Οι αρχιτέκτονες έχουμε μία ιδιαίτερη σχέση με τον κινηματογράφο, πολύ συχνά αναφερόμαστε στην σκηνογραφική πλευρά του, στον κινηματογραφικό ή σκηνοθετημένο χώρο. Ο Ζαν Νουβέλ είχε πει: «η αρχιτεκτονική υφίσταται, όπως και ο κινηματογράφος, μέσα από την διάσταση του χρόνου και της κίνησης», σχολιάζοντας τη βαθιά και σε μεγάλο βαθμό ανεξερεύνητη σχέση τους.
Στο δίπολο αυτό, η αρχιτεκτονική είναι μία έκφραση ψυχρή, δημιουργεί χώρους τους οποίους οι «θεατές» θα βιώσουν ο καθένας με το δικό του μοναδικό τρόπο, δεν μπορεί να ελέγξει τα συναισθήματα του κοινού της που κινείται ελεύθερα και απρόβλεπτα στον πραγματικό χώρο, σχηματίζοντας διαφορετικές εντυπώσεις. Αντίθετα, ο κινηματογράφος είναι μια έκφραση θερμή, ελέγχει απόλυτα τα συναισθήματα του θεατή και, επομένως, και τη σχέση του με τον εικονιζόμενο χώρο.
Ήδη από τα πρώτα βήματα του κινηματογράφου, ένα από τα βασικά θέματά του ήταν η πόλη, ο αρχιτεκτονικός χώρος. Έτσι, ο Ζορζ Μελιές, γνωστός για τις αφηγηματικές και τεχνικές καινοτομίες του, γυρίζει τις πρώτες ταινίες του κατασκευάζοντας σκηνικά, και με τη χρήση ειδικών εφέ. Αντίστοιχα, οι ταινίες των αδελφών Ωγκίστ και Λουί Λυμιέρ περιλαμβάνουν σκηνές της πόλης (άφιξη του τρένου, έξοδος από το εργοστάσιο κ.ο.κ.). Μπορούμε να πούμε ότι ο πρώτος είναι ο πατέρας του φανταστικού κινηματογράφου και οι δεύτεροι του ρεαλιστικού. Ο Μελιές κατασκευάζει χώρο, δημιουργεί ένα νέο περιβάλλον, ενώ οι αδελφοί Λυμιέρ αποτυπώνουν την υπάρχουσα πραγματικότητα. Ο κόσμος που παρουσιάζεται στις ταινίες διαφέρει από αυτόν που ξέρουμε, είναι ίδιος χωρίς να είναι ίδιος. Ο κινηματογράφος είναι τόσο θερμός όσο και η λογοτεχνία από την οποία προέρχεται, και τα δύο έχουν τη δύναμη να γεννούν φαντασίες και φαντασιώσεις, στον θεατή και στον αναγνώστη.
Η βωβή περίοδος του κινηματογράφου θεωρείται μία ρομαντική εποχή. Ταυτόχρονα είναι και μία περίοδος μεγάλων καινοτομιών και αδήριτης εξερεύνησης του νέου αυτού μέσου έκφρασης. Σπουδαίες ταινίες που επηρέασαν καθοριστικά την πορεία του σινεμά δημιούργησαν «σχολές» και εξακολουθούν να αγγίζουν και να σαγηνεύουν ακόμη και σήμερα. Στις ταινίες αυτές ο φυσικός χώρος και χρόνος αναπαρίσταται με πολλούς τρόπους, δημιουργούνται διαφορετικοί χώροι και χρόνοι από τους πραγματικούς. Αλλά και η εξέλιξη της αρχιτεκτονικής, από την εποχή της μηχανικής παραγωγής, στηρίχθηκε σε μέσα αναπαράστασης, όπως είναι ο κινηματογράφος, δημιουργώντας νέες συνθήκες στην πρόσληψή της από το κοινό.
Έτσι, ένα από τα σημαντικότερα παγκόσμια ρεύματα βρήκε στη μεσοπολεμική Γερμανία και μέσω του σινεμά γόνιμο έδαφος για να ευδοκιμήσει. Ο Ρόμπερτ Βίνε δημιουργεί το 1919 το σκοτεινό «Εργαστήρι του δόκτορος Καλιγκάρι». Τα σκηνικά της αριστουργηματικής αυτής ταινίας είναι ευρηματικά με μοναδικό τρόπο, οι δε πειραματισμοί με το χώρο αποδίδουν εφιαλτικά τις σκέψεις του παράφρονα επιστήμονα – αλλόκοτοι φωτισμοί, στρεβλές προοπτικές, ένας αιχμηρός παραμορφωμένος κόσμος γεμάτος μοχθηρότητα και φοβίες.
