Καθώς ο Σταύρος Θεοδωράκης είναι και εστιάτορας, ας μου επιτραπεί να αρχίσω με μια παρομοίωση: Από τη μια μοιάζει να τον υποδέχονται σαν ευχάριστη έκπληξη πολλοί «πελάτες» του πελατειακού μας συστήματος. Αυτοί που τρώνε μια ζωή το ίδιο ξαναζεσταμένο φαγητό, πότε το γνωστό αμάσητο κρέας και πότε το γνωστό μπαγιάτικο ψάρι.
Όμως από την άλλη ακούγεται γκρίνια στις τάξεις των «ψαγμένων» θαμώνων, που είχαν παραγγείλει κάτι σε Σταύρο Θεοδωράκη, «εκτός καταλόγου». Με μια λαχτάρα, όπως ο Γιώργος Κωνσταντίνου για το γνωστό προφιτερόλ, έλεγαν έγραφαν και περιέγραφαν επί μήνες τον νυμφίο: Θέλω ο νέος ηγέτης που θα γεννήσει η κρίση να είναι νέος αλλά όχι απολιτίκ. Να έχει αριστερές ευαισθησίες αλλά ρεαλιστικές θέσεις. Να είναι λαϊκό παιδί αλλά πετυχημένος επαγγελματίας. Όχι προϊόν του κομματικού σωλήνα. Να διαθέτει ηγετικά χαρακτηριστικά ικανά να ενώσουν τον τίμιο μετανάστη και την κότα των βορείων προαστίων. Θέλω έναν Μπουτάρη του νότου! Έναν «σέξι» Καμίνη! Και δώσ’ του οι περιγραφές…
Περιγραφές που αν τις σκίτσαρε φυσιογνωμιστής της αστυνομίας, από αυτούς που κάνουν σκαριφήματα υπόπτων για αυτόπτες μάρτυρες, θα έμοιαζε… ύποπτα στον ΣΘ. Όμως τώρα που το πιάτο προσγειώθηκε μπροστά τους, αρχίζει η αφ’ υψηλού κριτική: «Μεγάλο πιάτο, μικρή μερίδα. Μήπως το σταμναγκάθι είναι δήθεν; Δηλαδή τώρα ο Θεοδωράκης θα μας σώσει; Δεν λέω, ωραίος άνδρας αλλά νάρκισσος. Όπως ο Μαρκουλάκης, που κατέβηκε με τον Μάνο. Τον Στέφανο Μάνο που είναι φιλελεύθερος, άρα τρώει παιδάκια». Και πάει λέγοντας, ώσπου πολλοί δεν κρατιούνται και εκδηλώνονται: «Εμένα, πάντως, μου αρέσει ο Άδωνις (!). Δείχνει αποφασιστικός…»
Παρότι δεν με έπεισε ως κείμενο η «διακήρυξη» του Σταύρου Θεοδωράκη ‒θα εξηγήσω γιατί παρακάτω‒, θεωρώ θετική την κάθοδό του στην πολιτική. Έχουμε ανάγκη από πετυχημένους επαγγελματίες, με ρεαλιστικές απόψεις ενάντια στον κυρίαρχο λαϊκισμό. Και από έναν επικεφαλής με «αριστερή αύρα», που του προσδίδει, έστω επικοινωνιακά, τη διεισδυτικότητα για να δημιουργήσει συμμαχίες. Δεν λέω ότι αυτός είναι απαραίτητα ο Σταύρος Θεοδωράκης, ο Γιάννης Μπουτάρης ή κάποιος τρίτος. Δεν μπορώ όμως να μην καλωσορίσω το γεγονός ότι το νέο πρόσωπο που εκτίθεται έχει ‒σε πρώτη όψη‒ τονισμένα τα παραπάνω χαρακτηριστικά. Και ότι, ακόμα και σε περίπτωση παταγώδους αποτυχίας του, παραμένει ένας άνθρωπος που έχει δουλέψει και πετύχει στη ζωή του, σε αντίθεση με τα περισσότερα σοβαροφανή λιγούρια που μας κυβερνούν.
