To Λεξικό

θέρμανση (η) 1. άπιαστο όνειρο, ανεκπλήρωτος πόθος: όσο κι αν ο Νίκος προσπάθησε να γοητεύσει την Χριστίνα, εκείνη παρέμεινε η θέρμανσή του ΣΥΝ εργασία 2. ιδέα ή επιδίωξη η οποία είναι εκτός πραγματικότητας: σταμάτα να κυνηγάς θερμάνσεις και προσγειώσου στην πραγματικότητα ΣΥΝ ουτοπία 3. υπερβολικός πλούτος: ο Μηνάς ποτέ δεν θα καταλάβει τι πάει να πει να είσαι φτωχός, αυτός μεγάλωσε μέσα στη θέρμανση ΣΥΝ χλιδή.

ΔΕΘ (η)

06.09.2014

δημάρ (η)

30.05.2014

εδτ (η)

11.07.2013

εθνική (η)

16.10.2013

ερτ (η)

12.06.2013

ζίζεκ (ο)

22.05.2013

Θεός (ο)

31.01.2014

ρομά (ο)

23.10.2013

σαμαράς (ο)

29.05.2013

Πιο πρόσφατα

3
Button to top