συγκροτημένη και σίγουρα περισσότερο ανθεκτική από μένα και το γεγονός ότι μοιράζομαι τη ζωή μου μαζί της μου δίνει κάθε μέρα κι έναν καινούργιο λόγο να ξεκινώ με αισιοδοξία τη μέρα μου. Τις στιγμές που τα έβλεπα όλα μάταια, εκείνη θα δυνάμωνε τη μουσική και, όταν φούσκωνε ο εγωισμός μου, δεν θα μου χαριζόταν με τίποτα. Πιθανόν να ήμουν ο ίδιος και χωρίς τη Γαρυφαλλιά, αλλά ακόμα κι αν μπορούσα να γυρίσω το χρόνο πίσω, δεν θα θυσίαζα τίποτα απ’ όσα έχουμε ζήσει μαζί, για να το μάθω.

    Εκείνο το βράδυ, λίγο προτού φτάσουμε στο ξενοδοχείο, κάναμε μια στάση σε ένα μικρό τζαζ μπαρ. Ανάμεσα στο πλήθος των ανθρώπων που διασκέδαζαν, μου κράτησε τα χέρια, μου χαμογέλασε και μου είπε πως ό,τι κι αν είπαμε πιο πριν δεν τα άκουσε κανείς άλλος, γιατί κανείς στο βαγόνι δεν μιλούσε ελληνικά και πως όλα μπορούν να μείνουν για πάντα εκεί που ειπώθηκαν, δηλαδή κάπου στον βυθό της Μάγχης. Της το χρωστάω.

    Αν νομίζετε πως δεν χρωστάτε σε κανέναν, δείτε το βίντεο.

     

    Διαβάστε ακόμα: Ο Αλέκος Παπαδάτος του “LOGICOMIX” χρωστάει στον πατέρα του τα σκίτσα και τις αξίες του.

     

     

     

    x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

    Button to top