Άλλος ένας σπουδαίος εκπρόσωπος της συγκεκριμένης περιόδου είναι ο Φρίντριχ Βίλχελμ Μούρναου, ο οποίος μετέγραψε τον Δράκουλα του Μπραμ Στόουκερ στο φαντασιακό τρόμο του «Νοσφεράτου», επιφέροντας τομές στην τέχνη της κινηματογραφικής έκφρασης. Η σκιά του βρικόλακα και η παράνοια μιας έρημης πόλης, οι έντονες αντιθέσεις και τα σκληρά άσπρα και μαύρα τμήματα των πλάνων, επανέρχονται κάποτε τρομαχτικά στο απόλυτο σκοτάδι. Το κλίμα που δημιούργησαν ο σκηνογράφος Άλμπιν Γκράου και ο φωτογράφος Φριτς Άρνο Βάγκνερ παραμένει αξεπέραστο.
Αντίστοιχα, ο πειραματιστής Βάλτερ Ρούτμαν αντιπροσωπεύει το χώρο του σουρεαλιστικού υπερρεαλισμού με το τολμηρό ντοκιμαντέρ «Βερολίνο, Συμφωνία μιας Μεγαλούπολης», ένα πολυεπιδραστικό φιλμ με μεγάλη καλλιτεχνική και ιστορική αξία. Πρόκειται για ένα από τα σπουδαιότερα έργα της περιόδου της Βαϊμάρης, ένα πορτρέτο του Βερολίνου, μία ημέρα από την ζωή της μεγαλούπολης, από την αυγή ως το σούρουπο. Ο Ρούτμαν χρησιμοποιεί την κάμερα ως σημειωματάριο και δένει χιλιάδες κομμάτια/αναμνήσεις του αστικού τοπίου, ζωγραφίζοντας ένα ποιητικό αποτέλεσμα.
Την ίδια περίοδο, η ρωσική πρωτοπορία εκπροσωπείται από τον πολυδιάστατο Σεργκέι Αϊζενστάιν, κορυφαίο θεωρητικό και πολυμήχανο εφευρέτη. Η «Απεργία» ήταν η πρώτη του ταινία και αφηγείται τη διενέργεια και καταστολή μιας στάσης εργατών των σιδηροδρόμων, κάνοντας χρήση του μεταφορικού μοντάζ και δημιουργώντας εντυπώσεις μέσα από τη διαδοχική διαλεκτική σύγκρουση των εικόνων.
Στην Αμερική ο Τσάρλι Τσάπλιν γυρίζει τα «Φώτα της Πόλης» επιμένοντας στο βωβό κινηματογράφο. Στην ταινία, οι άνθρωποι προσπαθούν να επιβιώσουν, οι ζωές τους φαίνεται να μη διασταυρώνονται μέσα στο αστικό χάος. Ένας αλητάκος, όμως, έχει διαφορετική άποψη και μας θυμίζει πως πάνω από όλα πρέπει να είμαστε άνθρωποι. Το έργο αποτελεί μια ιστορία, ένα κοινωνικό σχόλιο με φόντο την καθημερινότητα της πόλης.
Ειδικότερα, αξίζει να σταθεί κάποιος στην ανατρεπτική φυσιογνωμία του σουπρεματιστή Φριτς Λανγκ και στην ταινία του «Μητρόπολη». Πρόκειται για μία, επίσης βωβή, παραγωγή επιστημονικής φαντασίας, που δεν έμοιαζε όμως με άλλες ταινίες της εποχής, είχε κάτι το ξεχωριστό. Η υπόθεση εκτυλίσσεται σε μία φουτουριστική δυστοπία, στην πόλη Metropolis, η οποία ήταν χωρισμένη σε δύο τάξεις: την ελίτ της κοινωνίας, τους σκεπτόμενους, και τους εργάτες, τους μη σκεπτόμενους. Το φανταστικό και οι εσωτερικές συγκρούσεις μιας μελλοντικής βιομηχανικής τερατούπολης παρουσιάζονται οριακά στη «Μητρόπολη», την οποία λέγεται ότι την εμπνεύστηκε ο Λανγκ όταν αντίκρισε για πρώτη φορά τη Νέα Υόρκη. Το Metropolis, αν και δέχτηκε σκληρή κριτική, κατάφερε να μείνει επίκαιρο όσο ποτέ μέσα στο χρόνο. Ενέπνευσε αμέτρητες ταινίες, συμπεριλαμβανομένων των Star Wars, Blade Runner και Superman. Έμεινε μέχρι σήμερα σταθμός και μαζί αφετηρία για την ιστορία του κινηματογράφου.