Επιστρέφοντας στη διακήρυξη, το κείμενο μου φάνηκε μάλλον κοινότοπο. Διάστικτο με ευχολόγια για το πώς πρέπει να «κάνουμε μια νέα κοινωνική συμφωνία» και να «ταράξουμε τα λιμνάζοντα νερά», με την αγροτιά, τους νέους, ενάντια στην πρέζα και στο ρουσφέτι. Σημείωσα πως, παρότι εισηγείται αρκετά μέτρα για «εύκολα» θέματα, όπως τη μείωση του αριθμού των βουλευτών, δεν παίρνει θέση για τα δύσκολα, όπως τη μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων. O ίδιος εντοπίζει «δημοσιογραφικά» το έλειμμα αυτό: «Και με το χρέος τι θα κάνεις;», απευθύνει το ερώτημα στον εαυτό του. «Θα σας πω», απαντάει. Αλλά αντί απάντησης μας χαρίζει ένα απόφθεγμα: «Η επιβίωση μιας χώρας δεν μπορεί να εξαρτάται από την καλοσύνη των δανειστών της»…
Δεν με προβλημάτισε τόσο η έλλειψη εξειδίκευσης των θέσεών του, που άλλωστε έχει την ευφυϊα και τον χρόνο για να ξεδιπλώσει. Όσο η γενικότερη αφήγηση που προτείνει, υπερτονίζοντας το στοιχείο των «κακών πολιτικών», χωρίς να ασκεί κριτική στον κακομαθημένο πολίτη που γυρεύει λύσεις μαγικές. Κοντά σε μια τέτοια, απαραίτητη για να γυρίσουμε σελίδα κριτική, θα μπορούσε να δώσει το παράδειγμα κάνοντας και αυτοκριτική. Και όχι να αφήνει να εννοηθεί ότι αυτός και η ‒μυστική ακόμα‒ ομάδα του έχουν το ηθικό πλεονέκτημα για να σώσουν τη χώρα.
Δεν είναι μανιχαϊστικός ο λόγος του, αν όμως δεν ενσωματώσει αλήθειες που πονάνε, κινδυνεύει να δουλωθεί στον αυτοθαυμασμό. Εδώ που φτάσαμε, οι σκεπτόμενοι πολίτες περιμένουν περισσότερα από οράματα και ποτάμια. (Παρεμπιπτόντως θεωρώ εξαιρετικό το όνομα της κίνησης, όχι όμως και το ελαφρώς γλυκανάλατο ή και «τουριστικό» λογότυπό της).
Ο ΣΘ έχει το προφίλ που ίσως του επιτρέψει να διεμβολίσει το σκηνικό. Μπορεί να δέχεται κριτική εξ αριστερών ως συστημικός ή μνημονιακός «πρωταγωνιστής» των μήντια, δεν θα ξεχάσω όμως και τη σιγουριά με την οποία συντηρητικός εκδότης μου είχε πει, κοιτώντας μια φωτογράφησή του: «Αυτός είναι κομμουνιστής!». (Το παραλειπόμενο είναι ότι ο εκδότης έσπευσε την άλλη μέρα να αγοράσει το ίδιο κόκκινο παντελόνι που φορούσε ο ποπολάρος ΣΘ στην φωτογραφία).
Θα λέγαμε ότι ο ΣΘ έχει δώσει μέχρι σήμερα την εντύπωση ενός πραγματιστή με αρκετά φιλελεύθερες απόψεις στην εποχή του μνημονίου, αλλά με διαχρονικά αντικομφορμιστικό στυλ, και αρκετή έγνοια για τη δημόσια εικόνα του. Είναι ταυτόχρονα αποδεδειγμένο ότι άνθρωποι με αυτά τα χαρακτηριστικά είναι συχνά καταλληλότεροι για να σε βάλουν εσπευσμένα από την εντατική στο χειρουργείο αν χρειαστεί, χωρίς αναισθητικό.
Μπορεί το περίσσευμα αυτοπεποίθησης που τον διακατέχει να παραπέμπει ορισμένους σε αυτό που οι Βρετανοί ονομάζουν Sense of Entitlement ‒ότι αρέσει, ότι περνάει το δικό του, «δικαιωματικά». Όμως η έκφραση αυτή απευθύνεται κυρίως σε νωθρούς αριστοκράτες. Αντίθετα ο ΣΘ έχει μια γνήσια λαϊκότητα που ίσως κινητοποιήσει πιο πολύ κόσμο από όσους μπόρεσε η ελιτίστικη ΔΡΑΣΗ ή η πληκτική ΔΗΜΑΡ. Και ταυτόχρονα να διεισδύσει σε πλατιά στρώματα που υπνοβατούν στον προθάλαμο της ΝΔ και του Σύριζα.
