ethniki-vivliothiki

«Από το παλιό κτήριο της Εθνικής Βιβλιοθήκης (φωτογραφία) έχω κρατήσει μόνο την ”κάρτα αναγνώστη”, μαζί με την εικόνα του επιβλητικού Αναγνωστηρίου και τις παλιές, καλλιγραφημένες καρτέλες στα ευρετήρια».

Όποιος είναι καταδικασμένος να ζει στην Αθήνα, διαπιστώνει ανάμεσα στ’ άλλα πως κάθε συζήτηση για τις βιβλιοθήκες (εθνικές, κρατικές, πανεπιστημιακές, δημοτικές, σχολικές) στην καλύτερη περίπτωση είναι άγραφα κεφάλαια από τη «Βιβλιοθήκη» του Μπόρχες. Κι έτσι η πόλη αναζητεί ακόμα τη Στέγη των Βιβλίων, ο πνευματικός κόσμος μάχεται για τη φιλαναγνωσία και την (χαμένη) τιμή των όπλων (του βιβλίου), όταν ταυτόχρονα οι εκδότες εκποιούν μαζικά τίτλους στα μπαζάρ, όπως σωστά υπενθύμισε ο Νίκος Μπακουνάκης πρόσφατα στο ΒΗΜΑ. Μέχρι τότε, κάποιες βιβλιοθήκες στην Αθήνα θ’ αποτελούν τα μικρά, εγκαταλειμμένα ή ανοιχτά στο λιγοστό κοινό καταφύγια στις περιπλανήσεις, στους δρόμους της πόλης και της γνώσης. Η αναφορά σε αυτές είναι ενδεικτική.

Από το παλιό κτήριο της Εθνικής Βιβλιοθήκης, μέρος της λεγ. Αθηναϊκής Τριλογίας, έχω κρατήσει μόνο την «κάρτα αναγνώστη», μαζί με την εικόνα του επιβλητικού Αναγνωστηρίου και τις παλιές, καλλιγραφημένες καρτέλες στα ευρετήρια. Δεν ξέρω καν αν λειτουργεί ακόμα, κι ούτε πηγαίνω στις εκδηλώσεις της. Όλοι περιμένουν με αδημονία τις νέες εγκαταστάσεις της στο Φαληρικό Δέλτα. Ελπίζω να μην είναι κάτι το διαστημικό-φαραωνικό, όπως στην περίπτωση του Μουσείου της Ακρόπολης.

Ελπίζω οι νέες εγκαταστάσεις της Εθνικής Βιβλιοθήκης στο Φαληρικό Δέλτα να μην είναι κάτι το διαστημικό-φαραωνικό, όπως το Μουσείο της Ακρόπολης.

Στη βιβλιοθήκη του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών, που στεγαζόταν κάποτε σ’ ένα επιβλητικό κτήριο της Σοφοκλέους, επικρατούσε σκέτη εγκατάλειψη και αδιαφορία, χωρίς ενημέρωση και φροντίδα, όπως και στη βιβλιοθήκη στο Πολυτεχνείο (για εκείνη της Πανεπιστημιούπολης δεν έχω άποψη). Μια άλλη βιβλιοθήκη, ενδιαφέρουσα ως χώρος και θεματική, ήταν κι εκείνη που στεγαζόταν στο «Θεατρικό Μουσείο», ακριβώς κάτω από το επιβλητικό κλιμακοστάσιο του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Αθηναίων. Οικονομικά προβλήματα οδήγησαν το μουσείο και τη βιβλιοθήκη σε κλείσιμο. Αν ήταν μόνο αυτός ο λόγος, κι αν δεν οφείλεται σε δημοσιοϋπαλληλικές νοοτροπίες και στην αδιαφορία των δημοτών, ποιος το ξέρει;

Διαβάστε ακόμα: Ο ανταγωνισμός στο βιβλίο ΔΕΝ βελτιώνει το προϊόν!

Μια άλλη βιβλιοθήκη, δημοτική τη φορά αυτή, βρίσκεται απέναντι στην εκκλησία του Αγίου Θωμά, πίσω από το Λαϊκό, θυμίζει κάτι από ανάλογες βιβλιοθήκες στο εξωτερικό. Αξιοπρεπής, για τα ελληνικά δεδομένα, χωρίς ιδιαίτερες απαιτήσεις, γι’ αυτό και ταπεινή. Ελπίζω να λειτουργεί ακόμα και να την επισκέπτονται οι περίοικοι. Καλά λόγια ακούγονται και για τη βιβλιοθήκη της οδού Λένορμαν. Τη συμβουλεύονται φίλοι, που αναζητούν παλιές εκδόσεις και εφημερίδες εποχής.

Δεν αναφέρομαι στη Βιβλιοθήκη της Βουλής, στη Γεννάδειο (ένα αρχιτεκτονικό κομψοτέχνημα κι ένας θησαυρός γνώσεων), ούτε σ’ εκείνες των ξένων αρχαιολογικών αποστολών και των ινστιτούτων (Γκαίτε, Γαλλικό Ινστιτούτο, Ελληνοαμερικανική Ένωση, Βρετανικό Συμβούλιο), που λειτουργούν με τις προδιαγραφές της Εσπερίας, μακριά από την ελληνική κακοδιαχείριση και κακοδαιμονία.

Αν η πόλη είναι ο «δημόσιος οίκος» μας, οι βιβλιοθήκες της είναι τα αναγνωστήριά του. Εκεί που «αναζητήσαμε την ησυχία, αλλά πουθενά δεν τη βρήκαμε, παρά μόνο σε μια γωνιά με ένα βιβλίο». Κι αν είμαστε τυχεροί, μπορεί και να συναντήσουμε τη δική μας «δεσποινίδα Άνταμς», όπως ο ήρωας του διηγήματος του Ραίη Μπράντμπερυ «Ανταλλαγή».

 

//Ο Κώστας Θ. Καλφόπουλος είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος. Τελευταίο του βιβλίο το «Καρρέ – Καρέ και άλλα διηγήματα» (εκδόσεις Άγρα, 2013).

 

Διαβάστε ακόμα: Τα top 5 βιβλία για τη φιλία

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top