To Λεξικό

σόιμπλε (ο) 1. αυτός που φταίει για όλα: ο Μάκης είναι τόσο σόιμπλε, που κάθε φορά που γίνεται μια ζημιά κατσαδιάζουν αυτόν ΣΥΝ. μέρκελ, ομπάμα 2. απαγόρευση συγκεντρώσεων: θέλαμε να κάνουμε μια συγκέντρωση διαμαρτυρίας, αλλά η κυβέρνηση κήρυξε σόιμπλε 3. νύφη : τα λέει στον σόιμπλε για να τ’ ακούσει η πεθερά 4. επιθεώρηση από ανώτερο αξιωματούχο σε διαλυμένο στρατόπεδο: δεν ξέρω τι θα κάνετε, αλλά όσο κρατάει ο σόιμπλε θέλω να φαίνεται πως όλα λειτουργούν σωστά.

ΔΕΘ (η)

06.09.2014

δημάρ (η)

30.05.2014

εδτ (η)

11.07.2013

εθνική (η)

16.10.2013

ερτ (η)

12.06.2013

ζίζεκ (ο)

22.05.2013

Θεός (ο)

31.01.2014

ρομά (ο)

23.10.2013

σαμαράς (ο)

29.05.2013

Πιο πρόσφατα

3
Button to top