Πόσες φορές, αλήθεια, δεν έχουμε αισθανθεί ότι η αρχιτεκτονική είναι ένας σοβαρός πρωταγωνιστής των κινηματογραφικών κάδρων, η οποία μπορεί να τραβήξει την προσοχή κάποιες φορές περισσότερο ακόμη κι από τις ερμηνείες του ζωντανού κάστ; Σε ποιο σπιτικό «Party» θα έκανε όλες αυτές τις ζημιές ο Πίτερ Σέλερς αν δεν είχε φανταστεί κάποιος εκείνη την iconic χολιγουντιανή βίλα; Πώς θα μπορούσε να υπάρχει το χιτσκοκικό «Rear Window» χωρίς το απέναντι κτίριο; Πόσο κλέβει την παράσταση από τον κύριο Ιλό η κατοικία στο «Mon Oncle» του Ζακ Τατί;
Η αρχιτεκτονική και ο κινηματογράφος είναι δύο μορφές τέχνης εντελώς διαφορετικές, οι οποίες όμως αλληλεπιδρούν μεταξύ τους με τρόπο δημιουργικό. Η αρχιτεκτονική συνθέτει πραγματικό χώρο, όπου οι άνθρωποι ζουν χωρίς να τον αντιλαμβάνονται ως πράξη δημιουργίας, αλλά σαν κάτι το αυτονόητο. Ενόσω ο κινηματογράφος δημιουργεί κινηματογραφικό χώρο για να ξεδιπλώσει τις ιστορίες που θέλει να διηγηθεί, και φαίνεται να είναι το μόνο μέσο που τον απεικονίζει ως ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον που εξελίσσεται μέσα στο χρόνο.
Η οπτικοακουστική γλώσσα του κινηματογράφου δρα στο μεταίχμιο μεταξύ πραγματικού και φανταστικού. Η απεικόνιση της πόλης του μέλλοντος και, κατ’ επέκταση, της αρχιτεκτονικής του μέλλοντος συνδέθηκε άρρηκτα με την τεχνολογική πρόοδο, όπως την οραματίστηκαν μεγάλοι κινηματογραφικοί παραγωγοί και σκηνοθέτες. Η αντανάκλασή τους στο σινεμά παράγει αναπαραστάσεις, πεδία προβληματισμού πάνω στον αστικό και αρχιτεκτονικό σχεδιασμό, αναδεικνύει τις ανησυχίες και τα οράματα της κάθε εποχής.
Είναι γεγονός ότι ο κινηματογράφος αποτελεί ένα ιδιάζον μέσο διερεύνησης του τρόπου με τον οποίο φανταζόμαστε το αστικό τοπίο, την αρχιτεκτονική ως εμπειρία, αλλά και ως θεωρητική κατασκευή. Ο χώρος αποκτά εδώ διαφορετικές διαστάσεις μέσα από την κίνηση και το φως, μεταλλάσσεται σε τόπο φαντασιακό. Αποκτά πλέον άλλες ιδιότητες, διαστέλλεται, μεταμορφώνεται. «Στην ονειρική πόλη του κινηματογράφου ό,τι είναι δυνατό να φανταστεί κάποιος μπορεί και να το ονειρευτεί».
Έτσι, πέρα από το απλό σκηνικό–κτίσμα, ο αστικός χώρος ξεδιπλώνεται στις ταινίες σαν ψίθυρος, υπάρχει ως περιρρέουσα αίσθηση χωρίς να είναι απόλυτα ορατός ή σαφής. Η πόλη και η αρχιτεκτονική οφείλουν πολλά στον κινηματογράφο: τη μυθολογική τους αναγωγή, τη μυθοπλαστική τους έκφραση, τη φαντασιακή τους διαιώνιση. Ως τόποι μυθοπλασίας–μήτρας πολιτισμού, ως δημιουργοί ιστοριών και οραμάτων.
Διαβάστε ακόμα: Γιατί στην Ελλάδα δεν έχουμε σπουδαία σύγχρονη αρχιτεκτονική;