«Ο Μισίμα ήταν 45 ετών, και λένε πως, μελοδραματικός όπως πάντα, εκείνο το πρωί είχε παραδώσει στον εκδότη το τελευταίο του μυθιστόρημα. Κάποτε είχε χαρακτηρίσει το χαρακίρι πράξη ‘‘έσχατου αυνανισμού’’». (Photo: Tamotsu Yato).

Ο θάνατος του Γιούκιο Μισίμα ήταν τόσο θεαματικός, που σχεδόν κατάφερε να μας κάνει να ξεχάσουμε τα αναρίθμητα καμώματά του, θαρρείς και η συνεχής επιδειξιμανία που τον χαρακτήριζε σε όλη του τη ζωή να μην είχε άλλο σκοπό παρά να εξασφαλίσει την προσοχή του κόσμου στην κορυφαία στιγμή, τη μόνη πιθανώς που να τον ενδιέφερε πραγματικά. Αυτή θα μπορούσε να είναι μια ερμηνεία για τον θάνατό του, τουλάχιστον, αν λάβουμε υπόψη τη βαθιά ριζωμένη έλξη του Μισίμα για τον βίαιο θάνατο, τον οποίο –αν ο νεκρός ήταν νέος και είχε όμορφο σώμα– θεωρούσε το αποκορύφωμα του κάλλους.

Η αλήθεια βέβαια είναι ότι αυτή η ιδέα δεν ήταν και τόσο πρωτότυπη, τουλάχιστον στη χώρα του, την Ιαπωνία, όπου, όπως είναι γνωστό, πάντα υπήρχε η σεβαστή απ’ όλους παράδοση της τελετουργικής αυτοκτονίας, που συνίσταται στο να ξεκοιλιάζεσαι μόνος σου, και στη συνέχεια να χάνεις το κεφάλι σου από μία και μόνο σπαθιά που θα σου καταφέρει ένας φίλος ή κάποιος υφιστάμενός σου. […]

«Ο θάνατος του Γιούκιο Μισίμα ήταν τόσο θεαματικός, που σχεδόν κατάφερε να μας κάνει να ξεχάσουμε τα αναρίθμητα καμώματά του».

Ο Μισίμα μπήκε πάλι μέσα στο γραφείο και ετοιμάστηκε για το χαρακίρι. Είχε ζητήσει από τον έμπιστο φίλο και πιθανώς εραστή του Μασακάτσου Μορίτα να τον αποκεφαλίσει με το πολύτιμο σπαθί* όταν θα είχε ανοίξει πια την κοιλιά του, χωρίς να τον αφήσει να υποφέρει πάρα πολύ. Αλλά ο Μορίτα (που θα έκανε κι εκείνος χαρακίρι στη συνέχεια) απέτυχε τουλάχιστον τρεις φορές, τραυματίζοντας τον Μισίμα στους ώμους, την πλάτη και το λαιμό, χωρίς να πετύχει το κεφάλι. Ένας άλλος ακόλουθός του, ο Φούρου Κόγκα, πιο επιδέξιος ή λιγότερο νευρικός, άρπαξε το σπαθί και ανέλαβε τον αποκεφαλισμό. Ύστερα έκανε το ίδιο με τον Μορίτα, ο οποίος, ελλείψει δυνάμεων εξαρχής, κατάφερε να κάνει μόνο μια γρατσουνιά στην κοιλιά του με το εγχειρίδιο. Τα δύο κεφάλια κείτονταν πάνω στο χαλί. Ο Μισίμα ήταν 45 ετών, και λένε πως, μελοδραματικός όπως πάντα, εκείνο το πρωί είχε παραδώσει στον εκδότη το τελευταίο του μυθιστόρημα. Κάποτε είχε χαρακτηρίσει το χαρακίρι πράξη «έσχατου αυνανισμού».

«… θαρρείς και η συνεχής επιδειξιμανία που χαρακτήριζε τον Μισίμα σε όλη του τη ζωή να μην είχε άλλο σκοπό παρά να εξασφαλίσει την προσοχή του κόσμου στην κορυφαία στιγμή, τη μόνη πιθανώς που να τον ενδιέφερε πραγματικά». (Photo: Eikoh Hosoe – Series «Barakei: Ordeal by Roses #32», 1961).

Ο πατέρας του έμαθε το συμβάν από την τηλεόραση. Ακούγοντας την είδηση της εφόδου στη στρατιωτική βάση Ιτσιγκάγια**, σκέφτηκε: «Τώρα θα πρέπει να πάω να ζητήσω συγγνώμη από την αστυνομία και τους άλλους. Τι μπελάς! Ύστερα άκουσε τα υπόλοιπα, το χαρακίρι και τον αποκεφαλισμό, και αργότερα ομολόγησε: «Δεν αισθάνθηκα μεγάλη έκπληξη: Το μυαλό μου απωθούσε την πληροφορία».

 

* Ένα πολύτιμο σπαθί των Σαμουράι, που είχε στην κατοχή του ο Γιούκιο Μισίμα. (Σελ. 234 στο βιβλίο).

** Η στρατιωτική βάση Ιτσιγκάγια στο Τόκιο, όπου έλαβε χώρα η πρώτη και τελευταία αληθινή δράση της παραστρατιωτικής οργάνωσης Τατενοκάι, που είχε δημιουργήσει την τελευταία περίοδο της ζωής του ο Μισίμα. (Σελ. 234 στο βιβλίο).

 

// Από το βιβλίο του Χαβιέρ Μαρίας «Γράφοντας τις ζωές των άλλων» (απόσπασμα από το κείμενο «Ο Γιούκιο Μισίμα στον θάνατο», σελ. 225-236). Μετάφραση: Γεωργία Ζακοπούλου. Εκδόσεις Πατάκη, 2014.

 

Διαβάστε ακόμα: Σωτήρης Λυμπερόπουλος – «Όσα μου έμαθε το ‘‘Χαγκακούρε’’».

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top