Όσο για το ΠΑΣΟΚ, στο ο οποίο ο γνωστός δημοσιογράφος είχε οργανωθεί προ του ’81 και ξαναζύγωσε επί Σημίτη, αν το «Ποτάμι» πάει καλά ή πάρει καμιά μονάδα παραπάνω από το πάλαι ποτέ «Κίνημα», τότε θα είναι στο χέρι του να φουσκώσει και να δεσπόσει στην κεντροαριστερά, στις βουλευτικές εκλογές. Από εκεί και πέρα, δύσκολα το «ποτάμι θα γυρίσει πίσω», για να παραφράσουμε τον Ανδρέα. Και για να διατηρήσουμε την Παπανδρεϊκή ορολογία, το ΠΑΣΟΚ θα πάρει σειρά για «το χρονοντούλαπο της ιστορίας»…
Δικαιούμαστε να υποθέσουμε ότι αυτός είναι ένας ακόμα λόγος για τον οποίο ΣΘ δεν θα είναι ο ίδιος υποψήφιος στο Ευρωψηφοδέλτιο. Όχι από σεμνότητα, όπως ίσως θα ήθελε να πιστεύουμε, αλλά διότι πηγαίνει για το μεγάλο ψάρι: Οι φιλοδοξίες του φτάνουν ως την κυβέρνηση της ελληνικής Δημοκρατίας. Αλλιώς δεν θα συστήνονταν στο εκλογικό σώμα προτείνοντας τομές που απαιτούν Συνταγματική αναθεώρηση, ούτε θα βάπτιζε την κίνηση ποτάμι, αλλά ρυάκι.
Ο φατριασμός του προοδευτικού χώρου (στον οποίο μέχρι στιγμής ο ΣΘ πρόσθεσε άλλο ένα θραύσμα, μέχρι να φανεί αν έχει συγκολητικό ταλέντο) μοιάζει να είναι η κατάρα των μνημονιακών χρόνων. Όμως μόνο μια οριζόντια συμμαχία των σκεπτόμενων πολιτών μπορεί να δώσει ελπίδες ότι θα εκπονήσουμε κάποτε ένα «εθνικό» μνημόνιο για να βγούμε από την κρίση στηριγμένοι στις δικές μας δυνάμεις.
Είναι πλέον ολοφάνερο ότι οι προοδευτικοί άνθρωποι, είτε αυτοπροσδιορίζονται ως αριστεροί είτε ως φιλελεύθεροι, πρέπει να συνεργαστούν σε μια ατζέντα μεταρρυθμίσεων που θα στηρίζονται στην κοινή λογική. Που θα ξεκινούν από θέματα στα οποία ήδη συμφωνούν απόλυτα, όπως την αποποινικοποίηση των ναρκωτικών ή ο gay γάμος, και θα φθάνουν σε μεγαλύτερα ελληνικά ταμπού όπως η μείωση του κράτους.
Προφανώς κανείς δεν έχει την απαίτηση από έναν πετυχημένο δημοσιογράφο που δεν έχει κοινοβουλευτική επειρία ούτε έχει ασκήσει δημόσια διοίκηση, να αναλάβει ως δια μαγείας αυτή την ευθύνη. Στο βαθμό όμως που η πρωτοβουλία του αποκαλύπτει περαιτέρω την ένδεια του πολιτικού μας προσωπικού ‒η σύγκριση του κουλ δημοσιογράφου με τους ανεπάγγελτους παπαρολόγους κυβερνήτες είναι embarassing για κάποιους‒ και ανοίγει την όρεξη και σε άλλους πετυχημένους επαγγελματίες να συμμετάσχουν στα κοινά, όποιος πιστεύει ότι θα τα καταφέρει καλύτερα, ας κάνει ένα βήμα μπροστά!
Ομολογώ πως ζήλεψα την πρωτοβουλία του Θεοδωράκη, το θάρρος του να εκτεθεί. Σε αντίθεση με αυτό που νομίζουν οι επαναστάτες του καναπέ, θέλει αληθινό κόπο για να στήσεις οτιδήποτε καινούριο, από ιστοσελίδα μέχρι εστιατόριο, και βέβαια γερό στομάχι για να ασχοληθείς με τα κοινά.
Εδώ είμαστε για να κρίνουμε αυστηρά στην πορεία.
Προς το παρόν, ας του ευχηθούμε καλή επιτυχία.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ: Είμαστε επαναστάτες. Τα θέλουμε όλα